ΜΑΡΙΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ-Κρεσέντο Κυμάτων


Με τον πρώτο μήνα της Άνοιξης τον Μάρτιο του 2010, ήρθε ν' αγκαλιάσει με το φως του τη νέα ποιητική συλλογή της Μαρίας Νικολάου, με τον εύγλωττο τίτλο "Κρεσέντο Κυμάτων". Κι είναι πράγματι ένα κρεσέντο που κρατά τον ρυθμό εκεί στην άκρη των λέξεων, στα κύματα της ποίησης.
Εδώ θα βρούμε το μαχαίρι, να μαχαιρώνει μικρές στροφές, ανοίγοντας τις φλέβες, να στάξει το αίμα μιας ζωής, που χαϊδεύεται με αύρες.
Λυρική, αλλά ταυτόχρονα σκληρή γραφή, για να ξορκίζει την μοναξιά και το άφατο στην αναμονή του χρόνου, που κρατά στιγμές και τις κάνει τραγούδι αταξίδευτο στον άνεμο.
Με κρυφή κι ατελείωτη δίψα για το όνειρο, συνομιλεί μαζί του, το ξεδιπλώνει, για να το τυλίξει ξανά σε σελίδες λευκές, με γράμματα σπαρμένα στις γραμμές του καλαίσθητου βιβλίου της.
Είναι η δική της ζωή, που αποτυπώνεται στις εκφάνσεις μιας διαδρομής, που πλέον ξεφεύγει από τον προσωπικό χαρακτήρα κι ακουμπά όλους εμάς, με διάθεση να κρατηθούμε σε κείνο που δεν έχει ακόμα χαθεί και ταξιδεύει μαζί με τα κύματα, για να βρει ακτές γνώριμες και οικίες στην άγονη γραμμή των συναισθημάτων.
Όλα εκείνα που πέρασαν, βυθίζονται σε βλέμματα σιωπηλά, σε μνήμες τρυγισμένες από καλοκαιριού διάθεση, φέρνοντας την αλμύρα και την μυρωδιά της θάλασσας στους δρόμους της γραφής της.
Είναι αλήθεια πως την απογοητεύουν εύκολα οι άνθρωποι κι έτσι εκείνη κρατά το απόλυτο κι απομακρύνεται, μη αντέχοντας το ψεύτικο των ενεργειών τους.

"Κι απόψε μέσα θα μείνω.
Είναι προτιμότερο να ψάχνω
χωμάτινες λέξεις
μέσα στα δάχτυλά μου
παρά να μου προσφέρουν χρυσάφι
άνθρωποι ντυμένοι με ψεύτικες
ψυχές."


Λίγες οι ψηφίδες αυτού του πονήματος.΄Αλλες τις αφιερώνει σ' αγαπημένα και γνωστά πρόσωπα κι άλλα λιποτακτούν από την ροή των κυμάτων και γίνονται ανεξάρτητα σώματα ποίησης.

"Λιποτάκτησες κι απόψε
μέσα απ' τα βράχια μικρών
στεναγμών.
Πέτρα και χώμα έγινες
και κύλησες στην άμμο.
Μήτρα της έγινες
μα σώπασες όταν δειλά σου
ζητήθηκε
ένα κομμάτι κύμα.
Τι περιμένεις τώρα πια...
Ασπόνδυλα όνειρα περιφέρονται
σε γλυφά νερά γεννώντας
νέες υποσχέσεις..."


Ζει και γελά μέσα στην απουσία ενός καλοκαιριού που έφυγε, με αναμνήσεις να μυρίζουν θάλασσα, με τον ήλιο να γυρίζει σε κείνα που θυμάται, σε κείνα που θάθελε να ξεχάσει. Μνήμες που σκορπούν ευωδιές από το λίγο του ονείρου, σπάζοντας το ταξίδι που αταξίδευτο έμεινε σε πόνους γεννημένους δίπλα σε αύρες θαλασσινές.

"Κάηκε και τούτο το καλοκαίρι
κι απέμειναν στάχτες
μες στις χούφτες μας.
Μονάχα οι αναμνήσεις ακόμη
μυρίζουν θάλασσα,
ώσπου να εξατμιστεί κι αυτή η
μυρωδιά
από τη μνήμη"


Πάντα λαθραία οι σκιές βρίσκουν τρόπο να γλυστρίσουν μέσα σε σιωπές κατανυκτικές, τότε που οι λέξεις κυοφορούνται σε μήτρα άκαρπης σιωπής, δημιουργώντας τις δικές της αισθήσεις στη γεωγραφία των ποιητικών διαδρομών.

"Μήτρα άκαρπη η σιωπή σου.
Ποτέ της δεν γέννησε
ούτε μια λέξη."


Αγγίζει το μέλλον με βηματισμούς, σ' ένα παρελθόν φορτωμένο με στάλες βροχής στο πλακόστρωτο του δρόμου, που φθάνει ως την θάλασσα των ανεξάντλητων συνειρμών.

"Δεν προσπάθησα ποτέ
να γράψω Ποίηση.
Το μόνο που χρόνια προσπαθώ
είναι να αντιγράψω τον εαυτό μου
σ' ένα χαρτί.
Να με ζωγραφίσω, να με
μουντζουρώσω...
Με δάχτυλα γεμάτο μολύβι και
κάρβουνο
να με πείσω πως δεν είμαι τίποτα
παραπάνω
από ένα σβησμένο χαμόγελο.
Τελικά νομίζω πως ούτε σ' αυτό
δεν τα κατάφερα..."


Στα διαζώματα της αγάπης, γεννιούνται πόθοι κρυφοί για να ξεγελούν το ήρεμο των στιγμών του έρωτα κατακτητή, που αποθεώνεται για θρυμματισθεί μετά στο αναγκαίο, στο αναπάντεχο, στο αναπότρεπτο, στο άγνωστο που δεν ομολογεί, παρά μόνον απομακρύνεται στην αοριστία του χρόνου.

"Ξύπνησε η σιωπή στα πέλαγα
Τα κύματα θρυμμάτισαν
τις ανησυχίες.
Ο ήλιος αγκάλιασε τις λεμονιές
κι έστυψε πινελιές στη θάλασσα.
Ξυπνήστε!
Βρέξτε το πρόσωπο μ' αλάτι
και ζωγραφίστε έρωτες
πάνω σε κόκκους άμμου.
'Ετσι θα μεγαλώσουν
αληθινές αγάπες..."


Καλοτάξιδοι κυματισμοί σε ώρες, σε μέρες, σε χρόνους που μπορούν να γαληνέψουν του κόσμου τη βουή με λέξεις βουτηγμένες στο μελάνι της ψυχής που κόκκινο γίνεται ...

ΤΑΚΗΣ ΤΣΑΝΤΗΛΑΣ-Υδρίες ανάσες


Και να που η νέα ποιητική συλλογή του Τάκη Τσαντήλα, που εκδόθηκε τον Φεβρουάριο του 2010 από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΟΙΩΝΟΣ, έφτασε, για να ταξιδέψει άλλη φορά στην περιπλάνηση των λέξεων του ποιητή.
"Υδρίες ανάσες", ανάσες που το ελάχιστο της πνοής, μεγιστοποιείται και γίνεται η αφετηρία για το πέταγμα, από πληγή σε πληγή στην αποπλάνηση του λόγου, με την συγκίνηση που φέρνουν λέξεις ανάδρομες, αγαπημένες εκφράσεις που πεταρίζουν το ίδιο καλά σε δειλινά και νύχτες, για να συναντήσουν το αμετακίνητο της θλίψης, που διασταυρώνεται με ψιθύρους στην φυγή ονείρων, προσμένοντας νέες συναντήσεις στο θόλο τ' ουρανού.
Δεν φεύγει, δεν αποφεύγει, δεν υπεκφεύγει να συνομιλήσει ανοιχτά, για ότι τον συγκλονίζει στην υπέροχη και ταυτόχρονα ουτοπική διαδρομή στα πεδία της γραφής, στους κύκλους που συνομιλούν με κύματα ταξιδιάρικα σε θάλασσες ανοιχτές.
Μοιράζεται εξομολογήσεις και τις αφήνει να εκτεθούν την ώρα που συνουσιάζεται με άδειες γραμμές, για να γεμίσουν από το φως της γραφής του. Είναι η δική του αλήθεια σε μια κατάθεση γνώριμου ύφους που ταυτοποιεί το ενυπόγραφο και ιδιαίτερο γράψιμο στην γεωγραφία της ποίησης.
Είναι ένας διάλογος προσωπικός, εκ βαθέων, που αφήνεται να ξεδιπλωθεί στα μάτια των αναγνωστών, διατηρώντας τον ομφάλιο λώρο, που διατηρεί με τους φίλους στα αναγνωστήρια που σεργιανούν οι λέξεις. Τεθλασμένες ανάσες που σαν φωτιά καίνε ιριδίζοντα σκοπευτήρια, σε απένθητες καταδύσεις.
Είναι εκείνος που αφουγκράζεται με φωνή γερμένη στους ώμους, μένοντας στάσιμος, μαθητής στην ίδια τάξη, αμετανόητος εραστής, αλιεύς πόθων, κυρίαρχος συναισθηματικών ατοπημάτων, στα νοήματα ερωτικών διαδρομών. Εδώ οι λέξεις δεν απεργούν σε άσωτους καιρούς στις κατεβασιές των άστρων. Γιατί τι άλλο είναι η ποίηση του Τάκη Τσαντήλα, μικρά αστεράκια που δείχνουν τον δρόμο, στις ατραπούς μεθυσμένης ερωτικής γραφής ενορχηστρωμένης με σιωπές και θύμησες στην περιήγηση της μνήμης.

"Ενδείξεις

Θα 'ρθει καιρός
που τα καρφιά των ατραπών
που δρασκελίσαμε
θα βυθιστούν σκαιά
μες στο ισχνό κορμί της θύμησης
όπου το αίμα
θ' αναβλύζει πορφυρό
και θα κοχλάζει"


Ψάχνει στεριές ν' ακουμπήσει άχραντες επιθυμίες, στα οδοφράγματα που στήνονται πόθοι στην αοριστία του χρόνου, στα νεφελώματα των σκέψεων που υφαίνονται στίχοι και ύμνοι στα ύψη των μύθων. Στη μυθολογία των παθών, επαίτης γίνεται στην περιφορά των αισθήσεων.

"Ιριδίζοντα πάθη

Επιμένω επαίτης
να σε ψάχνω στη δίνη
να ξεσέρνομαι πίσω
από ιριδίζοντα πάθη
να μην έχω ανάσα
παρά μόνον για σένα
και μια ερημιά
απαλή σαν το χιόνι
σαν τη νύχτα
που αράχνιασε εντός μου
μ' εκδορές μυστικές
με σκιές σιωπηλές
και μ' ακάνθινες μνήμες."


Δεν αλλάζουν οι σκιές σε διάφανα φώτα, αθωώνονται σε γεννήματα ποιημάτων, την ώρα που σε βράχια χτυπούν οι σιωπές στα ναρκοπέδια της μνήμης, μονομαχούν στο κενό πολλές φορές, για κείνο το μοίρασμα το απρόσμενο, που ζεσταίνει θεϊκές πνοές, σε πεδία συγνώμης, αποχαιρετισμού, σκορπισμένα σε πέλαγα κλεισμένα, θολωμένα από κερασμένο μέλλον, σε ατελεύτητες τροχιές, αγαπώντας πληγές που επιστρέφουν, που δεν ξεχνούν , ονειρεύονται ανιχνεύσεις, ψηλαφώντας απουσίες στους καθρέφτες, που κόβουν και τεμαχίζουν κόσμους πικρούς, για ν' ανταμώνουν εκείνα που σβήστηκαν, αλλά από την αρχή ξαναγράφονται στην ιστορία της γιορτής νοσταλγικών ενθυμήσεων.

"Μικρές σκιές

Δίχως στάσεις θαρρώ ο προορισμός
δίχως σιγήσεις
μόνο να,
μικρές βροχές πρέπει να προσπεράσουμε
μικρές σκιές
μικρούς υφάλους
που προσπαθούν να παρακάμψουν το ταξίδι μας
να αναστρέψουν τη ροή των ήχων
των ποιημάτων
που - κόντρα σ' ομίχλες και καιρούς θολούς -
γεννοβολούν καινούργια ποιήματα
με όψη ηδεία κι αρυτίδωτη
με ζωηρή ανάσα
με αναβλύζουσα θωπεία
και με περιφορά θαυμάτων κι ανατάσεων
από ένα μέλλον που αγρυπνά
πάνω στα ναρκοπέδια της μνήμης."


Για τον Αίολο της ποίησης, που φυσάει το πολύ μιας γραφής μ' ανοιχτούς ασκούς, αιολίζεται στις παραγράφους μυστικών αποστάξεων, που το λίγο της μελάνης γίνεται πολύ, αγγίζοντας κορυφογραμμές, φλερτάροντας πάντα με την έμπνευση, που του χτυπά απρόσμενα την πόρτα, σε ώρες που όλοι εμείς κοιμίζουμε τ' όνειρο, εκείνος ξαγρυπνά, για να βρει το χάιδεμα στο ξημέρωνα της πρώτης ηλιαχτίδας, κι ύστερα να το φέρει με κρυσταλλένιους ήχους στα μάτια μας.

"Στους λειμώνες των άστρων

Μ' ανοιχτούς τους ασκούς των ανέμων
σαλπάρουμε
στ' ανοιχτά θαλασσών και ερώτων
ανιχνεύοντας ρίμες
σε βυθούς των αιώνων θαμμένες
με φανούς βιβλικούς κι άγιες θύμησες
μ' αγρυπνίες κυμάτων και ήχων
που ενώνουν φως με τα θαύματα
στους ναούς των ανθών
και ευκταίους λειμώνες των άστρων."


Η περιφορά των αισθήσεων περιμένει επαρκείς αναγνώστες σε προσκυνήματα επιταφίων μυημένων σε ποιητικές "υδρίες ανάσες" , σε αχούς ονείρων, εκπορθώντας την γλυκιά ευωδιά αρωμάτων σε ερώτων αγγίγματα με φώτα γιορτής στις εξορύξεις των πόθων και των παθών που συνοδεύουν το αγνάντεμα σε τούτο το ταξίδι των λέξεων.
Καλοτάξιδες και μυροβόλες....

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΑΤΣΙΡΗ-Αναγκαία λήθη


Από τις "Εκδόσεις Οδός Πανός" τον Οκτώβριο του 2009 κυκλοφορεί η ποιητική συλλογή της Κατερίνας Κατσίρη, "Αναγκαία λήθη".
Μια ευτυχισμένη στιγμή για την ποιήτρια,
που με επίγνωση, ωριμότητα, ανασκευάζει τις λέξεις στις οάσεις της γραφής, περνά μέσα από σφυρήλατες διαδρομές, με την φωνή υψωμένη, να επιτάξει μέσα στην σοδειά των βιωμάτων που έχουν προηγηθεί, το ταξίδι στα χρόνια, με εκτελεσμένες πράξεις για να φθάσουν ως την "αναγκαία λήθη".
Πόσο αναγκαία είναι τελικά μια λήθη που όμως δεν καταργεί, αντίθετα γεμίζει και ξαναγεμίζει τον ασκό της ψυχής, με όλα εκείνα που έπρεπε να ξεχαστούν κι όμως σε σιγαλιές, αναπλάσσονται κι επανέρχονται βασανιστικά, για να λυτρώσουν την μνήμη, από άλυτο αίνιγμα, συλλέγοντας μια-μια τις πράξεις και τα γεγονότα που καθόρισαν πληγές του χτες.
Δίχως οίκτο αφήνει τις άκρες να περιπλανηθούν στα περιθώρια των γραμμών.Κάθε ανάγνωση στα σώματα των ποιημάτων, έχει να κάνει με τον πόνο και τις αιμορραγούμενες πληγές, που πληρώνονται με καταθέσεις στα κυρτώματα, επαναλαμβάνοντας την ματαιότητα, θέλοντας να ερμηνεύσει την αυτοχειρία των ποιητών,σε πρώιμους θανάτους με μεταξένιες πτώσεις.
Είναι η γυναίκα σε επιθανάτιες σιωπές, με το αίμα να πονά πάνω στο στρώμα, σε αναπόδεικτες συνωμοσίες, κρύβοντας σκοπούς προδοσίας, με την οδύνη στο στήθος να ξεντύνεται την απειλή μιας πληγής, που δεν σταματά στο ανεξόφλητο ρωγμών ονείρων, με ενσώματες ενστάσεις στην αφηγηματική των ποιημάτων.

"Να γράψεις κάποτε

Να γράψεις κάποτε πως ονειρεύτηκα μια μικρή βροχή
να 'σπαγε τα χέρια μου, την ονειρεύτηκα πολύ σκαλίζοντας
τις λέξεις, οι λέξεις μου δυόμισι βήματα απ' το θεό
που σύρθηκε στη σκόνη
και θάμπωσε τα λαμπερά μου μάτια
Να γράψεις και για τη σιωπή, ζεσταίνει όσο και να πεις τις λέξεις
που 'χουν μείνει, μίτρες από τη μήτρα τις αντέγραψα
δύσκολα ξεχνιούνται την ώρα του επισκεπτηρίου
Έτσι να γράψεις στους τοίχους
Μόνο μην κλάψεις χαμηλώνοντας τα γράμματα
και χαρακώσουν θάνατο οι σκουριές
Να γράψεις κάποτε σαν χάδι, μυρίζοντας τις τσέπες μου
έτσι να γράψεις και ας ανάβει νύχτα η βροχή"


Στη γεωγραφία της γραφής, διδάσκεται ποιητικά η ανατομία της γυναίκας, σε όλες τις περιόδους της ζήσης της.
Κορίτσι- Γυναίκα-Μητέρα στις γενέθλιες εμπειρίες, σε κατευθύνσεις και προσανατολισμούς που άλλοτε συναρμολογεί κι άλλοτε συναρμολογείται στο κενό, με σώμα κατάλληλο να δεχθεί ουρανό και λησμονιά φορτίου, γεννημένου όχι απαραίτητα από την ίδια, με την ψυχή σύννεφο που ταξιδεύει και θρηνεί θανάτους.
Παραπαίει και μιλά στο φτερό της ανάστασης εκείνου του χρόνου, με την αγωνία του πολέμου της νύχτας, τότε που το αίμα σκορπά και κρύβεται στη σκόνη, διώχνοντας όσο μπορεί σκιές και φαντάσματα, φώτα και ήλιους, επιμένοντας στο ατελείωτο που τρυπά την ψυχή κι αφήνει σημάδια σε μνήμη ένοχη.

"ΑΤΙΤΛΟ (Ι)

Πενήντα τρία χρόνια με συναρμολογούσες
δίχως να σέβεσαι τα στήθια μου
που δεν έχουν πατέρα να ζητιανέψουν το αίμα ακόμα νωπό
στα χρόνια της εμμηνόπαυσης
μήτε παιδί αχόρταγο να μουρμουρίσει μια συγνώμη
'λαφρώνοντας το εκφραστικό μου γάλα
Πενήντα τρεις μορφές τσαλάκωσες την τρυφερή μου σάρκα
να λαμπυρίζουν ιδρώτα που με διαψεύδει
κι εγώ ολόγυμνη να ξερνώ το παιδί που πούλησα
και σου 'μοιαζε
Ερεθιζόσουν να συναρμολογείς τα μάτια μου που έλιωναν
πέφτοντας σαν χαρτοπολτός στο πάτωμα
κακόμοιρε, τούτα τα μάτια υπομονετικά περίμεναν τις βαθιές
υποκλίσεις κάθε 08.15΄ που γαντζώνεσαι και κλαις
στους κόσμους των θεών
και σε φοδράρισαν σε μοναστήρι εξωσμένο"


Δεν υπάρχει χώρος για δάκρυα, αν κι όλα αιμάτινα αναβλύζουν πόνο κι άλλες φορές οργή και πίκρα στην συνένωση του κύκλου.
Ξεπερνά όσο μπορεί εκείνο που δεν τελειώνει, καθώς σκίζουν κι αγριεύουν ώρες περίεργες, συναισθήματα ματωμένα που βάφονται και ξαναβάφονται και βαφτίζονται και ξαναβαφτίζονται στου μυαλού την εκδίκηση ενός γυρισμού, σε κείνο το παίδεμα με λέξεις φωτιάς, στον πόλεμο του αναπότρεπτου και ταυτόχρονα ανατρεπτικού.
Διάμετροι τέμνονται στην διχοτόμηση του κρυπτού μιας αντοχής που όμως δεν φταίει, δεν ορίζει συναισθήματα στους άγνωστους χάρτες σημαντικών ερώτων.
Με δοκιμασίες απόστασης από το όνειρο, σε χρόνο με ποιήματα να καταγράφουν την ανασφάλεια ύμνων στο κρυφτό με τον παιδεμό μιας υποκρισίας αφημένης, θυσιασμένης στον βωμό, που φρενάρει αισθήσεις σε ατελεύτητες προσμονές.

"Το ποίημα επάνω στο τραπέζι

Έτσι ακίνητη δεν μπορώ. Να σε φτάσω που μιλάς προπάντων του μυαλού
Παράξενο που διάλεξες τα ποιήματα του ύπνου
να συναντηθούμε, μέρα που τα ενδεχόμενα κολυμπούν σιωπηλά
δεν είμαι σίγουρη αν το σώμα που 'βαλες
αντίκρυ στο φως, έχει τη μυρωδιά του πόνου στο κορμί
ή το αλάτι που μοιράζαμε στα ίχνη της θάλασσας
Το ποίημα επάνω στο τραπέζι, το άγγιξες, το ξέρω
δεν υπάρχει στάλα νερό μέσα του να παλέψω το φως, να ξαναγυρίσεις
στο πρόσωπο, όλο κοιτάζεις κάτω, το πάτωμα μου 'λεγες δεν τρομάζει
αν μια γυναίκα όμορφη το εμπιστεύεται γυμνή
Δεν μπορώ ούτε να σου φωνάξω,τούτο το σπίτι δεν ακούγεται
στο ξύλο που μυρίζαμε παιδιά, ούτε στο ποίημα να παραμερίσω το σάπισμα
που έρχεται τρίζοντας στο κεφάλι, όλα έρχονται τρίζοντας
στον καθημερινό μου ύπνο, χέρια, πόδια, βουνά, επιμένω να σε φτάσω
φοβάμαι που χάνονται όλα μαζί, το ποίημα επάνω στο τραπέζι"


Η ποιήτρια μας καλεί, να ακολουθήσουμε στων ματιών τους καθρέφτες τις αντανακλάσεις, πούναι κρυμμένες οι λέξεις και ν' αποκωδικοποιήσουμε όλα εκείνα στ' αστρονήσια της γραφής της, που δεν κοιμάται η μνήμη στην αγράμματη αναρχία, καθώς υψώνεται στων ποιητών τη χώρα.
Καλοτάξιδοι καθρεφτισμοί στο όνειρο...