Θοδωρὴς Βοριᾶς - Στιγμές από το ρεπερτόριο του θανάτου


Θοδωρς Βορις - Στιγμές από το ρεπερτόριο του θανάτου γράφει η Σοφία Στρέζου

 Το 2018 κυκλοφόρησε η νέα ποιητική συλλογή του Θοδωρή Βοριά, ΣΤΙΓΜΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΡΕΠΕΡΤΟΡΙΟ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ, με ψηφιακή μορφή σε ιδιωτική έκδοση.

Αλυσιδωτές αντιδράσεις που μυρίζουν θάνατο είναι τα δομημένα ποιήματα, στη γεωγραφία της ποίησης.
Το μολύβι και το χαρτί από όργανα γραφής μετασχηματίζονται σε μέσο, που θα διαπλεύσει το σκοτεινό του μυστήριο, στα νερά του Άδη.
Έτσι, οι λέξεις μεταφέρουν με αξιωματική επιμονή το πένθος, στις αφηγηματικές του θανάτου.

Απεικονίζεται φωτογραφικά η αλήθεια του ή μήπως η ψευδαίσθηση, που αντικατοπτρίζεται στον φακό της ψυχής του δημιουργού;
Γιατί, ο ποιητής έμμεσα διατηρεί τον ρόλο του εντολοδόχου, που δεν αναλώνεται σε θρήνους, απλά παρατηρεί και ταυτόχρονα καταγράφει την μυστηριακή εκπνοή του αναπότρεπτου.

Είναι σχεδόν βέβαιο, πως κάποιες συγκεκριμένες συνθήκες παροτρύνουν τον δημιουργό να εμφανίσει ποιήματα που διαπερνούν το επέκεινα, αντανακλώντας το μάταιο.
Ο λόγος αποκρυσταλλώνεται για να κεντρίσει με τον λυρισμό του τα μελαγχολικά και πένθιμα μοτίβα, που συνθέτουν το φευγαλέο της ύπαρξης.

Έχω την αίσθηση, πως ο ποιητής παγιδεύεται σε μια κοινωνική πραγματικότητα που παράγει στρεβλές επαφές με τον θάνατο, επιδιώκοντας την απομυθοποίησή του. Συμφιλιωμένος με λέξεις που συνθέτουν στίχους, μετουσιώνει την ελεγειακή εικονοποιία σε ποιητική τέχνη.
Έτσι, αναπαράγει γεγονότα με σκεπτικισμό, προσπαθώντας να διαθλαθεί το ποιητικό φως σε κοσμικά σκοτάδια. Για τούτο και τα ποιήματά του ενέχουν ένα διαρκές δράμα, που εκκολάπτεται με αφοπλιστική αμεσότητα στους αρμούς των στίχων.

Σε τούτη την ποιητική ιχνογραφία, ο Θοδωρής Βοριάς φαίνεται πως διδάσκεται από την σοφή ρήση του Oscar Wilde «Το μυστήριο του κόσμου είναι στο ορατό και όχι στο αόρατο».
Τα ποιήματά του διατηρούν έναν ρεαλισμό και μια αφυδατωμένη υπερβατικότητα. Οι αναγνώστες καλούνται να διαμορφωθούν βαθμιαία σε αυτόπτες μάρτυρες, που προσλαμβάνουν πραγματικά γεγονότα, στην αστική τοπιογραφία.

Η αισθητηριακή αντανάκλαση της προσωπικής εμπειρίας, εγκιβωτίζεται και γίνεται έμπνευση.
Με όχημα τις λέξεις, ο βαθύς προβληματισμός, η ανησυχία, και ο φόβος μετατοπίζονται, για να κωδικοποιηθούν μετά σε αφηγηματική ποιητική ρητορική, με τους στίχους να λιποτακτούν στο ανείπωτο.

νιλίνες   
α΄

Κάναμε ψυχ
τ χαρτ κα τ μολύβι.

Πιστέψαμε πς τ μοιραα 
δ μένουν ναπότρεπτα 
σν πιάσεις κα τ γράψεις
στν ψυχή σου.

Στν πρτο στίχο
πο σκαρώσαμε 
γράψαμε γι τν θάνατο.

β΄

Πόσους θανάτους ποτρέψαμε πόψε 
μ τς συλλαβς τν στίχων;

Ο σκις πο ξεγλιστροσαν στ χαρτ
ταν θάνατοι ντυμένοι μολυβιές.

ταν ν κάψουνε τ ποίημα,
γι ν νικήσουν, μ λιποτάχτησαν.

Στα περάσματα των στίχων ο δημιουργός προσωποποιεί την νύχτα και τις ανυπεράσπιστες στιγμές της.
Γι’ αυτό και κάθε στιγμή εκτελείται αργά - βασανιστικά στη σκοτεινή διαδρομή της.
Στις ενύπνιες συναντήσεις με τα όνειρα ο θάνατος προσπερνά, στάζοντας το φαρμάκι του.

Ο ποιητής, εντέχνως διευθετεί την γοητευτική αινιγματικότητα του θανάτου, προσδίνοντας μια υλικότητα στις συμπυκνωμένες εκφράσεις του, για να φανεί η λακωνικότητα του άδηλου.

ργησε νύχτα ν περάσει,
κάθε στιγμ κτελέστηκε ργά.
Στράγγισε στ νειρα 
τ φαρμάκι του θάνατος
κα προσπέρασε.

Ο δημιουργός, ζώντας διαρκώς σε μια κατάσταση εγρήγορσης, παρασύρεται από ερεθίσματα, στις ταλαντώσεις της έμπνευσης!
Σε διαστέλλοντες χώρους και χρόνους αναστοχάζεται αλλοτριωτικές συμπεριφορές,
στις διαδραστικές θεάσεις.

Μέσα στην αγωνία να διασώσει τον Άνθρωπο, οι λέξεις μυρίζουν το αίμα του.
Ίσως γιατί, το δικό του παρόν είναι συνυφασμένο με το παρόν γύρω του, που δεν μπορεί να αγνοηθεί και να αγνοήσει.

Τί στέκεις σεργιανώντας τέτοια θάλασσα;
Κάθε βραδι
ξερνάει αμα βυθός,
βάφει τς μμουδις κα τ λιμάνια.

-Γύρνα στ σπίτι
τ ματωμένα σου παπούτσια ν στεγνώσεις.

Η διεισδυτική ματιά του Θοδωρή Βοριά, με εμβόλιμα στοιχεία ρεπορτάζ που εμπεριέχουν επικαιρότητα, προσδίδουν στην γραφή το απαραίτητο
απέριττο ύφος, για να πει την αλήθεια του.

Συνοπτικά, μεταφέρει τα ερεθίσματά του με εικόνα, στους δέκτες των ματιών του αναγνώστη.  
Άλλωστε, η οπτική ποίηση δεν επιδέχεται καμιά επεξεργασία, για να φανεί το φωτογραφικό στιγμιότυπο.
Το συγκρατημένο συναίσθημα του δημιουργού αφήνεται να παρασυρθεί από την θέαση του ποιήματος, που μπορεί να ξυπνά συνειδήσεις.

Δρομολόγια μ τν πανσέληνο

Βλέπεις κενον μ τ πιστόλι;
Θέλει ν πεθάνει.
Ψάχνει στς τσέπες του γι σφαρες
λς κα ψάχνει γι’ ναπτήρα.

Βλέπεις τν λλον;
Βάζει τ χέρι του στ μέσα τσέπη το μπουφν
κα τραβάει τν καρδιά του.
Τν κοιτάζει προσεχτικ στ φεγγαρόφωτο,
τν παραδίνει στν στυφύλακα 
γι ν ξακριβώσει τ στοιχεα.
 
Όλη η νέα ποιητική συλλογή είναι ένα διαρκές ταρακούνημα στη συνείδηση του αναγνώστη.
Είναι η συνεχής εμφάνιση του θανάτου και η διαχρονική ισχύ του, στο σημείο που όλα λήγουν και όλα τερματίζουν στο αδιόρατο.
Γιατί, «κάθε ποίημα ένας επιτάφιος», θα πει ο T.S. Eliot.
Και πώς να καταλυθεί το αδιευκρίνιστο, όταν στη γη γεμίσαμε τάφους και σκάβουμε νέους στο φεγγάρι;

Αποσιωπημένες λύπες καρτερούν σε εκατόμβες σκοτωμένων από χρονικά πολέμων, στα ασύνορα των ονείρων.
Νύχτες εκτοπισμένων αντηχήσεων, θα ηχήσει του καθενός της μοίρας το αλάνθαστο πεπρωμένο.

Τ αγουστιάτικο φεγγάρι
βγκε σημαδεμένο, βγκε ματωμένο.
Ποιός καρτεράει πίσω π τ νύχτα,
μ θραύσματα πολέμων κι δεια νειρα,
νακατεύοντας σκοτάδι μ κατόμβες σκοτωμένων;
Ποιός σκαψε τος τάφους στ φεγγάρι;  

Στον ποταμό του  Άδη πορθμεύονται οι ψυχές στο αέναο το χρόνου.
Ποτέ κανείς δεν δραπέτευσε από εκεί.

Ωστόσο, ο άνθρωπος εξακολουθεί να πορεύεται με τον φόβο του θανάτου, υπενθυμίζοντας την θνητότητά του.
Για τούτο και η πρόταξη του δημιουργού σε εκείνον που θα δραπετεύσει να κάψει τη βάρκα, για να μην πλεύσουν άλλοι στα νερά του.

ν δραπετεύσεις
π τν Κάτω Κόσμο,
κάψε τ βάρκα.

Κάθε που πενθεί η νύχτα είναι γιατί κρατά τον επίλογο του πνιγμένου φεγγαριού στον Αχέροντα.
Καμιά ελπίδα στο μυστήριο του σκοταδιού, που κρύβει τη λάμψη του.

Και πώς να συντηρηθούν χωρίς στέγη τα όνειρα, στην αθανασία του πένθους;

Ούτε παρελθόν ούτε μέλλον. Μόνον σκοτεινιά από το θλιμμένο παρόν - αινιγματικό και ανεξήγητο - κρατά έναν λυγμό στην αφανέρωτη όψη της σελήνης.

Πενθε νύχτα.
Πνίγηκε τ φεγγάρι
στν χέροντα.

Τόσος θάνατος και πώς να αντέξει η καρδιά του ποιητή να σεργιανάει στις μυρωδιές του Άδη;
Αποφασίζει να δαμάσει σιωπές άσωτες και να κηρύξει Εκεχειρία, σε όλα εκείνα που παρατηρεί και σπέρνουν θάνατο.

Τα διόδια για την κόλαση ας παραμείνουν κλειστά!

κεχειρία!
σπορ το τσαλιο
ναβάλλεται.

Κώστας Ευαγγελάτος - Ερμητικές Λαμπίδες


Κώστας Ευαγγελάτος - Ερμητικές Λαμπίδες από την Σοφία Στρέζου

Τον Ιούνιο του 2017, κυκλοφόρησε η ποιητική συλλογή του Κώστα Ευαγγελάτου Ερμητικές Λαμπίδες, από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΠΑΡΣΙΣ.

Πρόκειται για μία συλλογή, που απανθίζεται από αιχμηρά στιχουργήματα.
Ο εικαστικός ποιητής αντλεί τη θεματική του αφήγηση, από τις κοινωνικές δομές που διατάραξαν την πολιτισμική ισορροπία στον ευρωπαϊκό χάρτη και όχι μόνον.
Τα ψυχογραφήματά του πλούσια σε συναισθήματα αποκαλύπτουν άλλη μια πτυχή της αγωνίας του δημιουργού, να αποδώσει μέσω της τέχνης του μια ασύνηθη πραγματικότητα - συνήθη στις μέρες που ζούμε - αποσκοπώντας να εγείρει την ευαισθησία του κόσμου.
Ο ίδιος φαίνεται να ασφυκτιά από όλο αυτό το ανθρώπινο μωσαϊκό, που δυστυχεί στην προσπάθεια αναζήτησης μιας νέας πατρίδας.

Ο ποιητής μεταθέτει τις προτεραιότητες του λόγου του, διεισδύοντας σε επίκαιρα φαινόμενα.
«Η δουλειά του καλλιτέχνη είναι να κάνει την ανθρωπότητα να συνειδητοποιεί τον εαυτό της», θα πει ο Ezra Pound.   
Έτσι, ο δημιουργός επιδιώκει να προβληματίσει τη σκέψη, εμπλουτίζοντας την κατανόησή μας για όλο αυτό που συμβαίνει στις γειτονιές το κόσμου.
Απαλλαγμένος από κάθε μορφή προκατάληψης, αναδεικνύει και αναλύει με σκεπτικισμό απτά δεδομένα, καθώς αυτά αιωρούνται εν μέσω λεκτικών, ηχητικών και οπτικών θεάσεων.
Καταγγέλλει προδιαγεγραμμένες ακολουθίες, οι οποίες πηγάζουν από το δόγμα της παγκοσμιοποίησης, που αποσκοπεί στην ενοχοποίηση των υπολοίπων, απονομιμοποιώντας το ευ ζειν των λαών.

ΕΚΤΑΚΤΟ ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ
- ΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΘΑ ΖΟΥΝΕ ΣΤΑ ΜΟΥΣΕΙΑ.

Η Είδηση ατόφιος κεραυνός.
Ανοίγουν όλα τα μουσεία!
Οι πρόσφυγες θα ζούνε σε αυτά!
Ανάμεσα σε αγάλματα και αγγεία
και των βωμών τη στείρα αθανασία
οι τάλανες θα βρουν απανεμιά
από το φόβο και την κακουχία
με αλληλέγγυα ασυλία!
Στρώνουν χαλιά σε δάπεδα αρχαία.
Γεμίζουν σάκους κάθε τους γωνιά.
Σε σαρκοφάγους και γλυπτά
θρηνούν την άτυχη γενιά.
Στα αίθρια που λάμπουνε φριχτά
με φως που προμηθεύουν Ερινύες
ανάβουν μύριες νοσταλγίες
και ζωντανεύουν τους βωμούς.
Καυτές του έρωτα ροπές
οι οργασμοί που αυγατίζουν
σαν σύμβολα της τέχνης που διαπερνά
τα τείχη που δεσμώτες καθορίζουν.
Σε διαδρόμους τέχνης φωτεινούς
που οδηγούν στη θέρμη της εστίας
καρπώνονται τα λύτρα της λατρείας
σε χώρος των Μουσείων ιερούς.


Ο Κώστας Ευαγγελάτος είναι ένας άγρυπνος παρατηρητής μιας σκληρής αλήθειας, που εδρεύει στις χωρικές συγκεντρώσεις της  φτώχειας.
Βράχια και αμμουδιές, δρόμοι και πάρκα ανακαταλαμβάνονται, επαναπροσδιορίζοντας νέους τρόπους χρήσης.

Σταδιακά ή μάλλον σχεδόν απότομα, απασφαλίζεται η κοινωνική συνοχή, που μέχρι χθες αποτελούσε το διακύβευμα των συγκροτημένων χωρών της ονομαζόμενης Δύσης.
Τώρα πια, ένα ανθρωποκεντρικό ψηφιδωτό μοιράζεται και αναπνέει σε άλλους ουρανούς, κατοικώντας τον φόβο και την απόγνωση στα μονοπάτια της απελπισίας.
Έτσι, δημιουργείται μια διαλεκτική από θραυσματοποιημένες ενότητες, που δείχνουν ανάγλυφα την προσπάθεια του δημιουργού να κατακτήσει με λέξεις την ρεαλιστική  πολιτικοκοινωνική πραγματικότητα.

Ο ποιητής ορίζει εαυτόν θεατή μιας ευτέλειας, που προήλθε όχι κατ’ ανάγκη από προσωπική επιλογή, αλλά από ανατρεπτικές αναταράξεις των υφολογικών σταθερών του κόσμου.
Καταγράφει την αποφλοίωση των εθνικών πυρήνων και την αλλότρια εξέλιξη μελών μιας κοινωνίας, οι οποίοι γίνονται δεσμώτες των καιρών που διανύουμε.
Γιατί, όσο η διαδικασία αλλαγής του χώρου θα παράγει στρεβλώσεις, τόσο θα αργεί η επούλωση των παθογενειών που γεννήθηκαν από την νέα τάξη πραγμάτων.

ΟΙ ΠΡΟΣΧΑΡΕΣ ΤΗΣ ΘΛΙΨΗΣ

Τις είδα μόνες και χλωμές να κάθονται στα βράχια
στων αμμουδιών τ’ απόμακρα, στις θίνες και τ’ αγκάθια.
Τις είδα αναδυόμενες στο πλάι του Σηκουάνα
στου Central Park τα αχανή του κίνδυνου στοιχειά
και μεσ’ του Bronx τα άθλια σκουπιδομονοπάτια
να ερωτεύονται γυμνές στου χάους τα κλαδιά.
Τις είδα και στης Αθηνάς την πόλη προς την Πλάκα
να ξενυχτούν χορεύοντας σε στέκια φονικά.
Τις είδα με tattoo φιδιών και έκφυλα σινιάλα
να περπατούν αμέριμνες στων πόλεων τις place
και στις αλάνες των χωριών να τις σφυρίζουν δόλια
σμάρια από γερόντια και βλάστημα παιδιά.
Τις είδα ντίβες με λαμέ στου Λούβρου τις αλέες
να πεταρίζουν θλιβερά σε σκοτεινές γωνιές
σαν μαριονέτες στη σκηνή της βιαιοπραγίας
σκιές εικονικής ζωής σε δίνη απελπισίας.
Τις είδα με τη θλίψη τους σε σκοτεινά στενά
περήφανες εργάτριες στων δρόμων τη σοδειά.
Όλες αμετανόητες στης έλξης τη ματιά.
Ιέρειες που πρόσφεραν αμέτρητη χαρά!

Ο Κώστας Ευαγγελάτος δεν αποσχίζεται από την ερωτική μυθοποιητική του εντοπιότητα που γνωρίσαμε σε προηγούμενες ποιητικές συλλογές. Αντίθετα, την ενισχύει με τον ίδιο να παραμένει ισόβια εραστής της τέχνης του έρωτα!  

Στις θεματικές αποχρώσεις του εφευρίσκει και συναντά το συναρπαστικό σύμπαν του ερωτισμού. Το πάθος καθοδηγεί την έντονη επιθυμία προσέγγισης του ανείπωτου, που αποτυπώνεται με την αλήθεια των συναισθημάτων, στα χαρακωμένα βλέφαρα των εραστών. 
Το αληθινό πάθος πλέκει την ελεγεία της προδοσίας, εκπορθώντας τον Έρωτα.

ΝΟΡΜΑ

Στο ιερό δάσος
αρχαία υδρία των Δρυίδων
ρέει τη χαρμολύπη
από τα βλέφαρα των εραστών.
Πόθος ανίερος σφοδρού ανέμου
σαλεύει ρίζες ονομάτων
υμνεί με χάλκινα το πάθος.
Πλέκει την ελεγεία της προδοσίας
που εκπορθεί τον Έρωτα.

Πολλές φορές, οι εικόνες ενεργούν καταλυτικά στον δημιουργό - που πλέον αναλαμβάνει τον ρόλο να καταγγείλει τις αντιφάσεις που συμβαίνουν γύρω του.
Έτσι, στο ιδεολόγημά του αντικατοπτρίζεται ένα κοινωνικό περιθώριο, που αρέσκεται σε πράξεις βανδαλισμού - ως τρόπο έκφρασης - υπηρετώντας στεγνά το ιστορικό έγκλημα.
Ο αστικός πολιτισμικός χώρος γίνεται το πεδίο καταστροφής φανατικών άτεχνων, αποσκοπώντας στον αφανισμό μιας περιόδου - ορόσημο - για την πνευματική ανάταση παλαιών και επερχόμενων γενεών.

Πίσω από τις λέξεις, ο ποιητής εκφράζει την θλίψη του για την ελλιπή φύλαξη στη συμβολιστική καδρογραφία της αφηγηματικής του.
Ίσως, γιατί μέσα από τις φωτογραφικές συμπυκνώσεις, επιδιώκει να διεγείρει συνειρμούς στους αναγνώστες, που θα λειτουργήσουν ως εφαλτήριο διαμαρτυρίας στη συγκινησιακή θέαση της αποκάλυψης!

ΑΝΤΙΦΑΣΕΙΣ

Γλυπτά στο δημόσιο χώρο
αριστουργήματα της τέχνης
τα καταστρέφουν βάνδαλοι…
Έργα φτιαγμένα από σκουπίδια
φυλάσσονται  νυχθημερόν
σε συλλογές μουσείων…
Το ελλιπές της σύλληψης
σε είδωλα πραγμάτων
αντεστραμμένου κόσμου
χτίζουν σαθρά μια σταθερά
το εχθρικό της «τέχνης» έργο
σπασμένο κάτοπτρο ιδεών
σε κάτασπρες αίθουσες
με σκοτεινές οθόνες.

Κάποιες φορές, ο χρόνος γίνεται για όλους ο εφιάλτης στη υπαρξιακή εποποιία των οντολογικών εμπειριών, που κατά το παρελθόν έχουν βιωθεί.
Για τούτο και ο δημιουργός ορθώνεται περίτεχνα απέναντί του, αποσκοπώντας όχι στην φυγομαχία, αλλά στην συμφιλίωση με την αιρετικότητα στη διαλεκτική των ποιημάτων.

Ο Κώστας Ευαγγελάτος με τόλμη φασματοποιεί παλινδρομήσεις στο βαθύτερο εγώ. Συνδιαλέγεται με τις δύο του ιδιότητες την συγγραφική και την εικαστική, για να υποβάλει εαυτών σε ανακαλύψεις και αποκαλύψεις ιδεατών προσλήψεων.
Στο τέλος του ποιήματος, ο απολογισμός αχνοδιάκριτα διαχέεται από έναν ελεγχόμενο καθαρμό, στα περιθώρια των λέξεων.


ΕΦΙΑΛΤΗΣ

Γερνάς σωματικά
στον άλλο κόσμο.
Το πρόσωπο μαράγκιασε.
Με δυσκολία ακούς τα γεγονότα.
Δεν με καταλαβαίνεις πια...
Στα γέρικα θρανία με συγγενείς
κουράστηκες να συλλαβίζεις
πράξεις, παραλείψεις, μνήμες.
Αγανακτείς καρτερικά
στα συνεχή μαθήματα της λήθης.
Σε βλέπω εναγώνιες νύχτες
και σε νοιώθω χαραυγές
που ξημερώνει.
Μαζί μας
ωραίος κι αποτρόπαιος
Άτροπος
ο Απολογισμός.
  

ΕΜΥ ΤΖΩΑΝΝΟΥ - Πανδαισία Ιριδισμών από την Σοφία Στρέζου



Διαβάζοντας την ΠΑΝΔΑΙΣΙΑ ΙΡΙΔΙΣΜΩΝ, την δίγλωσση ποιητική έκδοση της Έμυς Τζωάννου, σε μετάφραση Παρασκευής Μόλαρη, ο αναγνώστης ανακαλύπτει πως η γραφή εμπεριέχει τη διαύγεια των νερών του Αιγαίου!

Οι στίχοι λούζονται στη λαμπρότητα του ελληνικού ήλιου, για να αναδειχθεί ποιητικά το τοπίο που διαπερνά ολόκληρη τη ζωή της.



Η μακρά απουσία στο εξωτερικό κι ακόμα η δύσκολη και πρόσφατη απόφαση να ξενιτευτεί ξανά, οδηγούν την πένα της στα γνώριμα όσο και νοσταλγικά μονοπάτια, προσπαθώντας με λέξεις να διατηρήσει ακλόνητη την ελληνικότητά της. Κι είναι αυτή η ελληνικότητα, που επιθυμεί να την ταξιδέψει με όποιο τρόπο της είναι μπορετό, αντανακλώντας σε λέξεις αισθητικές θεάσεις.



Στον εγκιβωτισμένο νόστο συναρμολογεί πτυχές εκτοπισμένης μνήμης, που είναι ισοδύναμη με την ευδιάκριτη και επαρκή ενσωμάτωση των εικόνων που την ακολουθούν, στις αφηγηματικές περιπλανήσεις της.

Το απειλητικό ρήγμα της διασπορικής εμπειρίας, επαναφέρει την ποιήτρια στην αυτονόητη καταγωγή της, με λυρικούς εξαγνισμούς σε φωτοχυμένους καταυλισμούς ονείρων!



Στον γαλανό ουρανό της πατρίδας μου



Στον γαλανό ουρανό της πατρίδας μου
πετάνε οι πιο απρόσμενες ελπίδες
Στον αφρισμένο γιαλό των νησιών μας
κολυμπάνε τα πιο κρυφά μας όνειρα
Προσδοκίες και ελπίδες γενεών γενναίων
Παρελθόν και μέλλον των αιώνια νέων ...

Οι καιροί των παιδικών μου χρόνων
ανέπαφοι καταυλισμοί του παρελθόντος
που με φιλοξενούν στα τσαντίρια τους
και με κερνούν τις θύμισες
σε κρυστάλλινα ποτήρια αποχαιρετισμού
για να καταπίνω την ανάμνηση
και να λειαίνω τους λυγμούς

Μια ανεπαίσθητη κηλίδα από φως
αναβλύζει στη σκέψη μου
σαν αναπάντεχο γέλιο τ’ ουρανού
σαν σιωπηλή υπόσχεση
σαν όραμα μιας χαραυγής



Κι αν για την Έμυ Τζωάννου ο νόστος  είναι ο ανοιχτός δίαυλος για την επικοινωνία και την επανασύνδεση με την πατρίδα, στον αντίποδα της γραφής βρίσκεται ο ορμητικός ποταμός του έρωτα που την παρασύρει ακριβοθώρητες νύχτες, σε παθιασμένες θάλασσες. Δίπλα σ’ αυτές θα ονειρευτεί, θα κολυμπήσει, θα ναυαγήσει…



Με λυρική πνοή θα χτίσει στίχους από τον αυθυπόστατο κόσμο των λέξεων, προβάλλοντας την ποιητική πληρότητα της έμπνευσής της!

Σκιρτήματα και σπαράγματα κινητοποιούν αισθήσεις και συναισθήματα, εμποτίζοντας αδιάλειπτα την ποιητική της αλήθεια.



Ανατάσεις και πτώσεις, χαρές και λύπες αφιερώνονται στο βωμό της γραφής.

Η ποίηση γίνεται λατρεία που τελείται στο Απολλώνιο, φως δικαιώνοντας τη λογοτεχνική χίμαιρα της ποιήτριας.



Λεκτικά αποστάγματα διυλίζονται από υπερρεαλιστικές εικονοποιήσεις, για να κατατεθεί μεταστοιχειωμένο στο χαρτί το συνειδητό ή το ασύνειδο βίωμα της ερωτικής εμπειρίας.

Γιατί, πάντα στο βάθος της νοηματικής αιχμής, εμπεριέχονται υλικά ψήγματα από το προσωπικό σύμπαν της δημιουργού.

Με ενικούς ψιθύρους αναδύεται η συναισθηματική συνέπεια της αγάπης, στους εναγκαλισμούς της νύχτας.



Η ποιητική του ονείρου χώρα δεν περιβρέχεται απλώς από τη θάλασσα.

Είναι η θάλασσα που μέσα της κολυμπούν υφολογικοί και νοηματικοί πειραματισμοί, για να κληροδοτηθούν τα θροΐσματα της ψυχής στην ποίηση, αρθρώνοντας το ανείπωτο.



 Όλη τη νύχτα



Όλη τη νύχτα  κολυμπούσα στα όνειρά σου

με την καρδιά μου ετοιμόγεννη

να ψάλλει «σ’ αγαπώ»



Όλη τη νύχτα μελωδούσα στον κόσμο σου

και μες το θρόισμα της ψυχής σου

ανάβλυζε η τρυφερότητα σε ανάταση



«Ω ποίηση είσαι η αρχή του μεγάλου ονείρου μας και το τέλος του μικρού μας ταξιδιού», θα πει ο μεγάλος μας ποιητής, Τάσος Λειβαδίτης.

Έτσι, η Έμυ Τζωάννου γράφει το μικρό της ταξίδι με στίχους στην περγαμηνή του χρόνου, για μια μελλοντική αιωνιότητα.



Ανήκει στους εραστές της ποίησης των αστεριών, που κυοφορούν την ποιητική σκέψη, αποκωδικοποιώντας εκχυμώσεις αισθήσεων.

Με απαλή τρυφερότητα συλλέγει λέξεις, ψηλαφίζοντας στιγμές - μνήμες - σιωπές.

Αρώματα και χρώματα αποδίδονται πηγαία με ευκρίνεια στοχαστικού παρατηρητή, αναπλάθοντας στίχους που διαθλώνται στους ορισμούς του φωτός.



Η προσωπική μυθολογία της ποιήτριας γίνεται το εφαλτήριο για να αφυπνισθούν

σιωπές, που διαπερνούν τα χρονικά όρια του ενεστώτα στα δοξαστικά του έρωτα και της ποίησης!



Εραστές της ποίησης των αστεριών



Εμείς,

οι εραστές

της ποίησης των αστεριών



Ταλαντευόμαστε

σε αινιγματικές ατμόσφαιρες

αδιάτρητου κόσμου



Ξεγυμνωνόμαστε

σε συναισθηματικούς καταιγισμούς

αρένας μύθων

  

Παραδινόμαστε

σε άσπιλη ευδαιμονία

αίσθησης - παραίσθησης



Πλανιόμαστε - πλανόμαστε

σε αιωρούμενα όνειρα

που αναβλύζουν δάκρυα



Μνήμης - Ανάμνησης !



Για την Έμυ Τζωάννου, η ποιητική τέχνη είναι ο τόπος που «συναρπάζει, παρασύρει, μαγεύει».

Είναι ο τόπος που η ζωή της διασταυρώνεται με μικρούς ή μεγάλους στίχους, φωτίζοντας αναδρομικά τις πτυχές μιας ιδεατής καθημερινότητας.

Κι είναι αυτή η καθημερινότητα, που η ποιήτρια συγκινησιακά ρευστοποιεί από το ανεξιχνίαστο της ψυχής, για να ανθοφορούν τα ριζώματα της ποίησής της. 



Η ποιήτρια επιλέγει την εικαστική στιχουργία, για να μεταφέρει αλληγορικά την φαντασιακή της έκρηξη!

Με αυτόν τον τρόπο, καταφέρνει να αναδειχθεί η αυθόρμητη ιδεατή - γνωστική ισορροπία, αισθητοποιημένη πια, ταυτοποιώντας τη γνησιότητα της γραφής της.



Η εντύπωση των συναισθημάτων αναπαράγεται από την οριακή εκκρεμότητα του προσωπικού ψυχικού βυθού, αλλά και της παρορμητικότητας ενός νου που κεντρίζει και κεντρίζεται από σκέψεις και αισθήσεις.

Έτσι κι αλλιώς, πάντα η ποίηση θα αναστηλώνει με λέξεις τη ματαιότητα, εκμετρώντας διατυπωμένες ιδέες στα περιθώρια της ποιητικής επικράτειας.



Ανεξιχνίαστες ψυχές



Η Ποίηση

συναρπάζει, παρασύρει, μαγεύει



ως σειρήνα

αναδεύοντας – αναδεικνύοντας

ανεξιχνίαστες πτυχές της ψυχής



ως ασπίδα

διακοσμημένη από συναισθήματα

αυθόρμητα – γνήσια



ως πείραμα

αποκαλύπτοντας

τα βάθη της παρόρμησης του νου.



Είναι γεγονός, πως σχεδόν πάντα η μνήμη αντιστέκεται στη λήθη.

Οι διανυσματικές συνιστώσεις των σωματικών και ψυχικών βιωμάτων και εμπειριών μεταστοιχειώνονται σε απόκρημνες θεάσεις, στις αλληγορικές συνθέσεις των ποιημάτων.



Η δημιουργός δανείζεται απατηλές βεβαιότητες για να εκφράσει πληγές, αποκαλύπτοντας πόνους αόρατων τραυμάτων.



Η ερωτική περιοχή νοηματικά μετατοπίζεται σε ουρανούς και πελάγη, επιδιώκοντας να φανεί το μέγεθος της θλίψης.

Οι ενσαρκωμένοι ποιητικοί σπασμοί θα συνθέσουν ένα ιδεατό συνονθύλευμα λυγμών και συναισθημάτων, που εσωκλείονται στον ανερμάτιστο ουρανό και στην απεραντοσύνη της θάλασσας.



Κανένα πέλαγος, κανένας ουρανός



Κανένα πέλαγος δεν λησμονεί

τα τραύματά του

από τις οργισμένες τρικυμίες του



Κανένας ουρανός δεν σιωπά

τους λυγμούς του

από τους σπασμούς των ανεμοστρόβιλων



Στους ποιητικούς χάρτες, η απουσία είναι η απρόσιτη παρουσία.

Συχνά, προσφιλής επανέρχεται σε θολά τοπία, για να διαπεράσει σιωπές στις νοητικές προεκτάσεις.  

Διαχέεται αλλά και αποσχίζεται από την βαρύτητα της σκέψης και των συναισθημάτων, για να ξορκίσει την ερήμωση της μοναξιάς, προσπερνώντας βήμα - βήμα τα πέπλα της απουσίας.



Η ποιήτρια εγκαταλείπει μια πιθανή θλίψη στο αύριο, επιχειρώντας το άνοιγμα στην υποσχετική ενός νέου ορίζοντα.

Άλλωστε, το αγνάντεμα του ουρανού και της θάλασσας είναι η δική της κατάκτηση στον τόπο των αισθήσεων.



Συναρμολογώ τις πτυχές του νου μου



Συναρμολογώ τις πτυχές του νου μου
και τις τοποθετώ στα ράφια της λογικής
Περιορίζω τις σκέψεις μου
για να αποφύγω τα θολά τοπία σου
Κεντρίζω τη σιωπή μου
με τα πέπλα της απουσίας σου
Αγναντεύω τις αυριανές διαδρομές μου
σε νέους τόπους και ορίζοντες

Σιγά - σιγά, βήμα - βήμα
σε προσπερνάω



Η Έμυ Τζωάννου διευρύνοντας και ανανεώνοντας την γραφή της, θα συνεχίσει να κατοικεί στο επάλληλο σύμπαν της ποίησης.

Θα υπάρχει στους απροσδιόριστους χρόνους, επιχειρώντας την ανατομία των αισθήσεων στα περιγράμματα του ποιητικού φαινομένου.

Αθεράπευτα ρομανική θα περιπλανάται σε εύθραυστες σιωπές και ανάσες λέξεων, εκπέμποντας συγκίνηση!



Ο γαλανός ουρανός, το βαθύ μπλε της θάλασσας του Αιγαίου, ο έρωτας και τα τρικυμισμένα του πάθη θα αντικατοπτρίζουν την αστείρευτη ανάγκη της για έκφραση, στα λαμπρά περιστύλια της ποίησης!



Υπάρχω 



Υπάρχω
σε απροσδιόριστους χρόνους
γλιστρώντας
στις χαραμάδες της σκέψης
στις προσευχές των δακρύων
στα φώτα της μνήμης
στα ρυάκια της χαράς
στις διάφανες ώρες
στο μύθο της νύχτας
στις ραγισμένες εικόνες
στα μεθυσμένα φιλιά
στα ανείπωτα λόγια