ΘΕΑΤΡΟ - «Στο Καπνοπωλείο του Φερνάντο Πεσσόα, ο Κωνσταντίνος Καβάφης σκηνοθετεί την οριστική μορφή του


Cabaret Voltaire, Μαραθώνος 30, Μεταξουργείο

Κείμενο: Πόλυ Χατζημανωλάκη
Σκηνοθεσία: Μαίη Σεβαστοπούλου
Παραγωγή: Ομάδα «Θεώρηση»

Παίζουν: Ανδρέας Ζάκας, Δημήτρης Σαμαρτζής, Δημήτρης Μαγγίνας, Σωτηρία Κολόζου
Μουσική – Πιάνο: Σωτηρία Κολόζου

Σε μια λιτή αλλά καθ’ όλα ατμοσφαιρική σκηνή στο Cabaret Voltaire, η Μαίη Σεβαστοπούλου σκηνοθετεί κείμενα της Πόλυς Χατζημανωλάκη, με τα ποιήματα του Κωνσταντίνου Καβάφη και του Φερνάντο Πεσσόα να εισχωρούν και να διεισδύουν στα υποκριτικά κύτταρα των ηθοποιών, αποδίδοντας την αληθοφανή διάσταση των ρόλων. Ένα ερμηνευτικό παιχνίδι που μοιραία παρασύρει τον θεατή στην αλήθεια της μυθοπλασίας. Οι ηθοποιοί κινούνται ευέλικτα εκεί που τα δυο μεγάλα πνεύματα συναντώνται, σε μετασχηματοποιημένες φανταστικές συναντήσεις. Κυριαρχούν τα ίχνη της ελληνιστικής σκέψης, αλλά κι η ανθρώπινη διάσταση του Καβάφη διαιρεμένη ανάμεσα σε κείνο που δεν έπρεπε να φανερωθεί. Η κρυφή κι ανήλιαγη ζωή του, δίπλα στη λάμπα των πόθων του.

Θα μπορούσαν ίσως… να συναντηθούν στον θεατρικό χωροχρόνο και μ’ αυτή την προοπτική, η συγγραφέας στήνει την αφηγηματική της, εικονογραφώντας δύο ποιητές που έζησαν την ίδια περίπου χρονική περίοδο. Σαγηνεύουν οι παράλληλες διαδρομές, την ώρα που οι θεατές παρακολουθούν την πλατωνική σκέψη των δύο ποιητών. Τούτη η πλατωνική σκέψη είναι το κοινό σημείο εκκίνησης, τόσο της δημιουργού όσο και της σκηνοθέτης, που η σχέση της με την Αλεξάνδρεια, όσο και με την οικογένεια του Καβάφη, είναι γνωστή από παλαιότερη εξιστόρηση της προσωπικής ιστορικής μνήμης της, που είχα την χαρά και την τύχη να γευτώ σε κάποια άλλη συνάντηση, τιμώντας στον ίδιο χώρο τον ποιητή.

Ανάμεσα σε πραγματικά στοιχεία, τοποθετείται υπαινικτικά η μυθοπλασία διατηρώντας το αίνιγμα, αν ήταν στ’ αλήθεια ο υποδυόμενος Πορτογάλος ναυτικός, ο καπνοπώλης Φερνάντο, ο αληθινός Πεσσόα που παρατηρεί τη ζωή της πόλης και τα μυστικά της. Με τον δημοσιογράφο να προσπαθεί να εξορύξει την αλήθεια που κρύβει.

Ιστορία και μνήμη, αλήθεια και ψέμα, την ώρα που ο νεαρός σύντροφος του Καβάφη θρηνεί την απόσταση που επιβάλλεται από την κοινωνία της εποχής, στη μη συμμετοχή στο θρήνο του χαμού εκείνου που κρυφά και μυστικά αγάπησε.Θρηνητικές ματαιωμένες στιγμές που ανεπιστρεπτί πέρασαν.

Όταν η Δραματοποιημένη λογοτεχνία συναντάται επί σκηνής, το θέατρο δεν έχει παρά να επιτελέσει το έργο του και να οπτικοποιήσει το νοητικό απόσταγμα, είτε με τους χαρακτήρες είτε με τις απαγγελίες που δένουν αρμονικά με την μουσική ενός πιάνου στις ακρώρειες της Τέχνης, μετατοπίζοντας το ιστορικό κέντρο, σε κέντρο ανάπλασης των χαρακτήρων για να βαδίζουν οι ηθοποιοί τις απρόσταχτες πορείες της αφηγηματικής. Μεταπλάθουν την αλήθεια της, σε αληθοφανή αλήθεια, αναδύοντας προσεχτικά μέσα από τον προσωπικό χαρακτήρα, τον ερμηνευτικό χαρακτήρα του ρόλου που καλούνται να παίξουν. Και τον παίζουν άριστα, τόσο που οι θεατές φεύγοντας έχουν την γεύση μιας υποτιθέμενης πραγματικής όσο και ιστορικής συνάντησης στο χρόνο.

ΤΕΣΥ ΜΠΑΪΛΑ - Το παραμύθι της βροχής

Το "Παραμύθι της βροχής" είναι το νέο μυθιστόρημα της Τέσυς Μπάιλα που κυκλοφόρησε από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΟΚΙΜΑΚΗΣ το 2011.

Τούτο το παραμύθι το διάβασα πριν ακόμα ξεκινήσει άλλη μια περιπέτεια έκδοσης και αγωνίας για την συγγραφέα. Τυπωμένο πια, το ξαναδιαβάζω με την ίδια και μεγαλύτερη ίσως συγκίνηση από πριν. Ίσως γιατί το τυπωμένο κείμενο ασκεί την γοητεία ενός φίλου που είναι πάντα εκεί, περιμένοντας την όμορφη συνάντησή του με τον αναγνώστη. Είναι ένα εξαιρετικό βιβλίο με υπέροχη γραφή. Είναι πλεύσεις σε συναισθήματα που ξυπνά η βροχή σαν χτυπά στο παραθύρι της ψυχής κι οι στάλες ίσως να είναι οι λυγμοί της απώλειας που επιστρέφουν, κάθε φορά που οι χτύποι στο τζάμι ταυτίζονται με αυτούς τους χτύπους της καρδιάς. Ίσως γιατί πάλι, όταν επανέρχεται ο πόνος, επαναπροσδιορίζεται με αφετηρίες παλαιότερου πόνου.

Οι ανασκαφές της αρχαιολόγου, η επαγγελματική ταυτότητα της ηρωίδας, δεν έχουν να κάνουν μόνον με τα ευρήματα, που ανακαλύπτει σε χώρους, που η λήθη του χρόνου σκέπασε με την σκόνη του. Έχει να κάνει με τις εσωτερικές ανασκαφές. Την ανάπλαση των δικών της αναμνήσεων, προσπαθώντας να τις τοποθετήσει ευλαβικά σε τρέχοντα χρόνο, μη τύχει και χαθεί η παραμικρή λεπτομέρεια εκείνων που έχει ζήσει, μέσα στην αφοσίωση της αγάπης. Μα όταν η λύπη βρει το κατάλληλο έδαφος για να καλλιεργηθεί, καρποφορεί καρπούς πολλών ειδών και αποχρώσεων. Γιατί σκοτεινοί λαβύρινθοι καιροφυλακτούν, ώστε να κατοικηθούν από τα θύματα της θλίψης.

Στο «Παραμύθι της βροχής», η ανάγνωση έχει την ροή ρυακιού που μελαγχολικά κελαρύζει, με τους ήχους να διαπερνούν και να εισχωρούν στις αισθήσεις. Το προσδιορισμένο γίνεται απροσδιόριστο στις εκβολές του πόνου, καθώς οι καταβάσεις του νερού γίνονται μελετημένες αναρριχήσεις στις δύσκολες αναβάσεις στην ψυχή των αναγνωστών. Το έχει αυτό η γραφή της Τέσυ Μπάιλα, εκεί δηλαδή που νομίζεις πως αναγνωρίζεις την έκβαση της μυθοπλασίας, εκεί ακριβώς γίνεται η ανατροπή. Με περιέργεια, με αγωνία, προσπερνά μια-μια τις σελίδες ώστε η εξέλιξη να φανεί στα μάτια μας. Έτσι η συγγραφέας προσπαθεί να εισχωρήσει στο μεγάλο πρόβλημα της εποχής, την κατάθλιψη. Την αναδεικνύει στο πρόσωπο της Χριστίνας και πως εκείνη προσπαθεί να την διαχειρισθεί. Γιατί όταν οι εφιάλτες επιστρέφουν, πρέπει να τους κοιτάξεις κατάματα, για να τους αντιμετωπίσεις κι ύστερα να τους νικήσεις, βιώνοντας τον πόνο από την αρχή, πηγαίνοντας βήμα-βήμα ως την τελευταία ρίζα, ως το ελάχιστο υπόλειμμα της αρχικής φύτρας του πόνου. Η ηρωίδα θα καταδυθεί μέχρι το τελευταίο βάραθρο της θλίψης, μετά από μια σειρά θλιβερών γεγονότων, που συντάραξαν την ήσυχη και ήρεμη μέχρι χθες ζωή της. Όσες προσπάθειες κι αν καταβάλλει για να απεγκλωβιστεί ζητώντας ακόμα και την βοήθεια ειδικού, δεν καταφέρνει να απελευθερωθεί από εκείνο που την ψυχής της κατατρώει. Θα προχωρήσουμε μαζί της, ακολουθώντας τα βήματά της μέχρι την οριστική κάθαρση της τραγωδίας. Σιωπηλοί θεατές σε δραματοποιημένα κείμενα ψυχής που περιγράφουν, συγκινούν, φέρνουν δάκρυα στα μάτια ως την τελευταία σελίδα.

Η αληθινή φιλία είναι άλλο ένα θέμα που ανακαλύπτουμε στις σελίδες του μυθιστορήματος. Μ’ έναν απλό και ταυτόχρονα μαγικό τρόπο, θα ξεδιπλωθεί η φιλική σχέση δύο διαφορετικών ανθρώπων, ξεχωριστών, που έχουν πιάσει τα δύο άκρα της γης. Αν και ζουν μακριά κι ο καθένας στον δικό του τόπο, με διαφορετικά βιώματα, άλλη ψυχοσύνθεση, κι εντελώς άλλη κουλτούρα θα συναντηθούν, για ν’ αποστάξουν την σοφία της διαφορετικότητας και να μεταγγισθεί νοοποιημένη πια, αναγνωρίζοντας πως η αλήθεια είναι μία, που προσεγγίζεται από διαφορετική διαδρομή κάθε φορά.

Ενδεχομένως κάποιες μεταφυσικές ή άλλες αναζητήσεις, ώθησαν την Τέσυ Μπάιλα, ώστε να μεταφέρει την πλοκή του έργου της στην μακρινή Ιαπωνία. Να μεταφέρει στις σελίδες του πονήματός της, όλες της αποχρώσεις μιας χώρας όμορφης που αναδύει γαλήνη, σύμφωνα με τις περιγραφές της.
Διαβάζοντας και ξαναδιαβάζοντας αρκετές φορές το βιβλίο, για να μπορέσω ν’ αφουγκραστώ τις λέξεις τις, μου αποκαλύπτονταν σε κάθε ανάγνωση και μια άλλη πτυχή. Θέλω να πω, πως, πίσω από τους διαλόγους και μονολόγους των ηρώων της, μου ξεδιπλωνόταν το ψηφιδωτό μιας φιλοσοφικής αναζήτησης, γραμμένη με ποιητικό τρόπο. Γιατί πίσω από την φιλοσοφία υπάρχει η Ποίηση. Τα φιλοσοφικά ψήγματα χρωματίζουν τις ψηφίδες με την ωραιότητα της γραφής της. Θεωρώ πως δεν είναι εύκολο να αιχμαλωτίσεις μια πορεία που μέσα της κλείνει πολλές διαδρομές, ως να έρθει το τέλος της μυθοπλασίας. Γιατί πίσω από την ιστορία, υπάρχει η μοναχική και σχεδόν ασκητική συνομιλία της δημιουργού με τους ήρωές της. Οδυνηρή τις περισσότερες φορές. Δεν είναι δηλαδή μόνον η κινηματογραφική εξέλιξη που διαδραματίζεται μπρος τα μάτια των αναγνωστών, είναι η όλη συγγραφική συμπεριφορά που αναδεικνύει το ήθος του ανθρώπου που κρύβεται επιμελώς μέσα στον καλλιτέχνη.

Η συγγραφέας θέλησε να περπατήσει στην πολιτισμική διάσταση των ηρώων της. Να περάσει με ανάγλυφο τρόπο την αφετηρία της κοσμογονικής αλήθειας, που ενώ φαίνεται διαιρετή είναι μοναδική και αδιαίρετη.
Είναι ο κόσμος των ιδεών της πλατωνικής φιλοσοφίας που ενώνεται με την ανατολική θρησκευτική φιλοσοφία για να βρει την ουσία του κόσμου. Όλη αυτή τη διαδρομή θα την διανύσει δίνοντας τον λόγο στους πρωταγωνιστές της αφηγηματικής της. Ακολουθείται ένα πεπρωμένο, μια μοίρα που ενώνει, αποκαλύπτοντας όχι μόνον την πνευματική συγγένεια μεταξύ των ανθρώπων, αλλά κυρίως τον δρόμο που ακολούθησαν μέχρι ν’ ανακαλύψουν και να φτάσουν στην πληρότητα της καρδιάς και του νου.

Έχω την αίσθηση πως στο συγκεκριμένο ανάγνωσμα η ίδια η μυθιστοριαγράφος και κατ’ επέκταση οι ήρωές της υπερβαίνουν τα προσωπικά όρια, για να φτάσουν σε άλλα ξέφωτα. Επιμηκύνουν τις ζωές τους ανυποψίαστα, μη γνωρίζοντας, αναζητώντας όμως βασανιστικά άλλες αποχρώσεις, για να ντύσουν το γκρίζο που περιρρέει τη συνειδητότητα της ύπαρξής τους. Θέλει γνώση κι απόθεμα ψυχής, για να δοθεί η χάρη της γενναιοδωρίας στους ανθρώπους. Για να υπάρξεις όμως γενναιόδωρος πρέπει πρώτα να υπάρξεις ελεύθερος. Να απαλλαγείς δηλαδή από όλα τα μικρά και τα ψεύτικα που δηλητηριάζουν την καθημερινότητα και να ζεις την κάθε μέρα με ευαισθησία και σύνεση. Άλλωστε τα πάντα ανήκουν σε όλους κι όλοι διαθέτουν την πολυτέλεια της επιλογής.

Πάντα θαύμαζα τους συγγραφείς για εκείνη την ικανότητα να διεισδύουν στις πιο ευαίσθητες γωνιές του ψυχισμού των ηρώων τους. Προνόμιο των Μεγάλων που διαφεντεύοντας τον χρόνο, τοποθετούν και τοποθετούνται όχι για χάρη του λόγου, αλλά για χάρη της αναζήτησης νέων μορφών επικοινωνίας, μεταλαμπαδεύοντας γνώση.
Τούτο ακριβώς κάνει και η Τέσυ Μπάιλα. Μεταλαμπαδεύει σε όλους μας την εμπειρία και την γνώση με εύγλωττο, γλαφυρό και κατανοητό τρόπο. Με λυρική διάθεση προσκαλεί να την ακολουθήσουμε σε τούτο το μακρινό ταξίδι στα έγκατα της ψυχής. Οι λέξεις μιλούν κι έχουν να πουν ακόμα περισσότερα σε κείνους που τις αναζητούν σε κάθε γόνιμη γραφή. Έτσι σα φθάνει η ώρα να μυρίσουμε με λαχτάρα που φέρνει το άρωμα φρεσκοτυπωμένου χαρτιού, ασύνειδα αναζητούμε στις ραγισματιές των ηρώων τις δικές μας ραγισματιές, που επιθυμούν να επουλωθούν στο επέκεινα του χρόνου. Κι όσοι πολύ έχουν πονέσει ίσως να βρουν τις φυλακισμένες αλήθειες στις άγριες επιφάνειες του πόνου.

«Το παραμύθι της βροχής» είναι το κλειδί που ξεκλειδώνει σκέψεις και συναισθήματα για να ταξιδέψουν από το Αρχιπέλαγος της Ιαπωνίας ως το δικό μας Αιγαίο, διαπιστώνοντας πως στο βάθος εκείνο που μετράει είναι ο άνθρωπος και πως δύο διαφορετικοί λαοί μπορούν να μοιάζουν τόσο πολύ. Καλοτάξιδες πλεύσεις στις όμορφες στάλες της γραφής σου Τέσυ…


Απόσπασμα:

«Η φιλοσοφία είναι ένα μεγάλο ταξίδι!» της είπε εκείνος. «Όλα όσα σε εντυπωσιάζουν, βρίσκονται εκεί. Είναι μια θάλασσα για να ταξιδέψεις, και πάντα σε περιμένει μια διάφανη ακρογιαλιά στο τέλος του ταξιδιού. Χρειάζεσαι δυνατό σκαρί όμως, για τον πηγαιμό στην καινούργια ακτή. Στην Ελλάδα το είπατε Πλάτωνα, Αριστοτέλη, Σωκράτη ή Πυθαγόρα. Εμείς εδώ το λέμε Βούδα. Στην Κίνα Κομφούκιο, κάθε λαός κάπως το ονομάζει. Και η ακτή που θα φτάσουμε μπορεί να λέγεται τελείωση, αυτογνωσία ή νιρβάνα, δεν έχει καμιά σημασία. Παντού έχει ένα διαφορετικό όνομα, το σκαρί όμως ακολουθεί τα ίδια κύματα για να φτάσει στον προορισμό του. Δεν υπάρχουν διαχωρισμοί. Το θέμα είναι να αφεθείς στο ταξίδι που σε καλεί. Να ακούσεις την άγκυρα όταν σηκώνεται από το νερό και να προλάβεις να επιβιβαστείς στο πλοίο που φεύγει».

Η Χριστίνα δεν μιλούσε. Άκουγε μόνο τα λόγια αυτού του ανθρώπου και σκεφτόταν πόση μοναξιά προϋποθέτει αυτό το ταξίδι. Όλα ένας δρόμος λοιπόν. Ένας δρόμος μακρινός, μοναχικός και δύσκολος. Ένα μακρινό μονοπάτι προς την αυτογνωσία που θα οδηγήσει τελικά στην προσωπική ολοκλήρωση. Είναι ένα μεγάλο ταξίδι.

«Το εύδαιμον το ελεύθερον, το δ’ ελεύθερον το εύψυχον». Η Χριστίνα έφερε στο νου της τα λόγια του Θουκυδίδη από τον Επιτάφιο του Περικλή, μην μπορώντας να κρύψει την έκπληξή της. Αιώνες πριν ο Θουκυδίδης είχε μιλήσει γι’ αυτά. Για να φτάσει κανείς την τελειότητα είναι ανάγκη να κατακτήσει πρώτα την ελευθερία, αλλά για να γίνει αυτό πρέπει να έχει βαθύνει στην ψυχή του, πρέπει να έχει φτάσει σ’ ένα ανώτερο επίπεδο τελείωσης και πληρότητας. «Είμαστε μόνοι σ’ αυτό το ταξίδι;» τον ρώτησε.

«Πάντα μόνοι είμαστε, ας μη γελιόμαστε. Ερχόμαστε και φεύγουμε από τη ζωή πάντα μόνοι, κι ας διαλέγουμε εμείς αυτούς που θα αγγίξουν ή έστω θα δουν τις ρωγμές της ψυχής μας. Στο ταξίδι της ζωής και της αυτογνωσίας, είτε έχουμε συνεπιβάτες είτε όχι στο καράβι μας, τελικά είμαστε μόνοι μας. Εμείς ανοίγουμε τα πανιά του πλεούμενου κατά κει που μας καλεί ο άνεμος. Κανένας άλλος! Ορίζουμε τα προσωπικά μας όρια και προχωρούμε, με την ελπίδα να φτάσουμε. Και καμιά φορά είναι το ίδιο το ταξίδι που διώχνει τους συνεπιβάτες μας. Η μοίρα του ανθρώπου αλλάζει και συχνά οι άλλοι δεν μπορούν να αποδεχτούν την αλλαγή αυτή. Φεύγουν από κοντά, απομακρύνονται. Σαν να μην μπορούν να αντέξουν το δρόμο που εμείς διαλέξαμε να ακολουθούμε. Επειδή δεν βλέπουν το λιμάνι που θέλουμε να φτάσουμε ή το δικό τους είναι αλλού. Και τότε νιώθουμε τη μοναξιά που πάντα υπάρχει γύρω μας αλλά δεν μπορούμε να δούμε. Η ζωή, σαν προβολέας, περνά και φωτίζει τελικά όλα τα αθέατα γύρω μας».

ΤΑΚΗΣ ΤΣΑΝΤΗΛΑΣ – Της ροής και της τέφρας.


«Πάνω απ’ το σκοτάδι είναι ο λόγος
Τα άνθη της ροής και της τέφρας
Η αγάπη που δεν χάθηκε
Η διαύγεια των φωτισμένων δακρύων»


Μ’ αυτές τις λέξεις, καλωσορίζει ο ποιητής το 2011, τους φίλους και αναγνώστες στο καινούργιο του ταξίδι, που έχει τίτλο, «Της ροής και της τέφρας». Ο Αίολος που γνωρίζουμε, επιλέγει την ΑΝΕΜΟΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ για ν’ ανοίξουν μαζί τα πανιά της γραφής και να πλεύσουν στα όμορφα πελάγη της ποίησης.

Αθωότητα και μνήμη, φαντασία και πλάνη, όνειρα και χάδια «στ’ ανοιχτά των καιρών». Μυρωδιά στο δέρμα κι αποτυπώματα αφής στους σταθμούς του κορμιού, αναπόδεικτα συναντούν συναισθήματα που κρατήθηκαν νύχτες ντυμένες θαύματα. Δίχως αρνήσεις, ελεύθερα κόβουν εισιτήρια οι καταφάσεις στο ταξίδι για τον παράδεισο. Ερωτικά σκιρτήματα και παραμιλητά συνοδεύουν αποσκευές του ενός και μοναδικού μύθου που ονομάζεται: «α γ ά π η ».

Αμίλητα διψούν εξηγήσεις ανεξήγητου χωρισμού κακιάς στιγμής, με τα βλέμματα να υποχωρούν υπερβατικά, παύοντας ταυτόχρονα συγνώμη άφατη σε χείλη που δεν μιλούν. Φιλούν το στόμα της αντάμωσης. Αγγίγματα φέρνουν λυτρωμούς σε βυθούς ανεξερεύνητων γαλάζιων ονείρων, σαν το κορμί λυγάει και καταργεί το χρόνο που άδοξα πέρασε.


ΑΦΕΥΓΑΤΗ ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ

Κι έρχεται αίφνης η άγια στιγμή
η αθέατη ώρα
που σμίγεις - ξανά- με τ’ απρόσμενο

Όπως σμίγει η βροχή με το δάκρυ
Όπως το πάθος με την ανεξιχνίαστη σιωπή
Όπως η μνήμη με την αφεύγατη νοσταλγία


Ο Τάκης Ταντήλας είναι ο ποιητής που ανασκάπτει το παρελθόν της γλώσσας κι αναδεικνύει λέξεις ξεχασμένες. Τις αποσπά από τον πρακτικό τους προορισμό, που αφού τις μετουσιώσει τις χρησιμοποιεί, για να εκφράσει την πνευματική υπόσταση στα ποιήματά του. Ο ίδιος σε μια έκρηξη αυτογνωσίας θα πει: «Τους εχθρούς μου τους ξέρω/Από τους στίχους μου φυλάγομαι».
Γιατί η ποίηση είναι για τον ποιητή τρόπος ζωής. Καίγεται αθόρυβα από το φως της που εισέρχεται στις φλέβες, αιμορραγώντας λέξεις στους ναυαγισμούς των στίχων. Στις αναφλέξεις της έμπνευσης θα τον βρει η νύχτα ν’ αγρυπνά, αντιμαχόμενος το σκοτάδι, για να την καταγράψει. Είναι η ύστατη στιγμή του εξαγνισμού μιας λυτρωτικής εξομολόγησης του λόγου που πια σαρκώνεται στο χαρτί, εξαγιάζοντας τον προσωπικό στεναγμό.

Ζει την διαρκή αναζήτηση με αισθητική εγρήγορση, για να μπορεί να αποδίδει με την γραφή του το βαθύτερο νόημα, από τη σύλληψη ως το τελικό αποτέλεσμα της έμπνευσής του. Το υλικό των αισθήσεων το κάνει Τέχνη. Τα σπαράγματα της ψυχής τα κάνει ποίηση, κρύβοντας επιμελώς την ικεσία στις λέξεις, που τρομάζει από την απουσία εκείνης που αγαπά.


ΑΝΑΡΧΟΣ ΧΡΟΝΟΣ

Άναρχος ο χρόνος
μας χαιρετά
μας προσπερνά
μας βλαστημά
και χάνεται
μες στα κενά αθέατων σιωπών
ενώ το φως συλλέγει μνήμες
απ’ τις κρήνες των ονείρων

Άνθισε έρωτας κάποτε εδώ
αφήνοντας τα ίχνη του τσαλακωμένα
στα κορμιά μας


Κι όταν οι σιωπές συνωστίζονται στους τριγμούς του πάθους, ξεκινά ο περίπλους στην αθωότητα, στο αιώνιο αίνιγμα του έρωτα.
Προσκυνημένο λείψανο η πεθυμιά του πόθου, αναζητά συχνές χαρακιές σε μιλημένα σώματα, για να ανθοφορούν συνευρέσεις στην αυλή των θαυμάτων, με αμίλητους φόνους. Ρουφούν το παρελθόν ενός ασυμβίβαστου χωρισμού, για να φυλάξουν το μέλλον στο δέρμα, που ανατριχιάζει με το παρών, τα γλυπτά μιας αγάπης ανιδιοτελής και συμβιβασμένης με την μια και μοναδική σταγόνα τ’ ουρανού που βρέχει μόνο για κείνους. Κι όσα άσχημα μεσολάβησαν σκορπίστηκαν με άηχους ανέμους στη λήθη μιας εύφλεκτης νύχτας.


ΝΥΧΤΑ ΠΑΘΟΥΣ

Όλη τη νύχτα ανάσαινα
τι φλεγόμενο σώμα σου
που γυμνό έσμιγε πάνω μου
και χάραζε πορφυρές πινελιές
με το κοφτερό λεπίδι του πάθους

Υ.Γ: Να με χαράζεις πιο συχνά
για να μπορώ μαζί σου να θάλλω


Ο Τάκης Τσαντήλας επιδιώκει ανιχνεύσεις στην «κρυφή τ’ ουρανού αταξία», ανακαλύπτοντας την ελπίδα στο τραγούδι της ζωής. Βυθίζεται σε λυπημένους βυθούς ανασύροντας στο φως αθροισμένα ναυάγια ονείρων.


Τ’ ΟΥΡΑΝΟΥ ΑΤΑΞΙΑ

Έτσι σε ανιχνεύω μικρή μου
σαν κρυφή τ’ ουρανού αταξία
σαν βροχή που αλώνει τη σύμπασα μνήμη
σαν σιωπή που ποθεί τον ανήμερο λόγο
σαν ροή της ανάστατης θάλασσας
και βυθίζομαι
βυθίζομαι
βυθίζομαι στα απύθμενα μάτια σου
εκεί που μονάχα
ναυάγια και όνειρα αθροίζονται

Έτσι σε ανιχνεύω σου λέω
ρίχνοντας φως
στις αδιάβατες νύχτες σου


Ο ποιητής πάντα θ’ ανταμώνει με στίχους, αφού οι δρόμοι της μνήμης παραμένουν ανοιχτοί σε φευγάτους καιρούς, εκεί που η μοίρα ορίζει συναντήσεις με το πεπρωμένο της γραφής του. Νεκροί ίσκιοι θ’ ανασταίνονται από όνειρα που σε ψυχές ακούμπησαν, θρυμματίζοντας παγωμένα δάκρυα από λάμψεις αστεριών που φέγγουν αιώνια το παραμιλητό του έρωτα και της αγάπης.


ΣΤ’ ΑΝΟΙΧΤΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ

Θ’ ανταμωθούμε ξανά στ’ ανοιχτά των καιρών
στον ουρανό με τις μνήμες
εκεί που τα άστρα φέγγουν αιώνια
κι αποστεγνώνουν το δάκρυ στο βλέμμα μας
έτσι που να μας βρει η αυγή
σφριγηλούς κι ακμαίους

ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ – Χαμένα κορμιά (μυθιστόρημα)

Από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ, κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 2011, το πρώτο μυθιστόρημα του Διονύση Μαρίνου ΧΑΜΕΝΑ ΚΟΡΜΙΑ.

Ο συγγραφέας με τούτο το πόνημα επιχειρεί, μια αλληγορική προσέγγιση στο παράδοξο του σύγχρονου ανθρώπου και της κοινωνίας του. Όταν τα γεγονότα τρέχουν, μεταβάλλουν και επηρεάζουν την ευαισθησία ως προς την αντίληψη της αλήθειας. Τούτη την αέναη μεταβολή στο χώρο και τον χρόνο, ο δημιουργός την καταγράφει με εποπτικούς έως και διανοητικούς λακωνισμούς ώστε να μην εξαρθρωθεί η συνείδηση σ’ ένα σύνολο που συλλογικά αντιλαμβάνεται, τις περισσότερες φορές, τα σερβιρισμένα από τον τύπο γεγονότα. Άλλωστε παιδί της δημοσιογραφίας είναι κι ο ίδιος. Είναι όμως και ποιητής. Δεν θα μπορούσε επομένως η συγγραφή να μην εμπεριέχει και τις δύο ιδιότητες. Ο λόγος του ρέει σε ποιητικές διαδρομές, ενώ ταυτόχρονα απεικονίζει κατά το δημοσιογραφείν τα περιστατικά που ρέουν.

Το βιβλίο ΧΑΜΕΝΑ ΚΟΡΜΙΑ είναι ένα ανθρωποκεντρικό έργο χωρίς να μπορούμε να διακρίνουμε τους συγκεκριμένους ήρωες που αποτελούν συνήθως την βάση για την δομή ενός μυθιστορήματος. Υπάρχει κίνηση, ένταση αλλά και μια πυκνότητα στο λόγο που συνεπαίρνει ακόμα και τον πιο δύσπιστο αναγνώστη στην παρακολούθηση όσων συμβαίνουν μέσα στις σελίδες. Ρευστή παλλόμενη αισθητική συγκίνηση αλλά κι αγωνία. Άλγος για το αν τελικά μπορεί να να επέλθει λύτρωση στην στατική και καθόλου αναλυτική δομή της εποχής. Γιατί δεν υπάρχει αμφιβολία, ο Διονύσης Μαρίνος την εποχή και όσα συμβαίνουν γύρω του περιγράφει.
Μεταχειρίζεται την ελαστικότητα που του δίνει η οπτικοποιημένη τεχνική αποτύπωσης εικόνων σε μια περίεργη αλληλοδιείσδυση στοιχείων, συλλαμβάνοντας την κάθε σκηνή χωριστά, για να αποδοθεί η κίνηση και η αλλεπάλληλη συνύπαρξη των πιο παράταιρων εικόνων μέσα σ’ έναν ανάστατο χώρο. Έτσι δημιουργείται στον αναγνώστη ο ίλιγγος μιας τρελής ψευδαίσθησης από το καυστικό και αιρετικό περιεχόμενο του έργου.

Αντιφατικοί μαγνητισμοί με πολλαπλές κι ανακόλουθες συνειδήσεις, επιχειρούν μετά τον φόβο να ομολογήσουν την ανεπάρκεια ώστε να μπορούν να ενταχθούν σε μια κοινή συλλογική συνείδηση με κοινή αφετηρία τον τρόμο της εξαφάνισης. Η συναισθηματική αντίδραση του κόσμου μπρος την κρίση και τις αφοριστικές κατεδαφίσεις όλων των εννοιών που ως τότε γνώριζε, φέρνει την ολοκληρωτική και αναπόφευκτη αποκοπή μέρους του συνόλου ηθελημένα ή αθέλητα μη μπορώντας να αντέξουν την φρίκη του Σοκ και Δέος στη ζωή τους.
Κι όσο η ίδια η ζωή θα εξαφανίζεται, τόσο οι άνθρωποι θα εξαφανίζονται, θα εξαϋλώνονται στα μεταφορικά και μη διαπραγματεύσιμα απωθητικά διανοητικά κομματικά προγράμματα της πολιτικής νομενκλατούρας. Η ασύμμετρη απειλή εγκληματικών έργων και ημερών τυχοδιωκτικών κυβερνόντων, πάντα θα διαφεντεύει λαούς που επαναπαύονται στην απραξία μιας τακτής αταξίας. Οι παράπλευρες απώλειες σε αόρατες μάχες ίσως να είναι η αρχή μιας ελάχιστης ελπίδας για αφύπνιση των πνευματικών ικανοτήτων που αδρανούν στη σήψη της όλης αδράνειας. ΄

Ο Διονύσης Μαρίνος στα «χαμένα κορμιά», μας εισάγει σ’ ένα είδος γραφής που καλεί τον αναγνώστη να γίνει μέρος της σκέψης για ένα αύριο γεμάτο ελπίδα, γιατί όπως λέει κι ο Αϊνστάιν, «ο Θεός δεν παίζει ζάρια με το Σύμπαν». Ας προβληματιστούμε…

ΕΛΕΝΗ ΜΑΥΡΟΓΟΝΑΤΟΥ – Φυσάει απόψε περασμένους έρωτες

Άλλη μια ποιητική συλλογή κυκλοφόρησε το 2011, με την γνωστή καλαίσθητη επιμέλεια, της ΑΝΕΜΟΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ. Πρόκειται για τα νέα ποιήματα της Ελένης Μαυρογονάτου με τίτλο, «φυσάει απόψε περασμένους έρωτες».

Μακροχρόνιοι καταιγισμοί συναισθημάτων στους καθρέφτες του χρόνου, που πάνω τους πέφτουν καρδιές και ραγίζουν παιγνίδια αισθημάτων. Μεταγγίσεις σε ψηφίδες που αντανακλούν το αμετάκλητο αιμοφόρων αγγείων σε κρύσταλλα, καθώς φιλούν εμπνεύσεις. Στάζουν ερωτική ποίηση οι στίχοι. Ξεπλένονται από το βάρος των ενοχών, ενταφιάζοντας με επιμέλεια τις μνήμες.

Στη Συχνότητα της ποίησης, η Ελένη Μαυρογονάτου δίκαια έχει αποκτήσει τον δικό της σταθμό μετάδοσης, που εκπέμπει λέξεις φορεμένες από τον μανδύα της προσωπικής ταυτότητας. Η γραφή παραμένει πιστή στο ύφος που δικαιώνει την λεκτική της εξέλιξη.
Γνώριμοι παραμένουν οι προσανατολισμοί στις βραδείς αναφλέξεις που πυροδοτούν τον λόγο. Πύρινες εντάσεις αποκαλύπτονται εκεί που «φυσάει απόψε περασμένους έρωτες».

Η αλήθεια είναι πως με την Ελένη Μαυρογονάτου, πάντοτε υπάρχει μια δυσκολία στην επιλογή. Γιατί σχεδόν όλα τα ποιήματα, κρατούν ανέγγιχτη την απουσία, κρύβοντας επιμελώς τους ναυαγισμούς της ψυχής, που προκαλούν οι συναισθηματικές εξαρτήσεις. Η τρυφερότητα που εμπεριέχεται στους στίχους , η σωστή δόμηση, η νοηματολογία, το βαθύ συναίσθημα, κάνουν την ανάγνωση γοητευτική και όμορφη.

Το χαμένο πάθος, βρίσκει κι απόψε το ιδανικό κατάλυμα, για να διανυκτερεύσει στο μέχρι πριν κρύο σώμα, αποκοιμίζοντας γλυκά το παραδομένο όνειρο. Να ξυπνάει στο φως αφού πρώτα εξουσιαστούν πόθοι κρυφοί στο σκοτάδι. Κλίσεις του έρωτα σ’ όλους τους χρόνους, «δίχως υποτακτικές υπεκφυγές». Ερωτικοί επιτύμβιοι σε επικηρυγμένα τοπία ρημάζουν και ρημάζονται, σπαρταρώντας ηδονισμούς σ’ ένα ακόμα αιμάτινο θάνατο. Με αυτιστικές λέξεις γράφονται συνταγολόγια αισθημάτων που από καιρό έχουν λήξει.


ΣΕ ΧΡΟΝΟ ΕΝΕΣΤΩΤΑ

Θέλω τον έρωτά σου
στο χρόνο του τον ενεστώτα,
οριστικό και αμετάκλητο,
δίχως υποτακτικές υπεκφυγές,
αμφίβολους αορίστους
και μέλλοντος κατ’ εξακολούθηση.
Θέλω τον έρωτά σου
μικρή παθητική
μετοχή,
παραδομένο
εξαρτημένο
θυμωμένο,
να μεταγγίζεσαι ολάκερη
ως τον τελευταίο σπασμό
και να σου γνέφω
κι άλλο.
Θέλω τον έρωτά σου
εξουσία κι επανάσταση.


Βουλιάζει η αγάπη σε πέλαγα τρικυμισμένα. Χωρίς κουπιά αφήνεται η βάρκα να δέρνεται στα κύματα, αναλώνοντας ζωές που έζησαν το μισό απ’ όσο άξιζαν. Πορεύτηκαν σε γραμμές τυφλών, ψηλαφώντας ένα-ένα τα σημάδια σε σώματα που σπαρταρούσαν δαιμονισμένα το « Σε Θέλω».
Διάφανες καταδύσεις γυρεύουν χαμόγελα, για να καταδυθούν αισθήσεις αήττητες με καθαρτήριες λέξεις, στους βωμούς της ματαιότητας. Βουβές μένουν, για ν’ αφουγκράζονται ψιθύρους που σκηνοθετούν ερήμην τους όνειρα.


ΝΑ ΛΥΓΙΣΕΙ Ο ΧΡΟΝΟΣ

Να λυγίσει ο χρόνος
να γίνει το σώμα μου
και πάλι
αιμοφόρο αγγείο
και να εκλιπαρεί
μια μικρή μετάγγιση
απ’ τα φιλιά σου.


Η ποιήτρια επιλέγει προσεκτικά λέξεις, για να αποδημεί εντέχνως στους τιτανικούς της ψυχής, πριν τη μεγάλη βύθιση στα μάτια του άλλου. Νεφελώματα αγάπης που αθωώνουν σύννεφα, καθώς στάζουν την αλήθεια των συναισθημάτων. Μεταναστεύουν δένοντας την πληγή που αιμορραγεί στα πετρώματα της ποίησης, κάτω από το «λιγοστό φως ενός κεριού».

Όμως πέρα από τις προσωπικές λέξεις που αποτυπώνουν κάθε τι δικό της, η Ελένη Μαυρογονάτου θα γράψει και τις «λέξεις του Μάριου». Μη προσπεράσετε! Διαβάστε προσεκτικά! Αφουγκραστείτε τη φωνή ενός παιδιού με «ιδιαίτερες ικανότητες» ! Ποιητικά θα μεταφέρει την δική του φωνή σ’ όλους εμάς που δεν ακούμε, δεν βλέπουμε, δεν μπορούμε να αισθανθούμε την μεγάλη ανάγκη στο επικοινωνείν. Μ’ αυτόν τον τρόπο η δασκάλα θα γίνει ο διάμεσος, ο διαμετακομιστής των ευπαθών συναισθημάτων ενός άλλου κόσμου, που επιτακτικά επιθυμεί να συμμετέχει ενεργά στην ζωή των απλών ανθρώπων ή κατ’ επίφαση, των κανονικών ανθρώπων..


ΛΕΞΕΙΣ

Υπάρχουν λέξεις
που δεν μπορούν
να μιλήσουν
παρά κάτω από
το λιγοστό
φως ενός κεριού.
Θέλουν να νιώθουν
χέρια ιδρωμένα
και σώματα που
μπλέκουν σε ξέστρωτα
σεντόνια.
Υπάρχουν λέξεις
που μόνο αν τις
κοιτάξεις κατάματα
θα σου πουν
την αλήθεια τους.


Με κλειστά παραθυρόφυλλα η λήθη, αρνείται ν’ απορρίψει καταπατημένους όρκους περασμένων ερώτων. Δεν είναι η λησμονιά που αγρυπνά ώρες φονικές, ρίχνοντας στη φωτιά α-μνήμονη μνήμη. Είναι η ανάμνηση που πονά, συνάζοντας πρόσωπα στην τροχιά των συναισθημάτων. Κι αν αγριεύει ο αέρας, θα φυλαχτούν καλά οι επιστροφές των αισθήσεων. Λαχταρούν να υποταχτούν τυφλά σε σελίδες που γράφουν τ’ απομνημονεύματα της καρδιάς, με τον χρόνο να συμφιλιώνει τις αποστάσεις.


ΛΗΘΗ

Ρίξε πάνω σου,
πρόχειρη εσάρπα,
τη λήθη.
Φυσάει απόψε
περασμένους έρωτες.


Αλύτρωτοι έρωτες καταχωρούνται σε μητρώα άστρων που κατοικήθηκαν σε ασύνορα περιγράμματα. Στρατιές ποιημάτων κατέφθαναν να καταλάβουν ψυχές και σώματα στη αυλή των θαυμάτων. Μοιρασμένα αποθέματα, έγιναν λόγος λίγο πριν ξημερώσει. Φθαρτά σώματα ντυμένα με στίχους μετασχηματίστηκαν σε άφθαρτα ποιητικά σώματα στη ροή του χρόνου. Δικαιωμένοι κι αδικαίωτοι πόθοι στις γραμματοσειρές ενός απαγορευμένου ονείρου.


ΤΟ ΜΗΤΡΩΟ ΤΩΝ ΑΣΤΡΩΝ

Να βιαστώ να ξεκουμπώσω
το πουκάμισό σου,
να φιλήσω το πρόσωπό σου
ν’ αγγίξω το σώμα σου.
Να βιαστώ να σ’ αγαπήσω
καταχωρώντας σε
στο μητρώο των άστρων.
Κι αύριο,
σαν ξημερώσει,
να σε κάνω ποίημα.


Χωρισμένοι εαυτοί εκτίουν ποινές ισόβιας θλίψης αλαφροπατώντας στον παράδεισο. Σε καμιά κόλαση δεν χωρούν εραστές που ερωτοτροπούν αμίλητοι, ψηλαφώντας αισθήσεις. Τα απολιθωμένα ίχνη μαρτυρούν στο στρώμα την ανάμνηση αποχαιρετισμών στα ικριώματα της αγάπης .


ΙΣΟΒΙΑ ΘΛΙΨΗ

Από τότε
που έφυγες
εκτίω ποινή
σε ισόβια θλίψη.


Είναι βέβαιο πως άσωτα συναισθήματα θα περιφέρονται σε κανονιστικούς και ορθογραφικούς κανόνες, σπασμών ανορθόγραφων. Απομεινάρια μνήμης ερμητικά κλεισμένα στην τεφροδόχο της ποίησης περιμένουν επαρκείς αναγνώστες να σκορπίσουν τη στάχτη στον άνεμο.
Η ποιήτρια αφού έγδαρε ανορθόγραφες αιωρήσεις, αφού χάραξε με τα νύχια την μετανάστευση του πόνου, χειρονομώντας άσεμνα στην απόγνωση, άφησε τον ψίθυρο να τρυπώσει στην έμπνευση των συντεταγμένων ονείρων που μιλούν με… σώματα ποιητικά.


ΑΣΩΤΟ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ

Θέλω να πλύνω το σώμα σου
απ’ όλα τα χτεσινά φιλιά,
να πλύνω με τ’ αναφιλητά μου
όλα τα χάδια που έγερναν
πάνω σου
πολύ πριν με γνωρίσεις.