ΜΙΝΑ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ - Μια αιωνιότητα αργότερα



ΜΙΝΑ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ - Μια αιωνιότητα αργότερα από την Σοφία Στρέζου

Από τις εκδόσεις ΛΕΞΙΤΥΠΟΝ, κυκλοφόρησε το 2014 η νέα ποιητική συλλογή της Μίνας Παπανικολάου,
«Μια αιωνιότητα αργότερα».

Μόνον ένας ποιητής θα μπορούσε να αναβάλλει το όνειρο, «μια αιωνιότητα αργότερα».
Η ποιήτρια Μίνα Παπανικολάου, με το πέρασμα της συγγραφικής της τέχνης στο χρόνο, αποδεικνύει πως έχει την δυνατότητα να το μετατοπίσει. Όταν όλα θα έχουνε γίνει σκόνη, τα γραπτά που θα μείνουν - θεωρώ πως - θα την εντάξουν στους αξιόλογους ποιητές της γενιάς της!

Ξεκινώντας από μια ιδιωτική προσέγγιση, η ποιήτρια διαμορφώνει και διαμορφώνεται από την στοχαστική θεώρηση που την προφυλάσσει από την παγίδα της εύκολης αισθηματολογίας.
Την μετατρέπει σε χρονικά παράγωγα εμπειρίας και γνώσης, όπου ακουμπά η ευαισθησία των αναγνωστών.

Στο νέο της ποιητικό απάνθισμα, η ηλικιακή ωριμότητα συμπορεύεται με την ποιητική, καθώς απαξιώνεται συνειδητά, την εφημεριότητα και την ευκολία για χάρη της υψηλής ποίησης!
Γιατί, τίποτε δεν γράφεται με την ευκολία της υπερθέρμανσης του λόγου. Αξιολογεί και διαγράφει στίχους, διατηρώντας τη λάμψη και το χρώμα εκείνων μόνον που διατηρούν την ανθεκτικότητα των ορυκτών της γραφής της.
Έτσι, κατορθώνει να δημιουργεί μια πυκνότητα συνειρμών, που ανταποκρίνεται με επάρκεια στην αρχική ποιητική της έμπνευση.

Αφομοιώνει την ενέργεια που της προκάλεσε, η όποια έκδηλη ή υπόδηλη σκέψη, ενσωματώνοντάς την με γοητευτικά αποτελέσματα.
Άλλωστε - από όσο μπορώ να γνωρίζω - η ίδια απωθεί την ιδέα της αφόρητης στασιμότητας, επιλέγοντας έναν ρευστό ιδιότυπο μελλοντισμό στην έκφραση και στην νοηματολογία, για να καλύπτει την ποιητική της αναζήτηση.

Συνεχίζοντας τις πλεύσεις της στα ποιητικά πελάγη, έχει επίγνωση πως οι ποιητές ανακαλύπτονται και αποκαλύπτονται στα μάτια μελλούμενων αναγνωστών.
Εξάλλου και η ίδια υπήρξε γενναιόδωρη και ανταποδοτική στην «σπερινή συνάντηση με τα ποιήματα του Νίκου Π. Καρύδη», όταν μας τον σύστησε στην προηγούμενη ποιητική της συλλογή, 40 χρόνια μετά την πρώτη γραφή των ποιημάτων του κι αφού ο ποιητής δεν υπήρχε πια στη ζωή.

Λόγω της ενασχόλησής της με την ζωγραφική, τα ποιήματά της εμπεριέχουν εικαστικές παρεμβάσεις. Τις μεταμορφώνει σε κρυσταλλωμένα γλωσσικά απολιθώματα. Το αποτέλεσμα απεικονίζει νέες εκφραστικές δομές, αποτυπωμένες με περισσή επιμέλεια.
Οι ψυχολογικές διακυμάνσεις που την έθρεψαν γίνονται κυτταρικά σώματα στον ποιητικό χάρτη, καθώς η ποιήτρια επεξεργάζεται συναισθήματα. Τα μάτια της καίγονται, ελπίζοντας να καταφέρει να μεγαλώσει τον ορίζοντα που της αναλογεί… με λέξεις.

Θέαση

Είχα αποφασίσει  από καιρό
να κάψω τα μάτια μου.

Ίσως έτσι
μεγαλώσω τον ορίζοντα που μου αναλογεί.

Η Μίνα Παπανικολάου διαπρέπει κατά την ανάβαση στις ποιητικές πλαγιές του λόγου, κατέχοντας μια αναρχική όραση στην ενορατικότητα του μέλλοντος.
Γιατί, κάπως έτσι γεννιούνται οι στοχασμοί που συνδέουν τον ποιητή με το σύμπαν. Κι αυτό δεν γίνεται από αλαζονεία ή έπαρση. Είναι μια ένστικτη και παρορμητική  ανάγκη της ψυχής του δημιουργού να υπερβεί την φθορά.
Επειδή η ίδια γνωρίζει καλά, πως οι ποιητές ασκούνται στο παρόν με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον.

Μια αιωνιότητα αργότερα                   
                                                                                                   
Θα αναβάλλουμε  το όνειρο
μια αιωνιότητα αργότερα.

Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει την αναγκαιότητα
της αναβλητικότητάς μας;

Στον παρόντα χρόνο
αποκτήσαμε  αναρχική όραση.
Ίσως στο μέλλον μάθουμε το συμβιβασμό.

Απελπίσου!
Ποτέ δεν θα αλλάξουμε πλεύση!
Αν και «δεν ξέρει πια πως γράφονται τα ποιήματα», εν τούτοις είναι η αφοσιωμένη των λέξεων!
Είναι από εκείνους τους ανθρώπους που ακολουθούν το φως σε όλες τις διαχύσεις του, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε πηγή και αν προέρχεται. Είναι ταγμένη να το υπηρετεί, ακόμα κι όταν η απελπισία συσσωρεύει λυγμούς στα μάτια και οι πνιγμοί γίνονται πολύτιμα μυστικά, επουλώνοντας το πανάρχαιο πένθος.

Η ασκητική ποιητική της δίνει τη δυνατότητα να μπορεί να τραγουδά τον ανεκδιήγητο πόνο των ανθών, γιατί και η ίδια κατά πως λέει ο Berthold Brecht, «σε άρρωστους καιρούς γεννήθηκα»
Παρ’ όλα αυτά, αναδεικνύει την αγάπη που έδωσε με ραγισμένα δάχτυλα.
Κατά βάθος συνειδητοποιεί, πως δεν αναγνωρίζεται από ίσκιους που κρύβουν την αλήθεια τους από το φως.
Η δυσπιστία της απέναντι σ’ αυτό που γράφει - την κρατά σε εγρήγορση - ώσπου να βρει τις κατάλληλες λέξεις που «διψασμένες περιφέρονται σε θάλασσες υπομονής», για να στηρίξουν το οικοδόμημα της γραφής της.

Ενατένιση

Δεν ξέρω πια
πως γράφονται τα ποιήματα!

Οι λέξεις κρύβονται
αποσιωπώντας
τα πολύτιμα μυστικά τους.
Περιφέρονται διψασμένες …
Είναι θάλασσες υπομονής
με καρτερία αγάλματος.

Τώρα πια
τα φλύαρα μάτια μας
βηματίζουν ανάερα
επουλώνοντας  θλίψεις
πανάρχαιου πένθους.

Η δραματικότητα της ποιήτριας επικρατεί στη γεωγραφία των βλεμμάτων. Ο αποπροσανατολισμός ομοιοκαταληκτεί με την συσσώρευση λυγμών στα μάτια. Τυφλά φορούν πνιγμούς στο κενό της βύθισης, αγνοώντας την αλήθεια της.
Αναζητούν την γαλήνη σε απάτητους προορισμούς, με την προσμονή ρευστή στου χρόνου τον πόνο, στην έρημο της απουσίας, στις μεταστάσεις της αιωνιότητας.
Η αβάφτιστη ροή των δακρύων γίνεται μετάληψη σε χάρτες προορισμών, στου απέραντου τα αζήτητα.

Αποπροσανατολισμός

Τα μάτια σου!
Της απελπισίας μάτια
συσσωρεύουν λυγμούς
ύστερα χαίρονται τον πνιγμό τους
κι απορούν...

Κατά πού πέφτει η γαλήνη;

Η Μίνα Παπανικολάου δεν σταματά να διδάσκεται από την γραμματική της θύμησης στο λύγισμα του χρόνου.
Ασίγαστοι ωκεανοί τρέφουν ελπίδες στα υψωμένα κύματα της σκέψης, που σκορπούν στην ακινησία των βάλτων.
Γιατί, η καρδιά διαφεντεύει το νου κι η ψυχή αφουγκράζεται μικρές επαναστάσεις στο σούρουπο.
Όταν η άμπωτη γαληνεύει το αγχωτικό ταξίδι της παλίρροιας, η παραφωνία των κυμάτων γίνεται επίκληση στη μέρα που έφυγε και στη νύχτα που φθάνει, καταργώντας την αυθάδεια του χρόνου.

Πανσέληνες στιγμές αφήνουν το στίγμα τους στις συζυγίες άνισων αισθημάτων, ενισχύοντας την απουσία.
Οι ψυχές αλληλοεπιδρούν, αναζητώντας τη διαφάνεια στον ορισμό της προσδοκίας, με διατακτικές ονείρων σε επικίνδυνα συναισθήματα.

ΠΑΝΣΕΛΗΝΗ ΑΠΟΥΣΙΑ

Είχες κάτι
από πανσέληνες στιγμές
της παλίρροιας.

Πώς σκορπά;
Πως χάνεται
το πιο θηριώδες κύμα;

Έτσι!
Υπόκωφα κι αδιευκρίνιστα!

Καλοκαιριάζει χαρές.
Απουσιάζεις.

Η ποιήτρια διατηρεί στη γραφή της τη λιτότητα, αποδίδοντάς την με σαφήνεια και εξομολογητικό τρόπο.
Ερωτικά σχήματα γράφονται στις εκτάσεις λαθών που έληξαν.
Κι όσο κι αν προσπαθεί κανείς να τα διορθώσει, πάντα μένουν οι ιαχές του οδοστρωτήρα σαν συνθλίβει την αθωότητα, κυοφορώντας νέα ποιήματα στα περιγραφικά της απόγνωσης.

Λιτανείες απουσίας κλειδώνουν χρόνους ανάερης θλίψης, στη  συνοχή αισθήσεων σε ανοιχτούς χώρους.
Ζητά να κρυφτεί πίσω από γράμματα που λείπουν στο χάρτη της αγάπης. Χάνονται στην βαρύτητα ερειπίων που άναρθρα γκρεμίστηκαν στις ανακατατάξεις της αιωνιότητας, στην απροσδιοριστία του απείρου.
Τα τελευταία ενθυμήματα γίνανε ρωγμές στην απόγνωση των ποιημάτων.

Περιγραφικό της απόγνωσης

Τί κρίμα
να διορθώνουμε
τα λάθη της γραφής!

Ανύποπτοι,
γκρεμίζουμε
το τελευταίο καταφύγιο
της αθωότητάς μας.

Είχα κρυφτεί
στο γράμμα που έλειπε!

Στο περιγραφικό Α (Άλφα)
της απόγνωσης…

Χαράζει τα ίχνη της στο χαρτί για να περιγράψει αισθήματα και συγκινήσεις. Συνθέτει νοήματα από όλες τις μεγάλες αρνήσεις του παρελθόντος, αφού προηγουμένως τις μετατρέψει σε καταφάσεις ζωής, με μάτια που στάζουν λατρεία στην αλμύρα της.
Λωτοφάγος της νοσταλγίας, θάλπει αναμνήσεις υποδόρια!
Άγριες νύχτες μεταλλάσσονται σε άγιες, αντέχοντας τους αντιπερισπασμούς της αβεβαιότητας.
Εμμονικά περιγράμματα απουσίας αναπτύσσονται σε αχειροποίητα πρωινά. Γίνονται ένα με τα χέρια, που καταφέρνουν να αγκαλιάσουν κρουνών εμπνεύσεις.
Έτσι μιλά για την αγάπη, ακόμα κι όταν οι εστίες στέκουν λυπημένες από την φθορά της εγκατάλειψης.

Η ποιήτρια νιώθει αυτοεξόριστη σε εκκλησιά αλειτούργητη, διαιωνίζοντας θύμησες που κινδυνεύουν να τις αγγίξει η λήθη. Μετατοπίζει την ανυπαρξία σε οπτασία ακριβής προσμονής, στα ολογράμματα της επιθυμίας.
Κι όσο κι αν το ηφαίστειο επιμένει κοιμισμένο να στέκει στην παροικία της αγάπης, εκείνη εξακολουθεί να αφουγκράζεται ήχους από τα ξυπνήματά του. Η ένταση και η διάρκεια της καυτής ανάσας του είναι το ρευστό μάγμα, που διατυπώνεται ασύμμετρα και υπερβατικά στα μαύρα ιζήματα του έρωτα.

Ακριβέ μου

Καμιά γραφή δεν το έγραψε ακόμα

καμιά μουσική
ούτε ρυθμός
ούτε ο αδυσώπητος
θηριώδης χρόνος
δεν συναντήθηκε μαζί σου…

Ακριβέ μου!

Ούτε οι δρόμοι
σε αντάμωσαν ποτέ αληθινά!
Γλαρό μου κύμα - πάλευκο!

Τριαντάφυλλό μου!

Όσο κι αν έψαξα
στα εωθινά ηλιοστάσια
στις νεκρές φούγκες
στα ακροθαλάσσια
για σένα
ποτέ
κανείς δεν μου τραγούδησε.

Ούτε μια θύελλα
δεν έφερε τον ήχο της φωνής σου.
Αγαπημένε!

Να πεις του χρόνου
πως ατρόμητη αφεντεύω.
Αυτοεξόριστη της προσμονής σου.

Ακριβέ μου!

Οι λέξεις ανήκουν στα θαύματα, κατοικώντας σε βλέφαρα που δίνουν όρκους στον κρουνό του έρωτα και της αγάπης!
Για να αναδυθούν οι νικητές του πόνου με έποικους όρκους στο βυθό των βλεμμάτων. Γίνονται σεισμικά κύματα, που ταράζουν την αδράνεια σε ανερμήνευτες αλήθειες ζωής, με τον ήλιο να καίει δίπλα στις καρδιές χωρίς να τις καίει.

Από δω και πέρα, η ποιήτρια θα φωτίζει μόνον φεγγάρια αφέγγαρα σε δίνες ποιημάτων. Ουραγοί λαμπαδηδρόμοι σε δρόμους ουτοπίας διαβαίνουν αισθήσεις στις αναιρέσεις του αναπόφευκτου, με καταποντισμούς στα ανεξήγητα.
Εκεί που οι άνεμοι ξεγελούν και ξεγελιούνται, ακτιβιστές  διυλίζουν αναπαλαιώσεις θλίψης, στα διακυβεύματα της αγάπης. Προσπαθούν να κρατηθούν από το κόκκινο μελτέμι της, καθώς ο έρωτας καταποντίζεται… στο ανερμήνευτο.

Καταποντισμός στα ανεξήγητα

Τι νόμιζες
πως είναι η αγάπη;

Εισιτήριο να το ακυρώσεις
και να πεις πως ξεμπέρδεψες;

Καταποντισμός
στα ανεξήγητα είναι
ακροβασία των ανέμων
στις βουνοκορφές
και μια στάλα κόκκινο μελτέμι
στα χέρια μας.