ΕΛΣΑ Κασάπη - ΑγγΙγματα .... εν Λευκώ

Η πρώτη ποιητική συλλογή της Έλσας Κασάπη,  «ΑγγΙγματα .... εν Λευκώ», έρχεται διαδικτυακά από την ιστοσελίδα http://texni.org/literature/item/50-elsa

Τα «ΑγγΙγματα .... εν Λευκώ», είναι λέξεις που ακουμπούν στην προσωπική παραμεθόριο της ποιήτριας. Με ακρίβεια αναπτύσσει
μια νέα διαλεκτική, με το ποίημα να ανοίγει ένα νέο κύκλο μέσα στον υπάρχοντα κύκλο του ποιήματος. Και καθώς η Τέχνη της Ποίησης εξελίσσεται, η ποιήτρια εισάγει καινοτόμες φόρμες στο τρόπο δόμησης. Πρωτοτυπεί, διευκολύνοντας την συγκίνηση να απλωθεί σε ανεξάρτητα οικοδομήματα που όμως διατηρούν το γερό θεμέλιο του πρώτου συγκινησιακού ρίγους. Παρεμβαίνει αισθητικά στα γράμματα των στίχων, προσδιορίζοντας το ύφος μιας προσωπικής δόμηση που ταυτοποιεί τον Λόγο, στα ενταγμένα μνημειακά σχήματα.

Τα ποιήματα της Έλσας Κασάπη είναι ακοίμητοι λυγμοί στους όγκους των συναισθημάτων, με ακατάσχετη αιμορραγία αισθήσεων. Ο πόνος σταματάει στη μνήμη, που οπλίζει το χέρι, για να εξημερώνονται στεναγμοί, στραγγίζοντας συναισθήματα, νοτισμένα από τα προστάγματα της αγάπης. Έτσι προχωρούν με αιμάτινους διασκελισμούς στις άκρες, για να πλησιάσουν το νοητικό ιδεώδες του ποιήματος. Οδυνηρές ρήξεις παραδίνονται στην αμνησία του φόβου.

Οι στίχοι είναι σύμβολα που αποκωδικοποιούν το νόημα μιας ελαφρότητας στο βωμό του φωτός, εξαγνίζοντας πάθη. Υπάρχει ένας συγκερασμός λιτότητας και λυρικότητας στους στίχους. που όμως διαποτίζονται συγκινησιακά, για να μεταδώσουν εικόνες που αγγίζουν την ψυχή και τον νου. Ποιητικά ντύνονται μύθοι που ταξιδεύουν σε μυθικές ιστορίες, αποδίδοντας με εμμονή την εμπρεσιονιστική εικόνα του μύθου.


το λιγότερο … Μέδουσα

Πέφτουν τα λέπια
απ’ τα μάτια,
σαν μικρά δάκρυα
που στραγγίζονται
για εξαγνισμό.
Βλέπω μέσα απ’ τα μάτια
της Μέδουσας,
για να τρομάξω
τη ματωμένη έπαρση
της αναΤολής.

Ένα γιασεμί ευωδιάζει
τον υπνοβάτη ουρανό
και μεθά
απ’ το λίκνισμα του φΩτός.

Παίρνω την ανάσα του ήλιου
και σκεπάζω τ’ όνειρο.
Στο μέτωπο λάμπουν
μερικές σταγόνες αγωνίας,
απ’ το άγγιγμα της αυγής
με τ’ αξημέρωτα βράδια,
ενώ παραδίΝομαι στην
αμνησία του φόβου.

Οι σκέψεις αρμΕνίζουν
στα νερά του υγρού βλέμματος.
τσαλακώνουν τα τσίνορα,
απ’ το βάρος της ψυχής.
Θυμούνται με εικόνες.

Δεν θέλεις να ξέρεις
πώς λειτουργεί η μνήμη
μιας ξεχασμένης σελήνης …

Δεν τιθασεύεται το δίκιο.
Καλπάζει ωσάν κεραυνός.
Κρουνοί ουράνιοι ξεδιψούν
τους πολεμιστές.

Κι εγώ … εκεί.
Μια διψασμένη, στεγνή
Άνοιξη
που μετρά τις επΑναλήψεις της.


Η Έλσα Κασάπη αιχμαλωτίζει στα ποιήματά της την αιώνια αλήθεια του έρωτα και τον σπαραγμό των τραυμάτων της αγάπης. Δαιμονισμένες σιωπές καταγράφουν κραυγές και σπασμούς στα σεντόνια μιας εκλεκτικής απουσίας, στο ποτάμι του χρόνου. Κι όσες φωτιές άναψαν φλόγες, ατύλιχτα άφησαν τα σώματα στην αθανασία της αιωνιότητας. Ακραίες αισθήσεις ομολογούν την ανυπαρξία εραστών στα σύνορα του φόβου, στην καμένη στάχτη μιας πολιορκίας που άδοξα έληξε.

Η νύχτα φανερώνει το δράμα μιας πολεμικής πόθων στα άδεια σεντόνια με μεταγγίσεις πάθους στο ανεξιχνίαστο της ερωτικής συνύπαρξης. Και τότε ποιητικοί διάλογοι γίνονται βάραθρα που καταπίνουν και θυσιάζονται σ’ αυτά εραστές που αγαπήθηκαν πολύ, στην έσχατη νύχτα του έρωτα. Ανεξιχνίαστο παραμένει το μυστήριο, ψηλαφώντας στα τυφλά την υποψία γυμνού κορμιού στο σκοτάδι. Συντριβή στην αποδημία δακρύων που λέκιασαν την τοιχογραφία στο δωμάτιο της λύπης.


στο ποΤάμι του χΡόνου …

Όλο το βράδυ
κυλιόσουν στα σεντόνια μου.

Η ματιά σου με λίγωνε,
η φωνή σου με στηΛίτευε.
Με ζητιάνευες
μ’ άναρθρες κραυγές,
μ’ έψαχνες
μΕς στους στίχους,
μ’ έβρισκες
κρεμΑσμένη στις νότες.

Όλο το βράδυ
με ζωγράφιζες
με τα επιδέξια δάκτυλά σου,
βουτυγμένα στο χρώμα σου,
που μόνο άΛικο ήταν …

Όλο το βράδυ
έσερνες πάνω μου
ένα πέπλο αιδημοσύνης,
δεν άντεχες να βλέπεις
την άδεια μαΤιά μου,
καθώς την τύΦλωνε
η θεϊκή σου ρώμη.
Όλο το βράδυ
η νύχτα βοΟύσε
τρομαγμένα ρήΜατα,
σταύρωνε τις αδυΝαμίες,
λιγούσε τις αντισΤάσεις.

Όλο το βράδυ,
σε σφράγιζα στη σάρκα μου,
σημάδι μιας τραγικής ένωσης,
από δύο άλλοθι που αλληλοΣπαράζονται …


Κι αυτό το βράδυ όμως
ήταν όπως όλα τ’ άλλα,
γιατί εσύ … δεν ήΣουν εδώ !

 

Η ποιήτρια δεν έχει τίποτε άλλο παρά μόνον τις ανάσες της, που διασχίζουν το χάος, για να συναντηθούν στον άωρο χρόνο. Επιχωματώνει επιμύθια θητεύοντας στον ουρανό του απείρου, τεμαχίζοντας τη φωνή του πόνου. Μεγενθυμένη ψευδαίσθηση στα ταξίδια της απώλειας αλλά και του φόβου της απώλειας.

Ποιήματα ενδύονται αιμορραγικές φιγούρες, με ακαριαίες μολύνσεις θλιμμένων εμμονών, στις δερματικές απολήξεις τραυμάτων, που ακόμα ματώνουν την πηγή των συναισθημάτων, στις απόκρημνες ακτές του έρωτα. Άλλωστε, τα ρήγματα πάντα μετακινούνται, ανοίγοντας νέα,  στις κατακόμβες του ονείρου, εκεί όπου προσεύχονται τα ακατάληπτα αδιέξοδα της μνήμης. Είναι το αναρίθμητο της μοναξιάς που θυσιάστηκε βουβά, στον βωμό της λατρείας. Έτσι απλά, μετατοπίζει το βάρος του θανάτου στον θνησιγενή θάνατο της αγάπης, συλλαβίζοντας αισθήσεις.


  … αιμΟρραγίες

Ολες οι ακατάσχετες αιμΟρραγίες μου
καταλήγουν στην πηγή σου.

Βροντερή η φωνή του πόνου,
αποστρέφεται τον οίκτο.
Στεναγμοί,
πάνω στα φτερωτά μου χέρια δεμένοι,
ταξιδεύουν με φόβο.

Άλλαξα σεντόνια στο κρεβάτι μου,
που μολύνθηκε ακαριαία ...
Μόλις που πρόλαβα
να συλλαβίσω ευχή στο άπλετο φΩς.

Πείνα ανυπόφορης ονείρωξης
μαστιγώνει τα σπλάχνα
της ευάλωτης ψυχής.

Μιλώ για σένα

σε καταιγίδα δακρύων,
θλιμμένων εμμονών,
με πτώσεις ακαΤάλλειπτων συλλΑβών.

Κλείδωσα το ουράνιο τόξο
στη σκοτεινή σου ύπαρξη,
μόνο για να σε δω
ν' αλητεύεις στο φΩς.


 
Στην άνιση μάχη της ποίησης η Έλσα Κασάπη νικάει στην ανυποταξία της ήττας, ναρκοθετώντας όρια αντοχής στον γαλαξία του πάθους. Με εύθραυστη βεβαιότητα, θα πει η ποιήτρια:

Φεύγω … μόνο και μόνο για να γυρίσω.
Πέφτω … απλά για να σηκωθώ.

Για να επιστρέψει ανίκητη, στη σχηματισμένη γεωμετρία του έρωτα, του ασχημάτιστου όγκου σωμάτων, στη βαρύτητα της αγάπης, στην ακίνητη εσοχή του χρόνου, που τυραννά τα ανέγγιχτα. Είναι που αγαπά τα ανέφικτα στα συμπλέγματα του εφικτού μιας έκρηξης σε χρονικά εκκρεμοτήτων, στη βραχυπρόθεσμη ισορροπία του απείρου.


το χρονικό μιας έκΡηξης …

Κουρνιάζω στο άπειρο.
Κατοικώ στον γαλαξία του πάθους.
Του ανένταχτου λογισμού.
Του πυρφόρου λόγου.

Κι εσύ μαζεύεις σκιές και τακτοποιείς εκκρεμότητες …

Τέμνομαι σε μια κλωστή,

ισορροπώ στο απύΘμενο.
Μπερδεύω το πλεκτό της αράχνης.
Εκείνη παλεύει να με τυλίξει,

με μαεστρία παλιάς υφάντρας.

Αόρατη απειλή με καταπίνεις.
Φορώ της αοριστίας το πέπλο
καμώνομαι μια άλλη, ξεΓελώ σε …
Νύμφη του Αχέροντα, Ψυχές χαμένες ζευγαρώνω …

Ακυρώνω το σκήπτρο σου Μαέστρο,
σφαλίζω τις προεκτάσεις της έμπνευσής σου.

Υπενθύμιση: να μην ξεχνώ να επιστρέφω
πάντα εκεί που πηγάζει το ύδωρ της ζωής,
όταν τα κρίνα βάφονται άλικα
απ’ τις θυσίες της αγάπης.

Βασική προϋπόθεση το ανέΦικτο …
στοιχηματίζω πάντα κατά του.

Κερδίζω μάχες λογισμών
στης αστείρευτης σποράς τη δράση.

Όταν οι λέξεις υποκλίνονται στο δημιουργό
ζητώντας το Αγιο Βάπτισμα,
ντύνομαι άμφια ιερά,
κοινωνώ στ’ άχραντα μυσΤήρια της γνώσης…

Διαμελίζω τους ανένταχτους στίχους.
Εξορίζω τους ικέτες στεναγμούς.
Δαμάζω τους παθιασμένους λόγιους.
Ανοίγω φλέβες στη σπονδή
της αταλάντευτης ανΥπαρξίας.
Ζωοποιώ νεκρά κύτταρα τέχνης,
ανέραστη έμπνευση εξεγείρω.
…. Ζήτα απ’ τα μάτια μου
ν’ αποθηκεύσουν το σκοτάδι όλο της αβύσσου …

Ένας στίχος στο περβάζι μου κρεμιέται,
παρασπονδίες μιας αναρχικής σκέψης ψελλίζει …

Μπορεί κανείς να διασύρει την ταραγμένη μνήμη των γερόντων ;
Μήπως της νιότης τα μπουρλότα ν’ αναθεματίσει ;

Ελεούνται οι αυτόνομοι ιππείς …
Γέννες ατσαλωμένων πόθων δεδικαίονται
στων ερΩτων τ’ ακούρσευτα μέλη.

Στην παρΟυσία και στην απΟυσία,
ανακατεύεσαι
με άρωμα κανέλας και βανίλιας,
καταΓράφοντας την έκρηξή μου …

Η συνειδητότητά μου πάλι βύθισε βαθειά τη λάμα …

Κόψη συρτή και σίγουρη …

Πόσο στενάζει ο στεναγμός, όταν κουρσεύει σκέψεις …

1 σχόλιο:

CPT.BILL είπε...

Ζεις μέσα από τα ίδια αγγίγματα
της ψυχής σου τα ποιήματα που
μας παρουσιάζεις στο βιβλίο σου
αγαπημένη φίλη Έλσα.
Εύγε σου!!!
καλοτάξιδο το βιβλίο σου!!!