ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ - ΜΕΛΙΤΑ ΑΔΑΜ -" Ιστορίες από τη γειτονιά μου και... λίγο παραπέρα" Κυψέλη 1919-1959.
Η αγωνία του δημιουργού!!
Πόσο απέχει το όνειρο, από το να απλωθεί στις σελίδες ενός χρονολογίου, που με μεγάλη αγάπη και αφοσίωση έστησε η Μελίτα Αδάμ; Μετά από πολλών χρόνων δημοσιογραφικής και δημογραφικής έρευνας, επιτέλους η αγωνία της δημιουργού έγινε βιβλίο με τίτλο, «Ιστορίες από τη γειτονιά μου και λίγο παραπέρα, Κυψέλη 1919-1959», που εκδόθηκε τον Ιανουάριο του 2013, από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΖΑΧΑΡΑΚΗ.
Παιδιά από σχολικές φωτογραφίες, μιας εποχής που πέρασε αλλά δεν ξεχάστηκε. Παιδιά που παίζουν στο γρασίδι της Φωκίωνος Νέγρη. Ανδροπαρέες στις ταβέρνες της γειτονιάς. Γλέντια στις αυλές της Φαιδριάδων και σε άλλες της παλιάς Κυψέλης. Ναι, γιατί τότε υπήρχαν μικρές και μεγάλες αυλές σε όμορφα σπίτια, που μοσχοβολούσαν μυρωδιές και φωνές παιδικές ηχολογούσαν, ανακατεμένες με τα τιτιβίσματα των πουλιών. Νεαρές κοπέλες αναζητούσαν τον έρωτα στα μάτια των αγοριών, που μυστακοφόροι σεργιανούσαν στην Φωκίωνος Νέγρη και στην πλατεία Κυψέλης. Εικόνες βγαλμένες από μια άλλη εποχή, άλλους καιρούς, που η αθωότητα περίσσευε… Άλλωστε η ίδια η δημιουργός αυτής της μεγάλης έρευνας, θα πει: «Αυτή, την παλιά Κυψέλη θέλω να ξαναζωντανέψω και να την προσφέρω δώρο σε όσους από τους νεότερους ψάχνουν να βρουν λίγο καλό χώμα στις ρίζες τους. Θέλω ν’ ανάψω τα «σβησμένα κεριά» ενός κόσμου που βολόδερνε ανάμεσα σε φτώχεια, πόνο, χαρά, γλέντια, πολέμους, ήττες, νίκες, γιατί αυτό το παρελθόν είναι οι ρίζες της σημερινής πορείας μας».
Η Μελίτα Αδάμ είναι η ποιήτρια, η μυθιστοριογράφος, που αγάπησε την Κυψέλη και της αφοσιώθηκε. Το 1955 παντρεύτηκε τον Κυψελιώτη νομικό Γιάννη Αδάμ, για να εγκατασταθεί οριστικά στην Κυψέλη, εγκαταλείποντας την γενέτειρά της Νέα Φιλαδέλφεια. Μαζί απέκτησαν δυο υπέροχες κόρες. Από τότε η Μελίτα δεν έφυγε ποτέ από την γειτονιά, που τόσο αγάπησε. Κοινωνική και δραστήρια με έντονη και ασύχαστη προσωπικότητα, διεύρυνε τον κύκλο των επαφών της και με την παρότρυνση του λατρεμένου συζύγου της, αποφασίζει να γράψει το πρώτο της έργο «Γιαγιά Μέλη». Σιγά-σιγά υφαίνει όλες τις μνήμες που της μεταφέρει δια στόματος η γιαγιά της και οι άλλες θείες, από τα αλησμόνητα χώματα της Μικράς Ασίας, τόπος καταγωγής της προσφυγικής της οικογένειας.
Η αφηγηματική της Μελίτας Αδάμ δεν περιορίζεται στις διηγήσεις της γιαγιάς. Ξεκινά η ίδια ένα πικρό ταξίδι στις προσωπικές μνήμες του πολέμου, των καταφυγίων, της κατοχής, της πείνας, του εμφυλίου. Είναι το δικό της στοίχημα να περισώσει ότι συντάραξε τον παιδικό της κόσμο για να καταγραφεί στις σελίδες της ώριμης περιόδου. Γιατί πολύ μετά την πρώτη νιότη θα ξεκινήσει να γράφει. Να πλέκει χρώματα φωτιάς, με το θυμικό να στάζει γεγονότα και περιστατικά, σε μια περίεργη εποχή. Τότε που τρύπια όνειρα έπαιρναν σάρκα, όταν κυριολεκτικά η λαλιά δεν μπορούσε ν' αρθρώσει. Διέξοδος και καταφύγιο ταυτόχρονα, όχι για να στεγασθούν γεννήματα, αλλά μνήμες, μνήμες που αλυχτούν σε ώρες, που ο ιδρώτας χτυπά την πόρτα της καρδιάς. Ότι μεσολάβησε στα δίχτυα της σκέψης θα πιαστούν, καθώς εκείνες σπαρταρούν ακόμα στη μέθη της νοσταλγίας.
Η Μελίτα Αδάμ δεν διεκδικεί τίτλους συγγραφικής αποδοχής, διεκδικεί την αλήθεια της. Τα για καιρό φυλαγμένα θυμητάρια γυαλίζονται χωρίς φόβο, χωρίς την ωραιοποίηση, αλλά με τον ρεαλισμό, που η απόσταση του χρόνου απόσταξε, το ακριβό του απόσταγμα στο δρύινο βαρέλι, που πρέπει και οφείλει ν' ανοιχθεί.
Πιο ανομολόγητο χρέος, ποια τιμή είναι εκείνη που οδηγεί το χέρι της στην συναρμολόγηση των απολιθωμάτων, καθώς λέξη-λέξη εικόνα την εικόνα, ξετυλίγει το κουβάρι, για να πλέξει από την αρχή την αρχινημένη ιστορία της πόλης που υλοποίησε τα νεανικά της όνειρα; Θα αποθανατίσει στην φανταστική φωτογραφική μηχανή, όλες τις εικόνες της ματιάς, του χαμόγελου, των δακρύων, που με αγάπη συνάντησε και συναντήθηκε μαζί τους. Ο παλιός πόνος στο σώμα, στο αίμα, έχει υποχωρήσει και στη θέση του τώρα κυριαρχεί η δύναμη της αναγκαιότητας, για την ειλικρινή περιπλάνηση στο μακρινό χθες.
Καθώς στριφογυρίζουν όλα στο μυαλό, ζητώντας επιτακτικά να μη ξεχαστούν στους κύκλους που έκλεισαν, εκείνη θα τους ανοίξει μαζί με τους κρουνούς που ανοίγουν όλες οι μνήμες, όλα τα σημεία που πρέπει να φωτιστούν από πυρσούς αναβίωσης, στις σβησμένες πια στάχτες των γεγονότων, πριν δρομολογηθούν οι ρίζες που φύτρωσαν στα χώματα της Κυψέλης.
Ψάχνοντας στην πλούσια βιβλιοθήκη της, πουθενά δεν βρήκε, έστω ένα μικρό αφιέρωμα στη γειτονιά, που φιλοξένησε τόσους πολλούς αλλά και σημαντικούς σπουδαίους ανθρώπους, που συνέβαλαν στην πνευματική ανάπτυξη του τόπου. Γιατί η Δημιουργός, η ποιήτρια, η πεζογράφος δεν θέλει να βιώσει την προδοσία της μνήμης ακόμα κι αν χρειασθεί να πληρώσει το τίμημα της μοναξιάς και της βουβής μοναχικότητας, για να εισπράξει το τίποτα που πληγώνει σε μακάριους ύπνους και το αρπακτικό ελάχιστο που συνθλίβει και τεμαχίζει βιωμένες αναμνήσεις.
Είναι η αγωνία της δημιουργού να προλάβει, ν' αντέξει να μαζέψει όλες τις λέξεις αλλά και τις εικόνες που πλέκουν αυτό που η ίδια βίωσε και αισθάνθηκε, να το σχηματοποιήσει σε σώμα ανάγνωσης για να φανεί χωρίς δισταγμούς σε ανοιχτά φώτα, σε σελίδες που τρέχουν οι ζωές στα σπίτια και τους δρόμους. Να θυμηθεί το ακαριαίο, το ανεπανάληπτο, το ταυτισμένο με την δική της ύπαρξη αλλά και την ύπαρξη των άλλων.
Ακολουθεί ακούγοντας τις φωνές από ένα χθες, που δεν λησμονήθηκε στα παράξενα παιχνίδια της καρδιάς και του νου. Γιατί η μνήμη διαθέτει πολλά διαμερίσματα ανάμνησης που χωρούν τις εικόνες μιας άλλης ζωής, ξεχασμένης αλλά όχι λησμονημένης. Άλλωστε όπως λέει η ίδια το βιβλίο της, "Ιστορίες από τη γειτονιά μου και... λίγο παραπέρα" Κυψέλη 1919-1959 είναι, «Ένα νοσταλγικό ταξίδι στο παρελθόν της δικής μας Κυψέλης που τόσο αγαπήσαμε και αγαπάμε. Αφηγήσεις και γεγονότα με κοινό τους στοιχείο τον χωροχρόνο της Κυψέλης, του χθες. Πρωταγωνιστές Κυψελιώτες και Κυψελιώτισσες, μέσα από τη δική τους αλήθεια, μια αλήθεια βίαιη, πικρή, σκληρή, χαριτωμένη, άλλοτε ερωτική, άλλοτε κωμική, μα πάντα αληθινή. Όλοι είχαν κάτι να θυμηθούν: άπειρες συζητήσεις του καφενείου, καντάδες, φάρσες, ζωή και ξενύχτια στη Φωκίωνος Νέγρη. Δεν ήθελα να χαθούν τα αχνάρια από τις πατημασιές μας, τα όνειρά μας τα υφασμένα στον πόλεμο με πείνα, με θάρρος, με τρέλα, με κέφι για ζωή...»
Η Μελίτα Αδάμ με τούτο το πόνημα, που πίσω από τις σελίδες του, κρύβεται η δουλειά εφτά τουλάχιστον ετών, καταφέρνει να διασώσει ένα μεγάλο κομμάτι από τις ζωές ανθρώπων-τις ζωές μας- γεγονότων και περιστατικών, που αποτελούν την ιστορική διαδρομή αυτού του τόπου… Κυψέλη 1919-1959
Η αγωνία του δημιουργού!!
Πόσο απέχει το όνειρο, από το να απλωθεί στις σελίδες ενός χρονολογίου, που με μεγάλη αγάπη και αφοσίωση έστησε η Μελίτα Αδάμ; Μετά από πολλών χρόνων δημοσιογραφικής και δημογραφικής έρευνας, επιτέλους η αγωνία της δημιουργού έγινε βιβλίο με τίτλο, «Ιστορίες από τη γειτονιά μου και λίγο παραπέρα, Κυψέλη 1919-1959», που εκδόθηκε τον Ιανουάριο του 2013, από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΖΑΧΑΡΑΚΗ.
Παιδιά από σχολικές φωτογραφίες, μιας εποχής που πέρασε αλλά δεν ξεχάστηκε. Παιδιά που παίζουν στο γρασίδι της Φωκίωνος Νέγρη. Ανδροπαρέες στις ταβέρνες της γειτονιάς. Γλέντια στις αυλές της Φαιδριάδων και σε άλλες της παλιάς Κυψέλης. Ναι, γιατί τότε υπήρχαν μικρές και μεγάλες αυλές σε όμορφα σπίτια, που μοσχοβολούσαν μυρωδιές και φωνές παιδικές ηχολογούσαν, ανακατεμένες με τα τιτιβίσματα των πουλιών. Νεαρές κοπέλες αναζητούσαν τον έρωτα στα μάτια των αγοριών, που μυστακοφόροι σεργιανούσαν στην Φωκίωνος Νέγρη και στην πλατεία Κυψέλης. Εικόνες βγαλμένες από μια άλλη εποχή, άλλους καιρούς, που η αθωότητα περίσσευε… Άλλωστε η ίδια η δημιουργός αυτής της μεγάλης έρευνας, θα πει: «Αυτή, την παλιά Κυψέλη θέλω να ξαναζωντανέψω και να την προσφέρω δώρο σε όσους από τους νεότερους ψάχνουν να βρουν λίγο καλό χώμα στις ρίζες τους. Θέλω ν’ ανάψω τα «σβησμένα κεριά» ενός κόσμου που βολόδερνε ανάμεσα σε φτώχεια, πόνο, χαρά, γλέντια, πολέμους, ήττες, νίκες, γιατί αυτό το παρελθόν είναι οι ρίζες της σημερινής πορείας μας».
Η Μελίτα Αδάμ είναι η ποιήτρια, η μυθιστοριογράφος, που αγάπησε την Κυψέλη και της αφοσιώθηκε. Το 1955 παντρεύτηκε τον Κυψελιώτη νομικό Γιάννη Αδάμ, για να εγκατασταθεί οριστικά στην Κυψέλη, εγκαταλείποντας την γενέτειρά της Νέα Φιλαδέλφεια. Μαζί απέκτησαν δυο υπέροχες κόρες. Από τότε η Μελίτα δεν έφυγε ποτέ από την γειτονιά, που τόσο αγάπησε. Κοινωνική και δραστήρια με έντονη και ασύχαστη προσωπικότητα, διεύρυνε τον κύκλο των επαφών της και με την παρότρυνση του λατρεμένου συζύγου της, αποφασίζει να γράψει το πρώτο της έργο «Γιαγιά Μέλη». Σιγά-σιγά υφαίνει όλες τις μνήμες που της μεταφέρει δια στόματος η γιαγιά της και οι άλλες θείες, από τα αλησμόνητα χώματα της Μικράς Ασίας, τόπος καταγωγής της προσφυγικής της οικογένειας.
Η αφηγηματική της Μελίτας Αδάμ δεν περιορίζεται στις διηγήσεις της γιαγιάς. Ξεκινά η ίδια ένα πικρό ταξίδι στις προσωπικές μνήμες του πολέμου, των καταφυγίων, της κατοχής, της πείνας, του εμφυλίου. Είναι το δικό της στοίχημα να περισώσει ότι συντάραξε τον παιδικό της κόσμο για να καταγραφεί στις σελίδες της ώριμης περιόδου. Γιατί πολύ μετά την πρώτη νιότη θα ξεκινήσει να γράφει. Να πλέκει χρώματα φωτιάς, με το θυμικό να στάζει γεγονότα και περιστατικά, σε μια περίεργη εποχή. Τότε που τρύπια όνειρα έπαιρναν σάρκα, όταν κυριολεκτικά η λαλιά δεν μπορούσε ν' αρθρώσει. Διέξοδος και καταφύγιο ταυτόχρονα, όχι για να στεγασθούν γεννήματα, αλλά μνήμες, μνήμες που αλυχτούν σε ώρες, που ο ιδρώτας χτυπά την πόρτα της καρδιάς. Ότι μεσολάβησε στα δίχτυα της σκέψης θα πιαστούν, καθώς εκείνες σπαρταρούν ακόμα στη μέθη της νοσταλγίας.
Η Μελίτα Αδάμ δεν διεκδικεί τίτλους συγγραφικής αποδοχής, διεκδικεί την αλήθεια της. Τα για καιρό φυλαγμένα θυμητάρια γυαλίζονται χωρίς φόβο, χωρίς την ωραιοποίηση, αλλά με τον ρεαλισμό, που η απόσταση του χρόνου απόσταξε, το ακριβό του απόσταγμα στο δρύινο βαρέλι, που πρέπει και οφείλει ν' ανοιχθεί.
Πιο ανομολόγητο χρέος, ποια τιμή είναι εκείνη που οδηγεί το χέρι της στην συναρμολόγηση των απολιθωμάτων, καθώς λέξη-λέξη εικόνα την εικόνα, ξετυλίγει το κουβάρι, για να πλέξει από την αρχή την αρχινημένη ιστορία της πόλης που υλοποίησε τα νεανικά της όνειρα; Θα αποθανατίσει στην φανταστική φωτογραφική μηχανή, όλες τις εικόνες της ματιάς, του χαμόγελου, των δακρύων, που με αγάπη συνάντησε και συναντήθηκε μαζί τους. Ο παλιός πόνος στο σώμα, στο αίμα, έχει υποχωρήσει και στη θέση του τώρα κυριαρχεί η δύναμη της αναγκαιότητας, για την ειλικρινή περιπλάνηση στο μακρινό χθες.
Καθώς στριφογυρίζουν όλα στο μυαλό, ζητώντας επιτακτικά να μη ξεχαστούν στους κύκλους που έκλεισαν, εκείνη θα τους ανοίξει μαζί με τους κρουνούς που ανοίγουν όλες οι μνήμες, όλα τα σημεία που πρέπει να φωτιστούν από πυρσούς αναβίωσης, στις σβησμένες πια στάχτες των γεγονότων, πριν δρομολογηθούν οι ρίζες που φύτρωσαν στα χώματα της Κυψέλης.
Ψάχνοντας στην πλούσια βιβλιοθήκη της, πουθενά δεν βρήκε, έστω ένα μικρό αφιέρωμα στη γειτονιά, που φιλοξένησε τόσους πολλούς αλλά και σημαντικούς σπουδαίους ανθρώπους, που συνέβαλαν στην πνευματική ανάπτυξη του τόπου. Γιατί η Δημιουργός, η ποιήτρια, η πεζογράφος δεν θέλει να βιώσει την προδοσία της μνήμης ακόμα κι αν χρειασθεί να πληρώσει το τίμημα της μοναξιάς και της βουβής μοναχικότητας, για να εισπράξει το τίποτα που πληγώνει σε μακάριους ύπνους και το αρπακτικό ελάχιστο που συνθλίβει και τεμαχίζει βιωμένες αναμνήσεις.
Είναι η αγωνία της δημιουργού να προλάβει, ν' αντέξει να μαζέψει όλες τις λέξεις αλλά και τις εικόνες που πλέκουν αυτό που η ίδια βίωσε και αισθάνθηκε, να το σχηματοποιήσει σε σώμα ανάγνωσης για να φανεί χωρίς δισταγμούς σε ανοιχτά φώτα, σε σελίδες που τρέχουν οι ζωές στα σπίτια και τους δρόμους. Να θυμηθεί το ακαριαίο, το ανεπανάληπτο, το ταυτισμένο με την δική της ύπαρξη αλλά και την ύπαρξη των άλλων.
Ακολουθεί ακούγοντας τις φωνές από ένα χθες, που δεν λησμονήθηκε στα παράξενα παιχνίδια της καρδιάς και του νου. Γιατί η μνήμη διαθέτει πολλά διαμερίσματα ανάμνησης που χωρούν τις εικόνες μιας άλλης ζωής, ξεχασμένης αλλά όχι λησμονημένης. Άλλωστε όπως λέει η ίδια το βιβλίο της, "Ιστορίες από τη γειτονιά μου και... λίγο παραπέρα" Κυψέλη 1919-1959 είναι, «Ένα νοσταλγικό ταξίδι στο παρελθόν της δικής μας Κυψέλης που τόσο αγαπήσαμε και αγαπάμε. Αφηγήσεις και γεγονότα με κοινό τους στοιχείο τον χωροχρόνο της Κυψέλης, του χθες. Πρωταγωνιστές Κυψελιώτες και Κυψελιώτισσες, μέσα από τη δική τους αλήθεια, μια αλήθεια βίαιη, πικρή, σκληρή, χαριτωμένη, άλλοτε ερωτική, άλλοτε κωμική, μα πάντα αληθινή. Όλοι είχαν κάτι να θυμηθούν: άπειρες συζητήσεις του καφενείου, καντάδες, φάρσες, ζωή και ξενύχτια στη Φωκίωνος Νέγρη. Δεν ήθελα να χαθούν τα αχνάρια από τις πατημασιές μας, τα όνειρά μας τα υφασμένα στον πόλεμο με πείνα, με θάρρος, με τρέλα, με κέφι για ζωή...»
Η Μελίτα Αδάμ με τούτο το πόνημα, που πίσω από τις σελίδες του, κρύβεται η δουλειά εφτά τουλάχιστον ετών, καταφέρνει να διασώσει ένα μεγάλο κομμάτι από τις ζωές ανθρώπων-τις ζωές μας- γεγονότων και περιστατικών, που αποτελούν την ιστορική διαδρομή αυτού του τόπου… Κυψέλη 1919-1959
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου