Ρίτσος: Ερωτας και Επανάσταση (από τον Δημήτρη Τσιπούρα)
Την πρώτη και την τελευταία σου λέξη
την είπαν ο έρωτας και η Επανάσταση.
Ολη σου την σιωπή την είπε η ποίηση"
Ετσι,μ' αυτά τα λόγια, αποκρυπτογράφησε προς το τέλος του βίου τη μεγάλη του πορεία ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος,αφήνοντας την τελευταία του πνοή μια νύχτα Κυριακής «πολύ αργά μέσα στη νύχτα», λίγες ώρες διαφορά από τον Αλέξη Μινωτή, στις 11 Νοεμβρίου 1990.
Να με θυμόσαστε είπε. "Χιλιάδες χιλιόμετρα περπάτησα/χωρίς ψωμί,χωρίς νερό,πάνω σε πέτρες και αγκάθια,/για να σας φέρω ψωμί και νερό και τριαντάφυλλα"
Είκοσι τεράστια χρόνια μετά το μεγάλο ταξίδι ο Γιάννης Ρίτσος είναι εδώ. Με τον επιβλητικό λόγο του και τη σεβάσμια μορφή να μας οδηγεί στα μονοπάτια του Ερωτα και της Επανάστασης. Πολυγραφότατος και ακόμα αστείρευτος, αφού απο το ογκώδες έργο που πρόλαβε να γράψει, δεκάδες τόμοι δεν έχουν εκδοθεί ακόμα. Εργο που είναι τρεις φορές μεγαλύτερο από το ογκώδες ποιητικό έργο του Παλαμά, το οποίο με τη σειρά του,είναι σχεδόν διπλάσιο σε έκταση από το ποιητικό έργο του Σικελιανού, που θα μπορούσε κι αυτός να χαρακτηρισθεί πολυγραφότατος, μας πληροφορεί ο καθηγητής Νάσος Βαγενάς.
Μεταφρασμενος σχεδόν στα πέρατα της Oικουμένης ο Γιάννης Ρίτσος ήταν ένας ζωντανός μύθος, αφού το κόμμα στο οποίο έντάχθηκε απο τα πρώτα χρόνια της ζωής του και μέσα από το οποιο πάλεψε, εξορίστηκε, βασανίστηκε, είχε φροντίσει να του στήσει ένα "ζωντανό άγαλμα". Και αυτός συνέχιζε να μεταλλάσσει τον δικό του πόνο,τους μύχιους καημούς και σκέψες , σε πόνο της Ρωμιοσύνης, εξασφαλίζοντας έτσι την αθανασία του. Πιστεύω στον Ερωτα και την Επανασταση/γι΄αυτό ακριβώς πιστεύω στην Αθανασία" 'εγραψε κάποια στιγμή. Ισως γιατί ήξερε πως μέσα από τον προσωπικό αγώνα καθε άνθρωπος και μέσα από τις μαζικές διαδικασίες -όπως έλεγε το κόμμα- βαδίζει προς την τελική ανεξαρτησία.
"Ξέρω/καθενας μονάχος πορεύεται στον έρωτα.Μονάχος/στη δόξα και στο θάνατο/Το ξέρω .Το δοκίμασα.Δεν ωφελεί" κραυγάζει στην "Σονάτα του Σεληνόφωτος" τον Ιούνιο του 1956.
Δειλιάζει όποιος στέκεται μπροστά στο επιβλητικό έργο του Γιάννη Ρίτσου, γιατί καταπιάστηκε με το καθετί και έβαλε την μοναδική προσωπική του σφραγίδα. Στην ποίηση,όπου χαρακτηρίστηκε ως "ο μεγαλύτερος ζων ποιητής", στην πεζογραφία γιατί στο "Ισως νά 'ναι κι έτσι" και στα «Προκυνητάρια» του, προκάλεσε το κόμμα και έστρεψε πάνω του τα φώτα της δημοσιότητας, έστω χωρίς να το θέλει, στη ζωγραφική, επειδή κανένας άλλος δεν μίλησε μ΄αυτό τον απαράμιλλο τρόπο στον χρωστήρα, κανένας άλλος δεν σμίλεψε τόσο ανθρώπινα, πέτρες και ρίζες δεντρων, με τόση επάρκεια και τόση εμπύρετη μνήμη χεριών και μυαλού.
"Πόση γνώση -σημειώνει ο Παντελής Μπουκάλας- χρειάζεται γιά να φτάσει ο ποιητής, ο πολυγραφότατος ποιητής, αυτός που κατ' επανάληψη απέσπασε από τη γλώσσα ισχυρότατους ρυθμούς και νοήματα ατίμητης παραμυθητικής τρυφερότητας, αυτός που τίμησε και ύψωσε τις πιό ταπεινές λέξεις,που στέγασε στη γενναιοδωρία του τα πιό ταπεινά πράγματα και συντρόφεψε και με το βίο του, προπαντός μ΄αυτόν και με την ποίησή του τους ταπεινούς των ανθρώπων, πόση γνώση,λοιπον, και πόση απόγνωση χρειάζεται γιά να γράψει "με το δάκτυλό του/ένα ΜΗΔΕΝ". Γιατί όπως ο ποιητής της Ρωμιοσύνης και του Επιτάφιου γράφει τον Αύγουστο του 1987 "εκεινα που δεν έλεγες ποτέ,ακριβώς εκείνα/έδιναν αίμα στα λόγια που ελεγες και έμεναν στον αέρα/μετέωρα, διφορούμενα, σαν ανεξήγητοι ήχοι/νυχτερινής μελλοντικής μουσικής". Και ακόμα γιατί "Ισως και νά'χουν κάποια αξία/αυτά που αφήσαμε πίσω μας/...Μα τώρα και τούτο το "ίσως" πάνω στα χείλη σου/έχει χλωμιάσει και γεράσει".
Αν ζούσε σήμερα αυτός ο γίγαντας της ποίησης δεν θα ήξερε που να γείρει τη μνήμη του με τόσα γεγονότα που συμβαίνουν. Γεγονότα που είναι βέβαιο πως θα τον πήγαιναν πίσω στα χρόνια της εφηβείας, της άντρωσης και της πάλης γιά ένα καλύτερο Αύριο. Πόσα από τα καλλιγραφικά του γράμματα δεν θα ξεδίπλωνε στο άγραφο χαρτί για να τραγουδήσει και να κλάψει συνάμα, για τα τόσα που εκτυλίχθηκαν σαν σκοτεινα γεφύρια στη Σρεμπένιτσα, το Πάλε, την Κράϊνα, τόπους δηλαδή που είχε γνωρίσει παλιά, κάτω από άλλες συνθήκες. Τότε που κλείνανε ερμητικά οι γέφυρες της Επανάστασης και οι σύντροφοι του ξεκληρίζονταν στις πέντε ηπείρους, ενώ όσοι έμειναν στην Πατρίδα τη γνώριζαν μέσα απο το πιό άγριο προσωπό της. Βασανιστήρια, φυλακίσεις, εξορίες, εκτελέσεις, βιασμούς του κορμιού και της συνείδησης.
Τι να γράψεις όμως μέσα σε ένα σύντομο σημείωμα γιά τον μεγάλο αυτό Ανθρωπο. "Τώρα/δεν έχεις τίποτε να πεις ,αφού δεν έχεις τίποτε να κρύψεις" έγραφε στο Καρλόβασι, καθισμένος σ' εκείνη την πέτρα που ο ίδιος είχε σμιλέψει στ' ακρογιάλι και αναπολώντας όλα αυτά που έκανε κι εκείνα που δεν προλάβαινε, γιατί "τι να πρωτοδιορθώσεις" μέσα στα ανελέητα ξερά καλοκαίρια και τους βομβαρδισμένους χειμώνες.
Πέτρες, κόκκαλα, ρίζες
Αν όμως ο Γιάννης Ρίτσος έμεινε στη μνήμη μας ως ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές της Οικουμένης, λίγοι είναι αυτοί που γνώρισαν την αγάπη και την πνοή που έδινε στα ταπεινά αραβουργήματα της Φύσης.
Κατ΄εξοχήν "οπτικός τύπος" οπως συνήθιζε να λέει ο ίδιος για τον εαυτό του,αναζητούσε την έκφραση μέσα στις πολύωρες, θανατερές μοναξιές του, όταν ούτε οι σύντροφοι μπορούσαν να ανταλλάξουν ένα ζεστό λόγο, στις πέτρες, τα κόκκαλα, τις ρίζες, που βρίσκονταν άφθονα γύρω του. "Οι ρίζες υποβάλλουν μιάν αγριότητα.Τα κόκκαλα και οι πέτρες, το κάλλος ή την ελεγειακότητα. Και η ευτυχία στην τέχνη περιέχει πολύ συχνά ένα στοιχείο ελεγειακό" έγραφε σε ένα σημείωμα του στο περιοδικό "Η Λέξη" τον Οκτώβριο του 1981.
Σε ένα άλλο κείμενό του στο περιοδικό "ΑΝΤΙ", τον Ιούλιο του 1975, ο ιδιος ο ποιητής δίνει την προσωπική του μαρτυρία, για την ενασχόλησή του με τις ρίζες, τις πέτρες, τη ζωγραφική ,τα κόκκαλα. "Περα όμως από τις αυθαίρετες ίσως συσχετίσεις, γενικεύσεις και τους απλοϊκους συμβολισμούς (που κολακεύουν τη σπουδαιοφάνειά μας και ευκολύνουν τάχα τη συνεννόησή μας με τη μεταφορά ακαθόριστων αισθησεων και συλλογισμών στο "ευανάγνωστο" και προσιτό επίπεδο των εικόνων και των σχημάτων), εξακολουθούμε να ανακαλύπτουμε στις ρίζες κάτι βαθύτατο και τολμηρότατα ανθρώπινο, κάτι πολύ πιό δικό μας, κάτι το "ανείπωτο", ειπωμένο με αποστομωτική ειλικρίνεια. Γι΄αυτό μπορεί να συνεχίσει κανείς να δουλεύει τις ρίζες, παρ΄όλο το φόβο της επανάληψης. Κι οι ρίζες επαναλαμβάνονται,όπως επαναλαμβάνονται τα ένστικτα κι όπως επαναλαμβάνονται οι βασικές αλήθειες: γέννηση, έρωτας, θάνατος ή ,καλύτερα, όπως επαναλαμβάνονται τα τρία βασικά άγνωστα: ζωή, έρωτας, θάνατος".
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΣΙΠΟΥΡΑΣ
Ευχαριστώ θερμά τον Δημήτρη Τσιπούρα!!! Σ.Σ.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
2 σχόλια:
Σ' ευχαριστώ Δημήτρη ,που μου δάνεισες τούτο το υπέροχο κείμενο, μια μέρα που δεν ξέρω άλλο τρόπο για ν'αρχίσει η επανάσταση, παρά μόνον με τον έρωτα που αφορά τούτο τον τόπο κι ας με χαρακτηρίσουν όπως θέλουν.
Το ν' αγαπάς τη Ελλάδα σήμερα είναι κάπως σας ύβρις.
Εκείνοι που εκλέχτηκαν για να την προστατεύουν, εκείνοι την κατακρεούργησαν ληστεύοντας ακόμα και την ελπίδα ενός ολόκληρου λαού...
Αλήθεια πόσο λυπάμαι για την κατάντια της άμαχης κατοχής...για κείνους που έδωσαν το αίμα τους μαχητί στην πρώτη γραμμή του πολέμου.
Άδικα χύθηκε τόσο αίμα; Μπορεί κάποιος επιτέλους να δώσει μια ειλικρινή απάντηση σε καιρούς μόνιμου ψεύδους από τους καρεκλοπόδαρους ψεύτες;
Χρόνια Πολλά Σοφία. Αλήθεια το κείμενο που αναφέρεται στο μεγάλο Ποιητή μας είναι υπέροχο. Ομως ήθελα να σου πω ότι ποτέ στη ζωή και στους αγώνες δε χύθηκε αίμα άδικα. Το αίμα γίνεται σπορά για τις γενειές που έρχονται.Αυτό το
έχει αποδείξει η Ιστορία μας.
Δημοσίευση σχολίου