Από τις Εκδόσεις ΑλΔε, κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 2011, το πρώτο μυθιστόρημα της Έμυς Τζωάννου, «Η ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ… ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ»
Κάθε καινούργιο βιβλίο, είναι η αρχή του τέλους ενός μεγάλου ταξιδιού. Μια περιπέτεια που ξεκίνησε ως σκέψη, για να καταλήξει ένα ημερολόγιο συγγραφικής αγωνίας, ως να ολοκληρωθεί και να τυπωθεί σε σελίδες ανοιχτές που κοινωνήθηκαν πάθη.
Είχα την ευτυχία να συναντήσω πριν δυο χρόνια την Έμυ Τζωάννου ή για να ακριβολογώ, να με συναντήσει εκείνη διαδικτυακά και η ίδια να επιδιώξει να γνωριστούμε. Με τα βιβλία μου αγκαλιά πήγα να την ανταμώσω. Στα χέρια της κρατούσε τα δικά της ποιητικά έργα. Μέσα από τις λέξεις της γνώρισα την ποιήτρια Έμυ Τζωάννου που με ταξίδεψε σε ερωτικά πέλαγα κι αγάπης θάλασσες.
Από τότε μας συνδέει μια φιλία με πολλές - πολλές συναντήσεις ποιητικές και όχι μόνον. Γιατί η Έμυ έγινε η αγαπημένη φίλη, ο άνθρωπος που μαζί του μοιράζομαι προσωπικές στιγμές, σε ώρες εξομολογήσεων και δημιουργίας. Μαζί πορευόμαστε στον δύσκολο δρόμο της αναδημιουργίας των συναισθημάτων. Γιατί η Έμυ Τζωάννου είναι προπάντων βαθιά συναισθηματικό άτομο. Έτσι όλα όσα βιώνει, της επιτρέπουν να αναπλάθει το βιωμένο συναίσθημα, με λέξεις καρδιάς. Για την ίδια, δεν παίζουν πρωταρχικό ρόλο οι κανόνες της απόδοσης, αλλά το σημαντικό που πρέπει να αποδοθεί. Πάντα χαμογελαστή και αισιόδοξη, ακολουθεί τη ροή του χρόνου με θετική ενέργεια, απολαμβάνοντας την έκπληξη, που εκείνος της προσφέρει.
Είχα διαβάσει το μυθιστόρημα «Η ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ… ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ» από το περασμένο καλοκαίρι και γνώριζα πολύ καλά την ανάγκη της να το εκδώσει και πόσο προσπαθούσε γι’ αυτό. Ήταν ένα όνειρο, καθώς αυτά που είχε γράψει, αφορούσαν ένα ταξίδι στην ονειροθάλασσα της αγάπης. Για τούτο και σε πρώτο πρόσωπο η αφηγηματική της.
απόσπασμα, στο πιάνο ο Χρίστος Δημάκης
«Η θάλασσα, σαν μάγισσα πλανεύτρα με ξεσηκώνει με το κύμα της, με θεραπεύει με την ηρεμία και την απεραντοσύνη της και με λυτρώνει, παραδίνοντας το κορμί και την ψυχή μου στο δροσερό άγγιγμά της και στη γαλανή αύρα της.»
Θάλασσες που χωρούν μόλις σε μια ψυχή, είναι τα λόγια της. Συναισθήματα που αναδύονται από βυθούς και γίνονται κύματα για να φτάσουν γλυκά στις ακτογραμμές της ανάμνησης. Στιγμές που κλείστηκαν σε λαμπερά κοχύλια, καθώς η παλίρροια έφερε να συντροφεύσουν, να φιλήσουν την έρημη άμμο, σε ώρες μοναχικές. Αγγελούδια που υμνούν πόθους και ζωγραφίζουν τραγούδια, ζωντανεύουν τσακισμένες ελπίδες σε χρόνο διάμεσο στου απείρου την δίνη.
Πως η ίδια κατανοεί; Πως εισπράττει; Πώς αφήνεται; Πως γεύεται ηδονισμούς στα ερωτικά περάσματα, τότε που το φως ενώνεται με σκιές στις αντανακλάσεις της διάνυσης από το χθες ως το σήμερα; Είναι η γυναίκα που ερωτεύεται, αγαπά και προκαλεί την υπέρβαση της προσωπικής αντοχής της σε κείνο, που απρόσμενα ήρθε. Γιατί έτσι είναι ο έρωτας, απρόβλεπτος, ακάλεστος. Ζητά, απαιτεί να χορέψεις στα βήματα του δικού του χορού τον χορό των "γιατί", των "πρέπει" ζυγιάζοντας σιωπές, σε σχήματα που οι πιστοί επιστρέφουν σε παραδεισένιους τόπους, λύνοντας τα χέρια, για ν' αγκαλιάσουν τα όμορφα που απλόχερα δίνονται, για να επιπλεύσουν συναισθήματα από καιρό ξεχασμένα κι ηρωικά να δραπετεύσουν και να βρεθούν ενεργά, μάχιμα, στις πολεμίστρες κάστρων που εκπορθούνται, κουρσεύονται, λεηλατούνται από την αγάπη.
απόσπασμα, στο πιάνο ο Χρίστος Δημάκης
«Από αύριο θα χαϊδεύω τα σημάδια του, ανταλλάσσοντάς τα με χρώματα, αγκαλιάζοντας τη δύση. Θα αναβλύζω απ’ το βυθό της ανάμνησης…, στα απόκρημνα μονοπάτια της σκέψης μου.»
Οι εραστές που κάποτε αγαπήθηκαν πολύ, πάντα θα κουβαλούν, το μεγάλο φορτίο στις ενοχικές κατακόμβες των ματιών, για όλα εκείνα που έδωσαν και δεν πήραν, τους λεηλατισμούς στους δρόμους της καρδιάς, τις αναπόδεικτες ανακρίβειες που στοίχειωσαν στιγμές και καθόρισαν προδοσίες, διαλύοντας χαμόγελα χαράς, φέρνοντας την ανατολή σε θλίψεις.
Η Έμυ Τζωάννου θα τα ζήσει όλα κι ύστερα θα τα καταγράψει. Με την αφή φτιάχνει τα ψηφιδωτά της γραφίδας "απαλλαγμένη από τον εφιάλτη της απουσίας πειθαρχημένη στις "αχαλίνωτες μνήμες", θα αρχίσουν την φυσιολογική ροή, το στάξιμο σταγόνα-σταγόνα που γίνονται λέξεις, οι σταλακτίτες της ποίησής της με στεγνά πια τα μάτια.
Όλα ίδια κι όλα διαφορετικά σε τούτη την κατάθεση ψυχής, ριγμένα σε χρώματα, με το φως να φωτίζει το γνώριμο ύφος της. Η ποιήτρια εξελίσσει την γραφή, καθώς η ίδια εξελίσσεται, μετουσιώνοντας αποστάγματα ζωής, που κατακτήθηκαν στους πυρπολισμούς του έρωτα και της αγάπης. Εκεί που χτίζει, εκεί ακριβώς γκρεμίζει, για να επανέλθει σοφότερη, χτίζοντας από την αρχή την μυθολογία της περιπλάνησης. Οι διαδρομές είναι τα υλικά που δομούν τα οικοδομήματα των συναισθημάτων και γίνονται λόγος.
Κύματα σε άγνωστα νερά, πάθη πλέοντα σε στιγμιαίους χρόνους στους αντικατοπτρισμούς όλων εκείνων που αγαπήθηκαν στα όρια της ψυχής και του νου. Είναι το μήκος του χρόνου που φυλάχθηκε σε ληγμένους χειμώνες και χάρτινα καλοκαίρια. Με την ελπίδα, πως δεν θα φθαρούν από των καιρών τους λειμώνες. Κι όταν οι μέρες πλησιάζουν χρυσαφένια δειλινά, εκείνη επιστρέφει, επαναπροσδιορίζοντας νύχτες ναυάγια, που πια δεν την τρομάζουν. Οι απουσίες περνούν δίπλα της. Αγγίζει τα σπασμένα τους φτερά, επουλώνοντας απαλά τις πληγές που έμειναν ανοιχτές, από την εποχή που οι επιθυμίες κάλπαζαν, σε ασύννεφους ορίζοντες.
Χαρακιές της μνήμης στο γυαλί, στα λαθραία λιμάνια της υπομονής, οι θύμησες διασχίζουν ωκεανούς νοσταλγικών θαυμάτων. Επέζησαν διαρρηγνύοντας ανάσες σε στιγμές τρυφερές στις τρικυμίες των σωμάτων. Τώρα αρμενίζουν σε σελίδες λευκές με γαλαζοπράσινους φθόγγους, βάζοντας αποσιωπητικά στο τέλος της αφήγησης.
Κεντά τις αλλαγές που φέρνει ο χρόνος με σύμμαχο «φλέβες κεραυνών», να φωτίζουν έντεχνα του ελιγμούς στα ταξίδια της μνήμης.
Δεν σκοτώνεται εύκολα η νοσταλγία. Αξιώνεται η αλήθεια της, καθώς γράφεται νύχτες μεθυσμένες από την αγάπη στα χρυσά φεγγάρια της αναμονής, στις φορτισμένες διαδρομές λάθους, που τυραννικά εγκαταστάθηκε στις φαρέτρες της θύμησης
Αήττητα τα πάθη περιμένουν να κατακτηθούν από οράματα που εμπνεύστηκαν και εμπνέουν νέες κατακτήσεις κι ας παγιδεύουν οι μοίρες αισθήσεις στην αοριστία του χρόνου. Η Έμυ Τζωάννου θ’ ακολουθήσει τους στροβιλισμούς απέθαντων αισθημάτων, χαράζοντας προοπτικές σε βεβαιωμένες αναγνώσεις, εκείνων που επιθυμούν να καταδυθούν στις θαλασσινές αύρες της γραφής της.
απόσπασμα, στο πιάνο ο Χρίστος Δημάκης
«Θα επιπλέω στα κύματα της σκέψης σου, στη δροσιά της νοσταλγίας σου, στη φθορά της εμπειρίας σου, στις ξάγρυπνες νύχτες σου, θα κεντάω τη μορφή μου στα μάτια σου, ανασταίνοντας τις αγκαλιές του έρωτά μας…
Πίσω από τους λησμονημένους ήχους των λόγων μας …, θα ξεθωριάζουν οι εικόνες μας …
Ουράνιες αστραπές απ’ τις εικόνες μας, θα καθρεφτίζονται στο βλέμμα σου, παιχνιδίζοντας στον ήλιο τη λάμψη τους…
Θα μείνει ο απόηχος από τα βλέμματά μας, τα σημεία του πάθους, τα χάδια που δεν τέλειωσαν……»
Κλείνοντας θα ήθελα να επισημάνω, πως η Έμυ Τζωάννου είναι προ πάντων ποιήτρια και σαν ποιήτρια αντιμετωπίζει την συγγραφική της απόπειρα, γράφοντας λέξεις ποιητικές. Πέρα από την αφηγηματική και τους διαλόγους, κάποια σημεία επιλέγει συνειδητά ή ασύνειδα να τα εντάξει σε μια ποιητική φόρμα, με συγκεκριμένο σχήμα, ενώ κάποια άλλα, ρέουν απλά την ομορφιά του ασχημάτιστου λόγου, με άκρως ποιητική έκφραση.
απόσπασμα, στο πιάνο ο Χρίστος Δημάκης
Στα ακριβά μου αναφιλητά
Ηχεί η σιωπή της απουσίας σου
Στις χώρες της ψυχής μου
Οι αναμνήσεις
Ποια δύναμη μ’ ενώνει με τη Μαρτιάτικη παρουσία σου ;
Οι ανάσες των χθεσινών διάφανων ουρανών
Σημάδια στο κορμί μου και στις μνήμες μου
Που με περιφέρουνε απαλά
Στα πέπλα από τις μέρες και τις νύχτες μας
O Έρωτά μας νησί
Που το χτυπάνε οι άνεμοι
Και το πνίγουνε τα κύματα
Από την τρικυμία της ψυχής σου.
Είχα καταλήξει ότι τελικά, είχα ζήσει ένα όνειρο σε παραμυθένιο σκηνικό, χτισμένο στην άμμο. Στην άμμο, όπου ο Ρόμπυ έκτιζε την κάθε ενθουσιώδη σχέση του. Ο χρόνος κυλούσε σε κλεψύδρα, αλλά εγώ δεν το ήξερα, νομίζοντας ότι η διάρκεια ήταν εξασφαλισμένη από το έντονο πάθος μας και την απίστευτη έλξη.
Έτσι, όταν ο άνεμος έλυσε τα σχοινιά που νομίζαμε ότι μας κρατούσαν δεμένους γερά, παρασύροντας όλα τα παραμυθένια σκηνικά μέσα στα οποία είχαμε ζήσει, ήμουν απροετοίμαστη να το βιώσω.
Τώρα έπρεπε να κτίσω μια νέα πραγματικότητα, που να ρέει και να εξελίσσεται ισορροπημένα, ξαναβρίσκοντας τους αγαπημένους ρυθμούς μου δίπλα στην αληθινή αγάπη, φτιάχνοντας τη λίστα με τις επιθυμίες να ελπίζω και να ονειρεύομαι ότι θάρθουν κι άλλες δυνατές στιγμές στη ζωή μου.
Yπάρχει πάντα ένα καλοκαίρι υπερμεγενθυμένο και μεταφυσικό που μας στιγματίζει, που γράφεται ανεξίτηλα στη μνήμη μας για πάντα και αφήνει το αποτύπωμά του στο χρόνο για πολύ καιρό μετά.
Ένα αθάνατο καλοκαίρι Αγάπης !
Γνώριζα ότι είχα ζήσει στιγμές ευτυχίας κι αυτές ήταν εκεί για πάντα καρφωμένες στη μνήμη μου. Κανένας δεν θα μπορούσε να μου τις πάρει. Θα τις φυλούσα στις σελίδες της καρδιάς μου σαν πολύτιμο μυστικό.
Άλλες φορές πίστευα ότι :
Κάποια πράγματα είναι μοιραία και συμβαίνουν για να καθορίσουν ή να ξεδιαλύνουν κάποιες καταστάσεις. Η μοίρα είναι αυτή που καθορίζει, τις πιο πολλές φορές.
Ένας μεγάλος έρωτας που ήταν καθοριστικός για μας και μας έχει σημαδέψει το πέρασμά του και η παρουσία του στη ζωή μας, για όποιους λόγους κι αν έληξε, είναι ιερός.
Είναι ένα συναίσθημα, μια καταιγίδα ή ένα πυροτέχνημα, που μας έκανε να νιώσουμε την απόλυτη ευτυχία και κάποια στιγμή και τον απόλυτο πόνο. Κάτι που το ζήσαμε στο απόλυτο και θα μείνει πάντα γραμμένο – σφραγισμένο στα φύλλα της καρδιάς. Σαν ένα όνειρο, που έρχεται αναπάντεχα να μας κάνει να ξαναζήσουμε συναισθήματα μέσα από αυτό, λες και μας υποδηλώνει, ότι έχουν παραμείνει ανεξίτηλα, παρόλο που χρονικά θεωρούνται ξεπερασμένα κι όμως ζουν προς μεγάλη έκπληξή μας στο υποσυνείδητο μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου