ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΣ - Του έρωτα

ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΣ - Του έρωτα από την Σοφία Στρέζου
 
Από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΠΑΡΣΙΣ, κυκλοφόρησε το 2012, η ποιητική συλλογή του Βασίλη Παπαμιχαλόπουλου «του έρωτα», σε εικονογράφηση της Μαργαρίτας Ράντεβα.

Ο ποιητής καταγράφει τις εσωτερικές δονήσεις του λόγου του, για να συναντηθεί με την εικαστικό, στους παράλληλους δρόμους της δημιουργίας. Η Μαργαρίτα Ράντεβα, μετατρέπει τον ποιητικό λόγο του Βασίλη Παπαμιχαλόπουλου, σε σχήματα και εικόνες, χρωματίζοντας με το μετα-ιμπρεσιονιστικό ρεύμα τα λόγια του. Έτσι το βιβλίο γίνεται και για τους δύο, η αφετηρία ενός ποιητικού αφηγηματικού μονόλογου, με ποικιλία μορφοπλαστικών διατυπώσεων του λεκτικού και συναισθηματικού περιεχομένου των ποιημάτων.

Η ποιητική φρασεολογία διαμορφώνει και ταυτόχρονα, συμπληρώνεται από την εικαστική φρασεολογία. Είναι βέβαιο, πως και οι δύο υποβοηθούν και υποβοηθούνται τόσο από την κειμενική, όσο και από την εικαστική αρτιότητα. Υπάρχει μια διαλεκτική σχέση αλληλοεπίδρασης και στους δύο δημιουργούς. Υπακούουν ασκούμενοι στις επιταγές της τέχνης τους, για να διαπιστωθεί η συνεπικουρία, που στοχεύει στην ορθή ανάγνωσης της αίσθησης ενός ποιητικού ρεαλισμού, που αφορά το ίδιο τις λέξεις αλλά και τις εικόνες.

Η μνήμη του έρωτα και η προοπτική του, τάσσεται στις συναισθηματικές προσταγές του ποιητή. Η ζωγράφος τις χειρίζεται με ελευθερία, και σαφή περιγράμματα με τονικές διαβαθμίσεις, για να αποδώσει λιτά και απέριττα τον εξ ίσου απέριττο και λιτό λόγο του ποιητή. Είναι ο ρευστός αυθορμητισμός στα σχέδια, που συνοδεύει τον ρέοντα λόγο του ποιητή.  

Η αγαπημένη γίνεται για τον ποιητή η στεφανωμένη γοργόνα, που κάποτε στις ποντοπορίες του έρωτα, την είδε ημίγυμνη να τριγυρνά σε θάλασσες. Από τότε, άφησε πολλές φορές να τον ανασύρει από τους βυθούς της σαγήνης.

*
Κι όμως,
ο έρωτάς σου θάλασσα είναι.
Πόσες και πόσες φορές
δεν μ’ έχεις ανασύρει απ’ τους βυθούς σου;

Η ποιητική συλλογή με τίτλο «του έρωτα», ανέκαθεν περιείχε για τον δημιουργό, την ερωτική πολλαπλή του διάσταση. Έτσι ακάθεκτα διανύει το εύρος του, για να ακουμπήσει με όλο του το είναι, στο εύρος των αισθήσεων. Η γυναίκα που ερωτεύτηκε, η γυναίκα που πόθησε, η γυναίκα που αγάπησε, θα ντύσει την μεθόριο της στιχουργικής του δημιουργίας.

Τα μάτια της γίνονται τοπία ισόβιας κάθειρξης, στάζοντας χαμόγελα, για να φωτογραφηθεί η οπτασία της αγάπης στο σώμα της.
Τι κι αν οι ρυθμοί που αναπνέουν είναι διαφορετικοί;
Η ίδια ανάσα που κάποτε τους κράτησε στη ζωή, ανιχνεύει το αδιόρατο του επιθυμητού σπασμού, για να ακουμπά η ευαισθησία των αισθήσεων.

*
Για κείνη τη μια φορά που με προσπέρασες
καταδικάζω και τους δύο μας
Ισόβια να κοιταζόμαστε στα μάτια.

*
Οι νίκες πια ελάχιστα με συνεπαίρνουν.
Ότι κρατάω ζωντανό
είναι οι μνήμες μας.
Όχι αυτές που πέρασαν, αλλά αυτές που θα έρθουν.

*
Ξάπλωσε, χαμογέλα, αφέσου.
Άραγε, πως πρέπει να φωτογραφίζονται
οι οπτασίες;

Που είναι το τέλος της λύπης;
Πότε φθάνει κανείς στο τέρμα μιας βροχής που κυλά από τα μάτια Εκείνης που τόσο αγάπησε;
Άραγε, αρκούν μόνον οι λέξεις για να ειπωθεί το πέρασμα της οπτασίας της, από τα διάσελα της ζωής του;

Ο Βασίλης Παπαμιχαλόπουλος θα πιαστεί στο δίχτυ, που αποτυπώνει το σχήμα της, στα παραμιλητά της αγάπης. Στη διαφάνεια των ματιών της χρωστά, όσα μέσα στην αναμονή έζησε. Έτσι, η ποίηση γίνεται για τον δημιουργό, κατά πως λέει ο Οδυσσέας Ελύτης: « ένα είδος ειδικού θάρους: να γίνομαι άνεμος για το χαρταετό και χαρταετός για τον άνεμο, ακόμα κι όταν ουρανός δεν υπάρχει».

Ο ποιητής δεν επιδιώκει, απλά περιμένει τη βροχή να ξεπλύνει τη λύπη. Να γίνει ο ίδιος βροχή, για να κυλήσει ξανά από τα μάτια της. Τα αναγράμματα της θλίψης είναι το απόσταγμα, το αχνορόδισμα που εισχωρεί ως την εσχατιά της ουσίας του έρωτα και της αγάπης. Είναι οι μυστικοί και απόκρυφοι κραδασμοί, που δονούνται από μια μεγαλόπρεπη ευαισθησία, στο μονοπάτι του χρόνου. Για να συρθούν τα ακατανόητα, να γίνουν κατανοητά με αχειροποίητες λέξεις, στα σύνορα της ποίησης.

*
Καλημέρα, ουρανέ μου.
Κι αν σήμερα πάλι βρέχεις,
υπομονετικά θα περιμένω
το τέλος της λύπης σου.
Το φως των ματιών σου.

*
Βρέχει.
Κι αν έπαιρνα τους δρόμους της βροχής,
πάλι απ’ τα μάτια σου θα κυλούσα.

Κι όταν το όνειρο θα γκρεμιστεί, πάντα μια στίξη μνήμης θα ματώνει σελίδες στην απέραντη λευκότητά τους. Θα γίνει το πυκνό και ορατό παρόν που χωρά όλη την άνοιξη στο λίγο της μέρας, σαν τη γεμίζει ο έρωτας. Κρυφές συλλαβές και λόγια θα αρθρώνονται, για να παραδοθούν γυμνά στον ήλιο.

Γιατί η ελπίδα γεννιέται μέσα σε δάκρυα που σαν βροχή ρέουν. Γιατί η ελπίδα πάντα θα βρίσκει τρόπο να ισορροπεί με την ανείπωτη λύπη, σε καιρούς αθωότητας, στη νοσταλγία των βλεμμάτων.

*
Κι εγώ γκρεμίζομαι
στον ουρανό που κέρδισα
σκάβοντας με τα χέρια μου
την οροφή που μας έφραξε τα όνειρα
*
Πως μπορείς και χωράς
τόσο πολύ Άνοιξη
μέσα στο τόσο λίγο της μέρας μου;

Μια υπόσχεση γεμάτη λαχτάρα αιωρείται στην αναζήτηση, ως την κατάκτηση της στεριάς, γυναίκας που πόθησε. Είναι το χώμα που επιθυμεί να προσκυνήσει στη γη των ματιών της, αφού προηγουμένως διασχίσει όλους τους υδάτινους δρόμους. Θα ξεπεράσει όρια αναμονής στις αποβάθρες των άστρων, για να ανέβει στο δικό της τρένο. Ήδη μέσα του κατοικεί μια ανάμνηση από προσμονή και δάκρυα. Θρυμματισμένη Ατλαντίδα η ανάμνηση που πρέπει να βρει το αντίστοιχο δρομολόγιο, ανιχνεύοντας ψιθυρισμούς που στέλνει το άστρο της.

Ο Βασίλης Παπαμιχαλόπουλος θα λειάνει επιλεκτικά τις λέξεις και τα εκφραστικά του μέσα, για να αποδώσει τη μεστότητα του λόγου στα άτιτλα ποιητικά του σχήματα. Τα μεταβατικά νοήματα θα αποδοθούν στις προσχώσεις του ποιητικού του ονείρου, διατηρώντας ανοιχτή την προοπτική σε μελλοντικές συναντήσεις «του έρωτα» και της αγάπης.

*
Καιρό πριν, όταν κοιτούσα το απέραντο,
πάντα περίμενα τα μάτια σου.
Σαν τους παλιούς θαλασσοπόρους
που γνωρίζουν άγνωστες στεριές
πολύ πριν τις κατακτήσουν.

*
Όλο και κάποιο τρένο σου
θα εκτελεί το δρομολόγιο των άστρων.
Θα είμαι εκεί.

ΧΡΗΣΤΟΣ ΦΛΟΥΡΗΣ - Σπίθα (μυθιστόρημα)

ΧΡΗΣΤΟΣ ΦΛΟΥΡΗΣ - Σπίθα (μυθιστόρημα) από την Σοφία Στρέζου

Το δεύτερο μυθιστόρημα του Χρήστου Φλουρή «Σπίθα», κυκλοφόρησε το 2013 από την ΑΝΕΜΟΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ.

Πρόκειται για μια αφηγηματική που τοποθετείται χρονικά στο 1922 και μετά. Είναι η περίοδος ανταλλαγής των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Ο συγγραφέας δεν ανοίγει κάποια ιστορικά αρχεία για να αφηγηθεί τη δυνατή φιλία ανάμεσα σ’ ένα ελληνόπουλο και σ’ ένα τουρκόπουλο. Ούτε ανατρέχει σε ιστορικές μνήμες, για να διηγηθεί την μεγάλη και αληθινή αγάπη που φωλιάζει στους ανθρώπους, ανεξάρτητα από θρησκείες και εθνικότητες. Γιατί οι απλές και ταυτόχρονα ουσιαστικές σχέσεις, αναπτύσσονται παράλληλα και όχι ασύμπτωτα, συνθέτοντας το μυθιστορηματικό οικοδόμημα του δημιουργού. Ακροβατεί στο μεταίχμιο του μύθου και της ιστορίας, για να συντάξει τη μυθοπλασία του. Άλλωστε σε πολλούς, είναι ακόμα υγρά και δακρυσμένα τα ίχνη της μνήμης, από το ανθρώπινο δραματικό μωσαϊκό εκείνης της περιόδου.

Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί μια λυρική λεκτική για να αποτυπώσει με ποιητικό ρυθμό την μυθιστορηματογραφία του. Θραύσματα μύθου και μνήμης, γίνονται λογοτεχνικά υλικά στην κινηματογραφικά σκηνοθετημένη πλοκή της δραματουργίας του. Γιατί το μυθιστόρημα «Σπίθα», εμπεριέχει όλα εκείνα τα στοιχεία, των απρόοπτων εξελίξεων, με συνεχείς δραματικές κορυφώσεις. Ανατροπές, εναλλαγές σε συναισθήματα και τόπους, υφαίνονται εκπληκτικά στο στημόνι του χρόνου. Οι ήρωες ζωντανεύουν, μιλούν, αφηγούνται, πονούν, δονούνται, εξακτινώνονται, καθώς διατρέχουν και διατρέχεται ο αιώνας που έζησαν.

Ο αναγνώστης δεν χάνεται σε κάποια δαιδαλώδη μυθοπλασία, αντίθετα, συμπάσχοντας συμπορεύεται στον μυθιστορηματικό χρόνο. Η σκόνη του μύθου, είναι η προσωπική αναπόληση σε όλους εκείνους που άκουγαν σαν παραμύθια, για την περίοδο της προσφυγιάς. Είναι η νοητή και συναισθηματική γέφυρα που ενώνει την δική τους μνήμη, με τον δημιουργό. Η δυναμική του βιβλίου εισχωρεί, σε μια αναδιηγηματική διάσταση, για να μπορέσουν από κοινού, να ξεκλειδωθούν θύμησες.

Η αφηγητική τεχνική έχει συγκινησιακά και λυγμικά στοιχεία. Οι σκέψεις, οι προθέσεις και τα συναισθήματα των ηρώων είναι εποπτεύσιμα, στη μυθοπλαστική ιστορική δυναμική.
Γιατί το ιστορικό παρελθόν διεκδικεί, μια ισότιμη θέση στο χάρτη της μνήμης, που σταδιακά ξεδιπλώνεται στις σελίδες του βιβλίου.
Γιατί πάντα η μοίρα, ή αν θέλετε ο συμπτωματικός χρονικός συνδυασμός, θα κινεί μεθοδικά νήματα, για να βρεθούν εκείνοι, που επιλεκτικά θα ορισθούν, να την ορίσουν.
Γιατί το παρελθόν πάντα θα αρθρώνεται και θα απαιτεί την υπόστασή του στη χρονική του διάσταση. Επίπονο-εναγώνιο-γοητευτικό, θα γίνει πολλές φορές η μήτρα του λογοτεχνικού υλικού.

Ο Χρήστος Φλουρής είναι ο λογοτέχνης, ο ποιητής, που το σκαλίζει και μέσα εκεί εντάσσει τους μύθους και τις ιστορίες του. Γράφει για τις αλληλοεπιδράσεις των ηρώων του, που συμπορεύονται μέσα σε δυσκολίες και κακουχίες, με μόνη επιδίωξη να μπορέσουν να επιβιώσουν, για συνεχίζουν να ζουν. Τι και αν οι ρίζες βίαια και αθέλητα αποκόπτονται. Κάποιες θα μείνουν για πάντα πίσω, στο πρώτο φύτεμα, ενώ κάποιες άλλες, εκείνες που διασώθηκαν, θα βρουν τον τρόπο να ριζώσουν και να ανθίσουν σε νέο χώμα .

Ο δημιουργός θα διυλίσει αιώνια ερωτήματα, μέσα από διαλόγους μεταξύ των ηρώων του, για να φέρει απλές και όχι απλοϊκές απαντήσεις. Θα καθιερωθούν στην συνείδησή τους, ως αιώνιες αλήθειες. Οι λιτές αποτυπώσεις των εσωτερικών συγκρούσεων του πρωταγωνιστή Ομέρ και οι βασανιστικές εμμονές του, θα βρουν χώρο, για να  διασωθούν απαντήσεις, σε μικρά, καθημερινά και γήινα ερωτήματα, που δίνουν γνώση από την εμπειρία της βαθιάς σκέψης και της ουσιαστικής παρατήρησης.

Το εύθραυστο και κομματιασμένο σύμπαν του Ομέρ, γίνεται η καθολική απόδειξη του ιδεατού, του άπιαστου, του ουτοπικού, εφ’ όσον μπορεί ο ίδιος να πιστεύει ειλικρινά και απόλυτα. Εκεί που οι αισθήσεις μπορούν ακόμα να ταξιδεύουν, αν και όλα φαίνεται πως είναι εναντίον, ο Θεός και η ελπίδα, η αγάπη και ο έρωτας συμπορεύονται. Το επιθυμητό και η αναστολή του, που φαντάζει απραγματοποίητο, κομματιάζει συναισθήματα, για να μην παρασυρθεί, να μην παραιτηθεί, από το πολύτιμο «θέλω». Η ανεπιτήδευτη και η ειλικρινής στάση του Ομέρ, θα φέρει την πραγματοποίηση όσων θέλησε, διεκδικώντας την μεθόριο, στο δικό του σύμπαν. Γιατί στάθηκε ορθός και με βαθιά επίγνωση στα ακρωτήρια της αγάπης, αγναντεύοντας το μεγαλόπρεπο τοπίο της. Δεν έχει σημασία ο χρόνος ή ο χώρος. Η αγάπη αιώνες τώρα προστάζει όσοι βαθιά αγαπήθηκαν, αφού την συναντήσουν, να την ακολουθήσουν ως την άκρη του κόσμου. Τα διαιρεμένα μονοπάτια της, θα γίνουν ο μεγάλος δρόμος που θα περπατήσουν οι ευλογημένοι του Θεού, ανεξάρτητα από το όνομα που ο καθένας του δίνει. Ο μουσουλμάνος Ομέρ και η Χριστιανή Μαρία, θα γίνει η Εμινέ που θα τον ακολουθήσει ως εκεί από όπου εκδιώχθηκε, για το μεγαλείο της αγάπης. Γιατί όπως λέει και ο Andre Gide:
«δεν υπάρχει μεγαλύτερο εμπόδιο στην ευτυχία από την ανάμνησή της».

Απόσπασμα:

Η έννοια της ευτυχίας που είχε φυτέψει μέσα στο μυαλό της ο Ομέρ, τότε στις συζητήσεις τους πίσω από την αγία τράπεζα της ερειπωμένης εκκλησίας, ή καθισμένοι στο πέτρινο πεζουλάκι στην προκυμαία της Σμύρνης, ήταν εντελώς διαφορετική από αυτήν που ο Άρης και η οικογένειά της και η κοινωνία ολόκληρη είχαν κατά νου.

«Ευτυχία είναι», της είχε πει μια φορά, «να μην κάνεις μεγάλα όνειρα. Μικρά να είναι τα όνειρά σου, μικρές οι φιλοδοξίες σου, γιατί τις πιο μεγάλες του χαρές ο άνθρωπος τις κερδίζει από το μηδαμινό, από το ελάχιστο. Ευτυχία είναι ν’ ανεβαίνεις μια σκάλα, έχοντας στόχο ένα σκαλί τη φορά. Κι όσο την ανεβαίνεις, να μην κοιτάς πάνω μήτε κάτω, μήτε τ’ ανώτερά της σκαλοπάτια, που φαίνεται να διαπερνούν τα σύννεφα και να ξύνουν τον ουρανό, μήτε και την απόσταση από το έδαφος. Αν την ανεβείς απότομα και φτάσεις στην κορφή, δεν θα υπάρχει πια παραπάνω, δεν θα ’χεις που να πας, παρά μόνον προς τα πίσω, προς το έδαφος. Αν πάλι ανεβαίνεις έχοντας το μυαλό σου στην πτώση, τότε δεν θα ’χεις το κουράγιο να προχωρήσεις.

Σκαλί-σκαλί πρέπει να την ανεβαίνει και σιγά-σιγά, και κάθε φορά που απλώνεις το πόδι σου να πατήσεις στο άλλο σκαλοπάτι, να κοντοστέκεσαι και να χαίρεσαι και να δοξάζεις τον Θεό που σε αξίωσε να το πατήσεις. Και μη σε νοιάζει που πάνω από σένα υπάρχουν άλλοι, που έχουν ήδη φτάσει στ’ ανώτερα σκαλιά, μα να κοιτάς αν έρχεται πίσω σου κανένας ανήμπορος, εξασθενημένος, αχαμνός, να του δώσεις το χέρι και να τον βοηθήσεις.

Γιατί η ευτυχία Εμινέ μου, είναι να κάνεις και τους άλλους ευτυχισμένους».

Παρουσίαση στη Χαλκίδα "Της μνήμης... κόκκινη θάλασσα"



Στη Χαλκίδα παρουσιάζεται την Κυριακή 8 Δεκεμβρίου στις 7μ.μ. και στο The BookBar Cafe Τζιαρντίνι  2
η νέα ποιητική συλλογή της Σοφίας Στρέζου,
«Της μνήμης… κόκκινη θάλασσα».

Η παρουσίαση θα γίνει από την Σοφία Ασλαματζίδου και την ποιήτρια-συγγραφέα Έμυ Τζωάννου.
Στην απαγγελία των ποιημάτων η Σοφία Στρέζου.

Αν είστε Χαλκίδα, ελάτε να ταξιδέψουμε μαζί… με λέξεις, βγαλμένες από «Της μνήμης… την κόκκινη θάλασσα».

The BookBar Cafe Τζιαρντίνι  2  
Κρηπίδωμα - Χαλκίδα
τηλ 2221112384
Κυριακή 8 Δεκεμβρίου στις 7μ.μ.