ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ- Έρωτας νυν και αεί

Τον Οκτώβριο του 2007 από την Εκδοτική Εταιρία ΙΚΑΡΟΣ κυκλοφορεί η ποιητική συλλογή του Γ.Κ.Περιλαμβάνει την εισαγωγή "Έρωτας νυν και αεί" πέντε διαφορετικές ενότητες "Στο ανεμολόγιο του έρωτα" και κλείνει με τα "Χορικά και έξοδος"Όλη η ποιητική, είναι ένας ύμνος στον Έρωτα, που δεν ακουμπά σ' ένα συγκεκριμένο πρόσωπο.
Ο ποιητής Τον υμνεί, Τον κάνει τραγούδι, ανεμωδία σε χρόνους υπαρκτούς, που όμως μας παραπέμπει, στους τροβαδούρους μιας άλλης εποχής, τότε που υπήρχαν ανεμωδοί, βάρδοι του έρωτα που περίμεναν πρώτα να φυσήξει ο αγέρας και μετά να φανερώσουν τους στίχους τους. Να τους απαγγείλουν στον άνεμο κι έτσι να ταξιδέψουν οι ανεμωδίες τους παντού.
Η όλη γραφή, δεν ακολουθεί την πεπατημένη, στίχο τον στίχο δηλαδή. Είναι μια ποιητική διαδρομή, που ο ίδιος γνωρίζει πολύ καλά. Διαχειρίζεται τον λόγο, με την μαεστρία του έμπειρου τεχνίτη, παραθέτοντας ενδιάμεσα, αυτό που εκείνος κρίνει, πως πρέπει να αποσαφηνιστεί και να προβληθεί ως ταυτοποίηση πλέον του Έρωτα, μέσα από εικόνες και παρομοιώσεις. Σ' αυτή τη διαλεκτική του μονόλογου, δεν υπάρχουν περιορισμοί. Γίνεται ο συμπαντικός Θεός που "διαιρεί και επανασυνθέτει, το ελάχιστο και το μέγα".

Έρωτας νυν και αεί
Έρωτας η μεταλαβιά της ζωής.
Έρωτας το πρώτο κορμί που γρυλίζοντας έσκαψε το χώμα, κι
ο έρωτας του νου τα μπόλια, όσα κανείς δανείστηκε κι όσα μονάχος
του κεντρώθηκε.
Έρωτας
-Η λόγχη του ήλιου
-Η αγκαλιά της γης
-Η βροχή στις πληγές των βράχων
-Ο αντίλαλος των γκρεμών
-Το σχισμένο πουκάμισο της ομίχλης
-Η ρότα που αφήνει πίσω του το αλέτρι
-Ο εσπερινός των σπουργιτιών
-Το χιλιογεννημένο που φαντάζει πρωτόπλαστο
-Το σάστισμα του νερού, στη βουτιά του Απόλλωνα

Η στιχουργική είναι ο άλλος άξονας της γραφής του. Λιτός, παρενθετικός, υπάρχει για να καταδείξει την προσωπική ενσυναίσθηση, που τον οδήγησε να μεταλαμπαδεύσει τους προσωπικούς του στοχασμούς, πάνω στο χαρτί. Είναι η δική του αφηγηματική στην μούσα του.

Σου το 'χω πει
να μη μ' αγγίζεις
κι αν είμαι από πέτρα
να μην το λογαριάζεις.
Γιατί κι η πέτρα γίνεται αίλουρος
όταν την ποτίζουν φωτιά τα χέρια σου
και την τινάζουν σ' ακύμαντο γιαλό
ή σε γκρεμό τρικυμισμένο.

Όλες οι αναγνώσεις των κειμένων, έχουν τη ροή του ποιητικού λόγου που περίτεχνα και διαλογιστικά, φανερώνουν την ευαισθησία, την αγωνία αλλά και την τόλμη του ποιητή να καταθέσει την αλήθεια του, στα μάτια των αναγνωστών του. Δεν διστάζει να αποκαλυφθεί, γιατί πρώτα η αποκάλυψη γίνεται μέσα του. Αυτή η αισθητική εμπειρία, εκφράζεται μέσα από συμβολισμούς, που η δική του μνήμη ανασύρει, χρωματίζοντας την συγκίνηση όλων εκείνων που διαβάζουν το έργο του. Το ιδεολογικό του περιεχόμενο, εναρμονίζεται με όλους, γιατί όλοι κάποτε ύμνησαν τον έρωτα κάποια στιγμή στη ζωή τους.

Έρωτας το δίλημμα. Όταν στο δίστρατο, στο τρίστρατο πίσω και
μπρος τα βήματά σου σκάβουν.
Που να γείρει ο ανεμοδείκτης;!
Ποια εικόνα ν' ασπαστούν τα μάτια;!
Ποιον κόρφο, ποιον πυθμένα να σημαδέψει το ναυάγιο;!
Ποιον δυναμίτη, ποιο φυτίλι ν' αγγίξει η φλόγα;!
Άμα τραβήξεις δεξιά, στ' αριστερά καρφί θα σε ματώνει.
Αν γύρεις στη μια στροφή, η άλλη θα σε δένει.
Κι αν παρακεί δικλήσεις, από δυο μεριές θ' αντιθωρούν οι χίμαιρες
και μ' άγκιστρα καμακωμένο θε να σ' έχουν.
Κι αν πεις, ωσάν το στάλαμα θα αφεθώ κι όπου με πάνε οι συρμές
εκεί και θ' ακουμπήσω, το γλιτωμό σου δεν θα βρεις. Δίχως να ρωτάς
και δίχως να θες να μάθεις, θα λαμποκοπούν τριγύρω σου
τα άλλα δισκοπότηρα, όπου άλλοι θα πίνουν, θα γλεντούν και συ
αφορισμένος, μαύρο αλάτι θαρρείς το στόμα σου, δεν θα μπορείς
να σκύψεις, να γευτείς. Σιμά δεν θα ζυγώνεις και μακριά τους δεν
θ' αντέχεις. Θ' αδειάζεις απ' το ποτήρι το παράπονο και στο κατώι
θα καρτερούν βαρέλια. Κι όποιο σκαρί ναυλώνεις να σωθείς, στον
ίδιο Ελλήσποντο θα σε πηγαινοφέρνει.
Γιατί το 'χει το φεγγάρι των δίστρατων, των τρίστρατων
όποιος στο φέγγος του σταθεί
να τον κρατούν φαρμακωμένο
με τις πατημασιές π' αρνήθηκε να σμίξει.

Η ποιητική σύλληψη λαμβάνει χώρα σε ανύποπτο χρόνο, με ανύποπτες μούσες για την σχηματοποίηση και τον τελικό σχεδιασμό του ποιήματος στην γεωγραφία της έκφρασης. Δεν ορίζεται, καθορίζεται από την βιωματική ανάγκη και τους συσχετισμούς της με την συγκεκριμένη εποχή, που θέλει να εκφράσει το συναίσθημα του ψυχοφυσιολογικού του όρου της ζωής, ανάμεσα στον ίδιο και το κοινό του. Ο προορισμός του ποιήματος είναι να βρει τον επαρκή αναγνώστη, για να μεταφέρει τις δονήσεις που συγκλόνισαν τον ποιητή. Ο Γιάννης Καλπούζος με την δύναμη της γραφής του καταφέρνει αρμονικά να το μεταδώσει. Είναι η δικαίωση, σε ότι τον συγκλόνισε που τώρα εδώ μοιράζεται την θέρμη των ψυχοσυνθέσεών του, με όλους μας.

Κυκλοφορούν ανάμεσά μας
δίχως όνομα
δίχως φιλοδοξίες.
Πεθαίνουν
αλλά συνεχίζουν να ζουν
χωρίς να το ξέρουν.
Οι άγνωστες μούσες
των ποιητών