ΧΡΗΣΤΟΣ ΥΦΑΝΤΗΣ - Στου έρωτα τη ρέμβη

ΧΡΗΣΤΟΣ ΥΦΑΝΤΗΣ - Στου έρωτα τη ρέμβη από την Σοφία Στρέζου


Το 2014, κυκλοφόρησε η πρώτη ποιητική συλλογή του Χρήστου Υφαντή, «Στου έρωτα τη ρέμβη», από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ Bookstars.


Με το πρώτο του βιβλίο, ο Χρήστος Υφαντής μας ξεναγεί στην προσωπική ποιητική μυθολογία, όπου πρωταγωνιστεί η ρέμβη του έρωτα. Κυριαρχεί πάνω στις λέξεις και στα συναισθήματα, που αντλούνται από τη δύναμή του. Ποιήματα μεγάλης φόρμας διηγούνται τον ιδιαίτερο τρόπο έκφρασης του δημιουργού. Τούτη η μορφολογική επιλογή, αναδεικνύει την ανάγκη για περισσότερη εμβάθυνση, στις υπερβατικές ιδιότητες και στα χαρακτηριστικά του έρωτα. Στην εναγώνια προσμονή του, διακρίνεται το ρίγος, καθώς κατακτάται ο ορίζοντάς του. Διατρέχει αποστάσεις, για να μετατοπίζει την υπερρεαλιστική φαντασία του, με λυρικές απεικονίσεις του ανέγγιχτου και του ωραίου.


Λεκτικά πειραματίζεται, ενσωματώνοντας την ερωτική αγάπη, σε έμπνευση. Τούτη η έμπνευση, γίνεται ο μακρινός απόηχος της ποιητικής του μοίρας που τον επιλέγει, για να αποτυπωθεί στη στιχομυθία, με τρυφερότητα το πάθος.


Η ποίηση του Χρήστου Υφαντή, δεν μπορεί εύκολα να κατακτηθεί.


Η γλώσσα και τα εκφραστικά του μέσα έχουν την πυκνή δόμηση μιας ενδοκοσμικής πληρότητας, που τον οδηγούν από τον  ουσιαστικό και βαθύ συναισθηματικό ηθικισμό, διευρύνοντας όρια. Γιατί είναι ένας ποιητή που δουλεύει ακατάπαυστα, καλλιεργώντας με θέρμη τις γλωσσικές προεκτάσεις του. Είναι ο προσωπικός νόστος σε ό,τι  έχει ειπωθεί, σε ό,τι ως τώρα μπόρεσε, μαθητεύοντας να κατανοήσει.




Στη γραφή του είναι διακριτό το προστακτικό όσο και επίμονο ερωτικό κάλεσμα «στην εκστατική μυσταγωγία/της απόλυτης σμίξης».

Το κόκκινο του έρωτα, μετασχηματίζεται σε κόκκινο επιφώνημα. Γιατί, η αφή πυρακτώνεται στην ερωτική μέθεξη, με το ασύλληπτο να γίνεται συλητό, στις πυρπολήσεις του πόθου. Έντονος αισθησιασμός που τολμά με περηφάνια να προβάλλεται, στην εύπλαστη παρορμητικότητά του.


Κόκκινο επιφώνημα


Πλάνεψέ με
μύησέ με
στην εκστατική μυσταγωγία

της απόλυτης σμίξης
γύμνωσε τις πτυχές

της μόνης αλήθειας
που σμιλεύει

η πυρακτωμένη αφή
στράτευσε ατίθασους παλμούς

και αχαλίνωτα ένστικτα
να διαπορθμεύσουν

τον ακόρεστο πόθο
που εκπορεύεται

απ' το ωκεάνιο βλέμμα
λύσε σαρκοβόρα φιλιά

να ξεσκίσουν
αλυχτώντας

τις σάρκες του ανέφικτου
λικνίσου

σαν έξαψης φλόγα
πότισέ με
τις γενετήσιες εκκρίσεις

με φως ιερό και άγιο πάθος
νιώσε το ρίγος

της ζωτικής μέθεξης
βίωσε αλόγιστα

τη γιορτή
της αναπότρεπτης συνθήκης

του σύμπαντος
σάρωσε τα αποτυπώματα

άναρχων ονειριασμάτων
χάραξε τις ατραπούς

του νέου κόσμου
κι άφησέ με
να σπαρταρώ

στα δίχτυα

κόκκινων επιφωνημάτων



Ο Χρήστος Υφαντής είναι ο επίμονος τεχνίτης, που επεξεργάζεται πνευματικά την ποιητική του ύλη. Η συμπυκνωμένη και αναλυτική έκφραση, έχει χαρακτηριστικά προσωπικού ύφους, προς την στοχαστική στιχουργική που όμως χαλιναγωγείται, από μια έμφυτη ροπή προς την πεζολογική απεικόνιση, για χάρη της ποιητικής.


Τα ανεκπλήρωτα που τον βασανίζουν γίνονται υπόσχεση, για να ξεδιψούν ελπίδες στα νερά της εκπλήρωσης.

Μέσα στη γραφή του, αποκαλύπτεται η επικούρεια πλευρά ενός χαρακτήρα που αισθητοποιεί ευαίσθητους στίχους, για να συγκινήσει και να συγκινηθεί.



Υπόσχεση
Ξεδίψασαν οι ελπίδες
στα τρεχούμενα νερά της Εκπλήρωσης
αντάριασε η ατάραχη λίμνη της ανυπαρξίας

αυτοπυρπολείται, λειώνει το παρελθόν
στην αναμέτρηση με το παρόν,
πύρινα βλέμματα επιτείνουν την τήξη

με πόθου ανεμοκλωστές
υφαίνω κόκκινο ρούχο
να ντύσω τα όνειρά σου

προσδιορίζω το αόριστο «για πάντα»
στο φλοίσβο των φιλιών μικρής ανάσας
στους πολεμόχαρους παλμούς
στους ήχους που σμιλεύει η αφή

λιτανεύοντας τη μορφή σου
εξαπτέρυγα χαμόγελα χαρίζουν, θαρρείς
στην ποθεινή ομορφιά του απρόσμενου
την πατίνα του διηνεκούς.

Το μόνο που με νοιάζει πια
να μην κρατήσω

ούτ' ένα κομμάτι μου για μένα!



Υπάρχει ένα ποιητικό σύμπαν που διαστέλλεται, κάθε φορά που ο δημιουργός θέλει να εκφράσει την ακαριαία συγκινησιακή φλόγα του. Με αλληγορικούς τόνους, καταγράφει τις συνθέσεις του, ανανεώνοντας την ποιητική ενέργεια, στη χώρα της ευτοπίας.


Στην ποίηση του Χρήστου Υφαντή ανακαλύπτουμε νοήματα, που εμπεριέχονται σ’ έναν πλούτο γλωσσικής επάρκειας, στα λεκτικά γεωγραφήματα της ποίησης. Τα στοιχεία, ευρηματικά αντλούνται από τον πλούτο της ελληνικής γλώσσας, για να ορθογραφηθεί ο λόγος, στα υψηλά επίπεδα της νόησης. Γι’ αυτό και όταν κανείς διαβάζει ποιήματά του, η αισθητικοποιημένη γραφή του, προκαλεί μεγάλες δονήσεις και εύγλωττες συγκινήσεις.



Το στίγμα της Ευτοπίας


Ασαγήνευτη

από μέτρια φεγγάρια,

μεγαλόσχημες εικόνες,
στιλβωμένες λογοκοπίες,

σχήματα συμβάσεων,
φυρόμυαλες διεκδικήσεις.

Αλφαβητάρι της ψυχής

τα μουσικά φθογγόσημα!
O
ρυθμικός φλοίσβος συμπαντικών κυμάτων,
το μελωδικό άγγιγμα του γητευτή φτεράνεμου,
τα εμφατικά σημάδια λιγωμένων άστρων,
σαν επουράνια αντίστιξη στου άυλου τη σφαίρα,
εγγράφουν ανοξείδωτο χαμόγελο

με δυο σταξιές μέλι,
τρέφουν τις περήφανες ρίζες της πλησμονής,
δονούν την εβένινη σημασία

με τη συχνότητα του μοναδικού,
σταλάζουν βάλσαμο στον πυρήνα

της αυταπόδεικτης ουσίας.
Άπιαστη, αιθέρια,

σε πλέρια σύννεφα ναυλοχείς,
μετεωρίζεσαι σαν πουπουλένιο χάδι

σε κοραλλένιους ουρανούς
ακραίας σαφήνειας

και πρόδηλης απλότητας.
Εκεί νοιώθεις ολόκληρη,

μηδενίζεις τη βαρύτητα,

καλπάζεις ατέρμονα,
ακροβατείς ανάμεσα σε έφιππους παλμούς

και σαμανικές κυμάνσεις,
ανασκαλεύοντας συνθήκες ισορροπίας

στους κύκλους του χρόνου,
ανέγγιχτη απ' το φόβο

της ροής και της επιρροής του.
Δρασκελίζοντας

τους λικνιστικούς υπαινιγμούς της μνήμης,
ατενίζεις τη μελίρρυτη ζεύξη
νοσταλγικών αρωμάτων λεμονανθών

της πρώτης άνοιξης,
με εωθινά και δειλινά χρώματα

της πλατιάς και ρηχής θάλασσας.
Εκεί με λυγερές ανασαιμιές

εισπνέεις λέφτερα του ονείρου τη θεία σκόνη.
Με λόγια βελούδινα κι ανθισμένες σιωπές
αναρριχάται το αγιόκλημα εντός σου.
Σφυρηλατείς το μέταλλο της αντοχής,

ρινίζεις υποδόριους κινδύνους,
ασκείσαι με δεινό αγώνα

σε ενορατικές μυσταγωγίες αποφόρτισης,
ξεφλουδίζοντας αιχμάλωτες στιγμές
στο ροδώνα των αιώνιων εκπλήξεων.

Εκεί απλώνεις την πορσελάνινη υπόσταση
στην εναργή πεποίθηση του αλλιώτικου.

Εκεί γαληνεύεις τον ωκεανό του νου,
ερυθροπυρώνεις

την ακούραστη δίψα της αναδίφησης,
ξετυλίγεις το μίτο της σκέψης,

γιατροπορεύεις τις πληγές της,
ημερώνεις το σύσκιο αταίριαστο,

ορίζεις δυσθεώρητες συντεταγμένες,
χαράζεις ανυπόταχτες πορείες,

εξερευνείς νέες πατρίδες,
καλλιεργείς ανάπλωρες ευχές

σ' αχαρτογράφητες εκβολές
απροσδιόριστων αναμονών.

Εκεί αναπαύεις την εξώκοσμη λογική,
ξεκλειδώνεις την ανοίκεια άρνηση,
πετάς ταριχευμένους φραγμούς

και χωλές ενοχές
στη φωτιά της άφεσης,
απονέμεις κρυστάλλινες βεβαιότητες

στα νάματα των αποριών,
σιτίζεις και λευτερώνεις

το αλυσόδετο αγρίμι του έρωτα,
παραδίνεσαι στην αναλαμπή
του μοιραίου της πανδαισίας των αισθήσεων...
Μακάριος αναβάτης της μουσικής σου κλίμακας,
ουράνιος έποικος στο δικό σου Σύμπαν,
αφουγκράζομαι ιριδίζοντες ψιθύρους
του Θεού των Μικρών Πραγμάτων,
αδέξια λαξεύω προσηλωμένα ρήματα του μέλλοντος
στις άλλοτε πέτρινες επιφάνειες του λόγου!

Γιάννης Βούλτος - Μαρτυρία




Γιάννης Βούλτος - Μαρτυρία από την Σοφία Στρέζου

Το 2014 κυκλοφόρησε εκτός εμπορίου, η νέα ποιητική συλλογή του Γιάννη Βούλτου, «Μαρτυρία».

Ο Γιάννης Βούλτος είναι ο ποιητής, που αφουγκράζεται θροΐσματα σε χίμαιρες, καθώς ενδύεται όνειρα, για να ορμά σε ποιήματα. Λιτά κυριαρχεί στο χαρτί, ως να βυθισθεί σε μια ενδότερη ανάγκη, που δεν μπορεί να πνίξει την εκφραστική του, στην ποιητική σφαίρα. Αποκρυπτογραφεί, επιθυμώντας να χαθεί στον αδιάβατο λαβύρινθο των λέξεων. Τις διυλίζει στο χαρτί για να μιλήσουν, σχοινοβατώντας στις μινιμαλιστικές πυκνώσεις της λεκτικής αιώρησης.

Γιατί ο ποιητής εμβολίζει και εμβολίζεται σε νεφέλες, διεγείροντας εκλεκτικά τη βαρύτητα της γραφής. Κι εκεί ακριβώς συντελούνται κραδασμοί, μαρτυρώντας το μαρτύριο του ποιητή, για να διασωθεί η ποίηση.
Γιατί η ποίηση για τον ποιητή, είναι μια θρησκεία που στεγάζεται εκεί που αναφλέγονται πόθοι, σε λυρικά νοήματα με αισθητική αυτοτέλεια.
Η δημιουργική ενασχόληση, προσδιορίζεται από την συναισθηματική εξέγερση της ηθικής και γνωστικής του συνείδησης, που θεωρεί Χρέος το Ποιείν. Ο οντολογικός ορίζοντας της γραφής του, διαθέτει τον φάρο μιας ευαίσθητης αμηχανίας, που τολμά με σύνεση να την φωτίζει.

Ο Γιάννης Βούλτος είναι ένας προσεκτικός μελετητής της ποίησης, που διαθέτει ποιητική μνήμη. Αποκαλύπτει τον γόρδιο δεσμό, που τον ενώνει μυστικά με τη νύχτα. Την καταλύει, για να γράφει στίχους στο χαρτί, στις ίσες λεκτικές ισορροπίες, στις αθόρυβες και σεμνές συνδιαλέξεις του. Επειδή τη νύχτα το ανείπωτο χτίζει λέξεις, που αντλούνται από την μοναχικότητα του δημιουργού. Καταδύεται, ψηλαφώντας και την παραμικρή λεπτομέρεια. Τα ποιητικά ένστικτα και η λειτουργία τους προβάλλονται, καθώς η δυναμική των ποιημάτων έχει να κάνει με την εσωτερική διαπίστωση.

Ο Γιάννης Βούλτος είναι ένας ευαίσθητος και σεμνός ποιητής, που βρίσκεται μακριά από αγοραίες συναλλαγές. Είναι ο αφοσιωμένος της εκλεκτικότητας των συναισθημάτων. Παραμένει ο αθέατος στη θέαση μελαγχολικών ρεμβασμών. Γίνεται ο διαλεκτικός των εξισώσεων της ποιητικής. Εστιάζεται σε λεκτικούς σχεδιασμούς, που σκοπό έχουν να κατανοήσουν και να αποδώσουν την αποτελεσματικότητα της εσωτερικής του ανάγκης για έκφραση στο ποιητικό σύμπαν, διατηρώντας απερίφραστα την λιτότητα στην ποιητική ύλη.

Η διαδικασία της γραφής που μετουσιώνεται σε λόγο, είναι για τον ποιητή η επίπονη και σχολαστική ακολουθία, από την σιωπή ως την άρθρωση. Κατασταλαγμένη εμπειρία στις υψηλές θερμοκρασίες του Γράφειν. Με εικοναπλαστική δύναμη, μετατοπίζει το βάρος των νοημάτων σε ποιητική εμπειρία. Γιατί η βιωμένη υπαρξιακή ανησυχία, γίνεται η βασανιστική διαλεκτική που διατυπώνεται τελετουργικά, στις προσωπικές διακηρύξεις.

ΕΠΙ ΣΚΟΠΟΝ

Αντιπαθούσε το χαρτί
Απεχθανόταν το φως της μέρας
Ήθελε τη νύχτα
Τους στίχους του
Να τους γράφει στον τοίχο
Να τους στήνει στον τοίχο
Και κατόπιν ο ίδιος
Να τραβά τη σκανδάλη

Στην ποιητική Βαβέλ η ποίησή του είναι διακριτή, στις εκκρεμότητες με την τέχνη. Συνωμοτεί με τις πτώσεις, στους βηματισμούς με τα κύματα, στην άρνησή του να καταποντιστεί, επιμένοντας να βαδίσει πάνω σ’ αυτά. Είναι η δική του διέξοδος, που κατακτήθηκε με ωριμότητα η ακρίβεια και η δωρική αυστηρότητα στη γραφή του. Αν και οι στίχοι είναι μικροί στις  αναχωρητικές διαδικασίες, εντούτοις είναι περιεκτικοί στους διαρκείς και αδιαίρετους υφολογικούς κανόνες. Είναι προσλαμβάνουσες, που έχουν να κάνουν με την βιωματική αντιληπτικότητα του ποιητή.

Δεν είναι ματαιότητα, αλλά επίγνωση που δίνεται με νηφαλιότητα, εμποτισμένη με ανάλογες δόσεις ευθύνης του ρόλου του ως δημιουργού. Προσωπικός λυρισμός, ανένταχτος σε φόρμες και ιδεολογικές συναθροίσεις, εκφράζει με λακωνικότητα, ποιητικές αφηγήσεις στην αυτοτέλεια και στην αυτοσυντήρηση της ποίησης. Χαρτογραφεί την προσωπική πτώση από την ανόθευτη συνειδησιακή του υπόσταση, στους τύμβους της ποιητικής του ύπαρξης, με τα οντολογικά κτερίσματα της γραφής του.

ΒΟΥΤΙΑ

Βουτάει απ' τον ψηλότερο βράχο
στο νερό
Βουτάει απ' τον πέμπτο
στο κενό
Η θάλασσα
αφρισμένη
Ο δρόμος
πολυσύχναστος
Καθώς εκείνος
Σηκώνεται
Και περπατάει
Στα κύματα

Εμπύρετοι συνειρμοί ακροβατούν στο μεταίχμιο μιας φαινομενικά αποστασιοποιημένης ποίησης. Κατά βάθος είναι άκρως εξομολογητική, υπονομεύοντας την συγκίνηση, καθώς συναρμολογεί στην ψυχή του συντρίμμια.

ΣΥΝΤΡΙΜΜΙΑ

Κάθε πρωί
Κάνει έναν ιδιότροπο περίπατο
Στην προκυμαία
Έχει τη συνήθεια
Μαζί με τα κοχύλια
Να μαζεύει
Και τα συντρίμμια
Απ’ τα ναυάγια
Και στο σπίτι
Κάθε βράδυ
Να τα συναρμόζει
Στην ψυχή του

Θα μπορούσε η ποίηση να θεωρηθεί για τον Γιάννη Βούλτο το πεπρωμένο του. Γιατί είναι ο ερημίτης, που αποκαλύπτει την αγωνία του δημιουργού, εξηγώντας την λεπτομέρεια μιας τέχνης βασανιστικής, αφού πρώτα καταδυθεί στον πυρήνα της.
Με την φυσικότητα του καλού μάστορα, χτίζει επαγωγικά λέξη τη λέξη το ποίημα, με ρεαλιστική σκληρότητα. Ασκείται, υποσκάπτοντας κάθε φορά δαιδαλώδης και δύσκολες αφετηρίες, για να φτάσει στις χαρτογραφημένες περιοχές της ποιητικής τέχνης, οδοιπορώντας σε στίχους.

Υπόγειες και σκοτεινές διεργασίες τον οδηγούν στην όχθη μιας αναζήτησης, που δεν αφορίζει την ποίηση. Αντίθετα, φαίνεται καθαρά το ενδοφλέβιο κύλισμα στις αιμάτινες αρτηρίες του.
Λες και κάποια προπατορική ποιητική πληγή, εξακολουθεί να αιμορραγεί, διαβρώνοντας την ποιητική ύλη, που θα μετατραπεί σε ποιητική μνήμη. Γιατί, όπως λέει και ο Μανώλης Αναγνωστάκης:
«Η ποίηση δεν είναι ο τρόπος να μιλήσουμε αλλά ο καλύτερος τοίχος να κρύψουμε το πρόσωπό μας»

ΣΕ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΤΟΙΧΟΥΣ

Καθώς κλεισμένος μες την κάμαρα
Πολεμάω ν’ αρθρώσω λέξεις στο χαρτί
Οι τοίχοι αρχίζουν να γαβγίζουν
Δείχνοντας δόντια κοφτερά θανατηφόρα
Τότε κι εγώ για να σωθώ
Ποιήματα νεογέννητα τους ρίχνω
Και τους ταΐζω

Ο Γιάννης Βούλτος είναι ο μοναχικός οδοιπόρος που δεν αυταπατάται. Ακούραστος περιπλανάται ο εξόριστος της ποίησης. Η μελαγχολική του διάθεση, διανέμεται στις ακύμαντες ακρογιαλιές και στις υπαινικτικές αυτοαναφορικές εμπνεύσεις. Ένας ταπεινός παρατηρητής, που αναζητά την αντήχηση στα βάραθρα της ποίησης, επειδή του το υπενθυμίζουν διαρκώς οι στίχοι του Τάσου Λειβαδίτη
«Θα φύγουμε κάποτε αθόρυβα και θα πλανηθούμε Μες στις πολύβοες πολιτείες και στις έρημες θάλασσες»

ΠΑΡΑ ΘΙΝ’ ΑΛΟΣ

Τις νύχτες που δεν έχει ύπνο
Έρχεται μονάχος του και κάθεται
Στην ακρογιαλιά
Κοιτάζοντας το πέλαγο
Μοιάζει να γυρεύει
Κάποιους από χρόνια
Χαμένους συντρόφους
Κι ύστερα από λίγο
Βγαίνουν απ’ τη θάλασσα οι πνιγμένοι
Των καραβιών που βούλιαξαν
Σε τούτα τα νερά του τόπου του
Έρχονται και κάθονται σιμά του
Έχοντας τα σώματα
Αντίθετα απ’ αυτόν
Στραμμένα στη στεριά
Ίσως περιμένοντας
Να τον ακολουθήσουν
Όταν θα θελήσει
Να γυρίσει
Πίσω
Όμως εκείνος
Τότε σηκώνεται
Και μπαίνει μες τη θάλασσα
Λέγοντας στους πνιγμένους
Πως δεν υπάρχει γυρισμός
Μέχρι να έρθει
Η Ώρα τους

Πόσο οδυνηρό αλήθεια είναι το γέννημα, ως το ανάθρεμμα των ποιημάτων;
Αιωρείται ανάμεσα στο άρρητο και το αποσιωπημένο, μέχρι να καταγραφεί και να παραδοθεί αμαχητί στα μάτια των αναγνωστών. Οι σπονδυλωτές και πολύπτυχες αφουγκράσεις,
διατηρούν αποτυπωμένη την εμφύλια θλίψη του ανθρώπου, με τις  γεωλογικές συμπληγάδες του ποιητή.
Χαμηλόφωνες, αλλά εξίσου εκκωφαντικές εικόνες - συγκινησιακά φορτισμένες - με όλα τα τραύματα ανοιχτά και τον πόνο μόνιμα εγγεγραμμένο, στα κύτταρα του ποιητή.

ΤΟ ΜΑΥΡΟ ΦΙΔΙ

Άρχισε να καίει
Όλα του τα χειρόγραφα
Ένα προς ένα
Τελετουργικά
Τα ’ριχνε στο τζάκι
Ώσπου ξαφνικά
Ο καπνός
Του καμένου χαρτιού
Δεν έφευγε
Από την καμινάδα
Ερχόταν στο δωμάτιο
Μαύρος
Παίρνοντας το σχήμα
Ενός τεράστιου φιδιού
Που άρχισε να τον τυλίγει
Και να τον σφίγγει
Και να τον πνίγει
Όπως θυμόταν
Μόλις συνέφερε
Πάνω από τα χειρόγραφα

Ο ποιητής θρέφει και θρέφεται από τους μυσταγωγικούς τόπους της ποίησης. Είναι ο απενεχοποιημένος των ανένταχτων φατριών της, επειδή ακριβώς πάσχει από την σοβαρή νόσο της. Βασανιστικά εποπτεύει και την παραμικρή λεπτομέρεια της ποιητικής του σύλληψης, στις ανάγλυφες υποδιαιρέσεις της.
Στις αλληγορικές αφηγήσεις του, κατατάσσεται η ρεαλιστική φρενίτιδα της έμπνευσης των δημιουργών, για να φθάσει στη γεωγραφία της ποίησης που ορίζει ο ίδιος και ορίζεται από αυτήν.

Ο Γιάννης Βούλτος δεν υπαινίσσεται, καταγράφει τον θάνατο του ποιητή. Ενσαρκώνει το απόσταγμα της ποιητικής του ενσυναίσθησης, με θνητικούς όρους. Με αθάνατη ευλάβεια και μυητική σπαρακτικότητα, παραδίνει το τελευταίο βιβλίο.
Είναι το προσωπικό πένθος, στο επιστέγασμα της εξόδιου ακολουθίας των ποιητών.

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ

Ο ποιητής είναι νεκρός
Κατόπιν εξαιρετικά σοβαρής νόσου
Αποφάνθηκαν οι ειδικοί
Παντελής απουσία της ζωογόνου εμπνεύσεως
Πρόωρη γήρανση και ραγδαία απονέκρωση του στίχου
Κατάρρευση όλων των λυρικών λειτουργιών
Τα αίτια του θανάτου
Αποφάνθηκαν οι κριτικοί
Η εξόδιος ακολουθία του
Θα πραγματοποιηθεί στα χέρια σας
Όταν θα κρατάτε
Το τελευταίο του βιβλίο
Αποφάνθηκε ο νεκρός